Οι κοινωνικοί συντελεστές της Επανάστασης

Οι κοινωνικοί συντελεστές της Επανάστασης

5' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Νομίζω (για να αμβλύνω μια αξιωματική διατύπωση) ότι ο πιο απλόχωρος και πολυεπίπεδος απομνημονευτής της επανάστασης του 1821 είναι ο Νικόλαος Κασομούλης (1797-1871. Γράφει από το 1832 ώς το 1861). Δευτεραγωνιστής, βέβαια, δεν αφηγείται τον βίο του, ούτε τονίζει την προσφορά του: ο βίος του διαχέεται στην αφήγησή του, δεν γίνεται αυτοβιογραφία· είναι ένας άκεντρος βίος. Παρατηρεί, περιγράφει, σχολιάζει και κρίνει μέσω της περιγραφής, αλλά συγχρόνως έχει ένα ιστοριογραφικό σχέδιο. Τον ενδιαφέρουν τα πριν από την επανάσταση, γι’ αυτό και προτάσσει στα Στρατιωτικά του ενθυμήματα ένα κεφάλαιο για τον αρματολισμό: «δομιστικά» συγκροτημένο, μας εισάγει στο μεγάλο ζήτημα της συγκρότησης των ανθρώπων των όπλων και της βίας σε κοινωνικά μορφώματα με κυριαρχική ικανότητα: πρόκειται για το συνάλληλο δίπολο των αρματολών και των κλεφτών, για τις αντίπαλες σχέσεις τους με τα παράλληλα εξουσιαστικά μορφώματα, εκείνα των κοινοτικών αυθεντιών· αντίπαλες σχέσεις με έκδηλες τις συγκλίσεις, ακόμη και τις αφομοιώσεις. Και τα δύο συστήματα κυριαρχικής ικανότητας ανήκαν στην κατακτημένη κοινωνία, των χριστιανών ραγιάδων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οικονομικώς ομόλογοί τους ήταν και οι μουσουλμάνοι ραγιάδες, ο κοσμάκης της αγροτικής μονοτονίας. Ο Κασομούλης έχει συνείδηση της αναλογίας αυτής και του συνδρόμου της, δηλαδή των συμβιωτικών σχέσεων. Αλλά σε τούτο το σημείωμα δεν αναφερόμαστε σ’ αυτά.

Από «εχούμενο» σπίτι

Ο Κασομούλης ήταν εγγράμματος κι από «εχούμενο» -όπως λένε την Κέρκυρα- εμπορικό σπίτι. Η ελληνομάθειά του δεν ήταν τόση ώστε να εκφράζεται στη λόγια κοινή χωρίς ασυνταξίες και αναπόδοτους εκφραστικούς τρόπους. Ο εκδότης του (1939-1941), ο Γιάννης Βλαχογιάννης, αποκατάστησε τα ελλιπή της διατύπωσης του Κασομούλη, χωρίς να αλλοιώνει το κείμενο αλλά παρεισφρέοντας σ’ αυτό (με διακριτικά σημάδια) επεξηγήσεις. Ισως υπάρχει πλησμονή αυτών των διασαφηνίσεων και ίσως μια παρέμβαση στη στίξη να έκανε το κείμενο ζωντανότερο. Αλλά και πάλι δεν αναλώνεται σε αυτά τα ζητήματα τούτο το σημείωμα· κάτι διαφορετικό θέλει να θυμίσει.

Από το 1924 ο Γιάννης Κορδάτος (χωρίς να είναι ο πρώτος) με το έργο του «Η κοινωνική σημασία της Επαναστάσεως του 1821» πρότεινε την ερμηνεία ότι η επανάσταση ήταν αστική· ως μαρξιστής όφειλε να δείξει τους οικονομικούς όρους αυτής της αστικής επανάστασης: τους βρήκε στην άνθηση του εμπορίου το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. Δεν ήταν ο μόνος. Ο αντίλογος (βίαιος συνήθως) ήρθε από δύο πλευρές: η μία από το ακαδημαϊκό κατεστημένο, η άλλη από την κομματική (δηλαδή κομμουνιστική) τελεολογία. Και πάλι, δεν πρόκειται να συζητήσουμε γι’ αυτά τα χιλιοειπωμένα ζητήματα. Θα μείνουμε στην κατάθεση του Κασομούλη που, εξυπακούεται, δεν τον απασχολούσαν (δεν ήταν δυνατό να τον απασχολούν) τέτοια ζητήματα: είναι ένας αθώος μάρτυρας.

Αλλά τι σημαίνει «αθώα» μαρτυρία; Αθώα μπορεί να θεωρηθεί από όποιον αναζητά μια επιβεβαίωση του δικού του σκεπτικού, της δικής του ερμηνευτικής πρότασης, από κάποιον που δεν μετέχει στη δική του προβληματική και στη θεωρητική της γενεαλογίας. Ο Κασομούλης δεν καταθέτει «αθώα», μετέχει σε έναν ανάλογο προβληματισμό και επιστρατεύει για να στηρίξει την άποψή του τα συμπεράσματα της προσωπικής του παρατήρησης, της «φωνής» των γεγονότων. Δεν θεωρητικολογεί, φέρνει παραδείγματα: τα γεγονότα είναι αποδείξεις. Ολα αυτά δεν είναι αυτοφυή και πίσω τους υπάρχει μια παιδεία που δεν αναδύεται παρά εμμέσως, όταν λόγου χάρη εκτιμά τα όρια των στρατιωτικών ηγετών και επικαλείται τον Ονήσανδρο – τον ίδιον είχε σκεφτεί και ο Κοραής.

Οι κρίσεις του σχετικά με τους κοινωνικούς συντελεστές της επανάστασης του 1821 διατυπώνονται σε ένα έξω από την αφήγησή του σημείωμα· ας το παραθέσουμε:

Αρχίζει αναφερόμενος στην Ιστορία του Αμβρόσιου Φραντζή (1839-41). Ο πρωτοσύγκελλος, ο Αμβρόσιος, λέγει ότι στην Πελοπόννησο την επανάσταση την εξαπέλυσαν το ιερατείο, οι προεστοί και ο λαός (ο τελευταίος χωρίς διάκριση, θα σχολιάσει ο Κασομούλης). Δεν τον αναιρεί ως προς τα πελοποννησιακά, αλλά διατυπώνει τη δική του άποψη ως προς τον υπόλοιπο επαναστατημένο χώρο. «Ημείς καθώς γνωρίζομεν εις την Στερεάν Ελλάδα, και εις τας νήσους ακόμη, πολλά ολίγοι ενήργησαν εκ μέρους των Αρματωλών και των προεστώτων, και ολίγοι από τους αρχιερείς και ιερείς. Μάλιστα έχομεν παράδειγμα τον Ζαφειράκην πρώτον Ναούσσης, όστις υποπτευθείς την αποβολήν του επρόδωσεν τον Υπατον, τον Τζολάκογλουν παρομοίως και τους προεστούς ακόμη του Μαυρίλου, τους οποίους εφόνευσαν οι Κοντογιανναίοι, ότι ούτοι όχι μόνον δεν έλαβον μέρος, αλλά κατεδίωξαν και τους εταιριστάς. Τουναντίον δε ενήργησαν την Επανάστασιν έμποροι-τεχνίται από διάφορα επαγγέλματα, οίτινες τρέχοντες εις ξένους τόπους, Ευρώπην και ανατολικήν και ευρωπαϊκήν Τουρκίαν, εγνώριζον την δύναμιν των Οθωμανών και είχον την τόλμην να αδράξουν τα όπλα εναντίον των. Ας εξετάση διακεκριμένως οποιοσδήποτε έλαβεν μέρος εις την Επανάστασιν, και θέλει ιδεί ότι η τάξις των ξενιτευμένων λογιωτάτων και εμπόρων είναι ήτις πρώτη ετόλμησεν και εκίνησεν τον μοχλόν τούτον και έμβασεν και τους Προεστούς και Αρματωλούς εις τα αίματα».

Οι ξενιτεμένοι

Το παράθεμα είναι σαφές αυτοπροσδιοριζόμενο ή αυτοχαρακτηριζόμενο. Σαφές, γιατί λέγει ότι μια άλλη «τάξη» και όχι ό,τι αποκαλούμε παραδοσιακή κοινωνία μπορούσε ελλόγως να υποκινήσει την επανάσταση, η τάξη εκείνων που ζούσαν έξω από τα γεωγραφικά όρια στα οποία ξέσπασε και μερικώς εδραιώθηκε η επανάσταση – δηλαδή η «τάξη» των εμπόρων και των λογίων που γνώριζαν από μέσα την κατάσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτοκαθοριζόμενο και αυτοπεριοριζόμενο το παράθεμα, γιατί δεν εξηγεί τους λόγους που λαμπάδιασαν την «τόλμη». Ας διασαφηνίσω: αυτά ως προς το παράθεμα, όχι ως προς το συνολικό έργο του Κασομούλη.

Αυτοί οι ξενιτεμένοι (που είχαν τα μάτια τους στραμμένα στη γενέτειρα και μαζί με τα μάτια τους την ψυχή τους), τολμώντας κατάφεραν να συμπαρασύρουν τις τοπικές αυθεντίες, μολονότι εξ ορισμού αντίθετες στον επαναστατικό ξεσηκωμό. Επισημαίνει εν παρόδω τις αντιθέσεις αυτών των αυθεντικών, πολιτικών και «πολεμικών» – Κοντογιανναίοι ως προς τις δεύτερες, Χατζίσκοι (οι προεστοί του Μαυρίλου) ως προς τις πρώτες, τούτοι κι εκείνοι Αγραφιώτες. Ας μη μένουμε στους οικονομικούς καθορισμούς κι ας μεταγράψουμε την τόλμη: είναι το προφανές προϊόν μιας ιδεολογίας, φορείς της οποίας ήταν, όπως λέγει, οι εμποροβιοτέχνες και οι λόγιοι: αυτοί εθνικοποίησαν την επανάσταση, αλλά ο Κασομούλης δεν εννοιολογεί σ’ αυτό το παράθεμα, αλλά διαπιστώνει παραδειγματολογώντας με όσα ξέρει. Η κατάθεσή του ωστόσο είναι εντάξιμη σε μια ερμηνεία, αφού προηγουμένως διασαφηνιστούν τα κίνητρα αυτής της κατάθεσης. Ο Κασομούλης δεν υπερασπίζεται την «τάξη» του· ο ίδιος όταν γράφει και πριν είναι στρατιωτικός και συνάσσει στρατιωτικά ενθυμήματα.

Δευτεραγωνιστής

Κατέχεται από το σύμπλεγμα του δευτεραγωνιστή; Θα δίσταζα, έστω και ως δοκιμή, να αποτολμήσω να εξαπολύσω ψυχαναλυτικές σαπουνόφουσκες. Λέγω απλώς ότι μας παρέχει μια σχετικώς πρώιμη μαρτυρία, ρητή όμως, ως προς τους κοινωνικούς, σε επέκταση ταξικούς συντελεστές της επανάστασης του ’21. Δεν είναι βέβαια ο μόνος. Κάθε κατάθεση έχει την ενδοχώρα της κι εκείνη του Κασομούλη μπορούμε να την ανασυνθέσουμε από το μακρύ του αφήγημα. Υπάρχουν και άλλες αποσπασματικές και μάλιστα έμμεσες. Θα ανασύρω μια απ’ αυτές.

Ενας ξηρομερίτης που λέγεται ότι πρόκοψε με το εμπόριο στη Ρωσία, στέλνει (σύμφωνα με ένα χρονικό) στην πατρίδα του, την Μπαμπίνη Ξηρομέρου, στις αρχές της επανάστασης του 1821 κάποια έντυπα (ίσως και χειρόγραφα ανάμεσά τους): τον Θούριο του Ρήγα, την προκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη και δύο «φυλλάδες» του Κοραή – την Αδελφική Διδασκαλία και την Ελληνική Νομαρχία, τα έργα δηλαδή που προοιωνίζονται την επανάσταση κι εκείνα που την εκφράζουν. Ο μπαμπινιώτης χρονογράφος δεν προσφέρεται ως εξωτερικό τεκμήριο για την προσγραφή της πατρότητας της Ελληνικής Νομαρχίας στον Κοραή· μαρτυρεί ωστόσο μια πρόσληψη για την πατρότητα αυτού του έργου, πριν αρχίσουν οι ατελέσφορες συζητήσεις γύρω απ’ αυτήν. Επικαλέστηκα αυτό το ακραίο παράδειγμα, για να υποσημάνω τα άρρητα των μαρτυριών, την ενδοχώρα, στην περίπτωσή μας, της κατάθεσης του Νικολάου Κασομούλη.

* Ο κ. Σπ. Ι. Ασδραχάς είναι ιστορικός.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή