Διπλό νόμισμα, διπλή και η σύγχυση

Διπλό νόμισμα, διπλή και η σύγχυση

7' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τον τελευταίο μήνα παρατηρείται αλλαγή πλεύσης στις δηλώσεις ξένων πολιτικών και σχολιαστών σχετικά με το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας. Οι απόψεις περί εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη σίγησαν, το ίδιο και οι απαξιωτικές κρίσεις για τις μεταρρυθμιστικές επιδόσεις της ελληνικής κυβέρνησης.

Η παρούσα συγκυρία δεν μπορεί από την άλλη να αποσιωπήσει απόψεις, συνεντεύξεις και δηλώσεις, από την άνοιξη ώς τα τέλη Αυγούστου, συνήθως πριν από συνόδους κορυφής της Ε.Ε., ή του Γιούρογκρουπ, περί πιθανής ανάγκης εισαγωγής δύο νομισμάτων στην Ελλάδα ως μέσου ξεπεράσματος της κρίσης. Οι απόψεις αυτές εκφράστηκαν τέλη Αυγούστου εναργέστερα από τον επιφανή Γερμανό καθηγητή Manfred Neumann στη Sueddeusche Ζeitung.

Η επιχειρηματολογία του Neumann, και άλλων, συνήθως ξεκινάει από την αδυναμία εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη λόγω απουσίας παρόμοιας διαδικασίας, καθώς και την ανάγκη εσωτερικής υποτίμησης τιμών/μισθών στη χώρα, ώστε να ανακτηθεί η χαμένη ανταγωνιστικότητα. Αυτό κατά τους ίδιους κύκλους μπορεί να γίνει με την παράλληλη κυκλοφορία δύο νομισμάτων, γεγονός που υποτίθεται ότι θα διευκολύνει την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας, αμβλύνοντας παράλληλα τις αρνητικές συνέπειες της περικοπής μισθών/συντάξεων. Ο Neumann μάλιστα τόνισε ότι προϋπόθεση της πολιτικής αυτής είναι η ύπαρξη ισχυρής κυβέρνησης που θα είχε την ισχύ να ελέγξει την κατάσταση που θα προκύψει στην αγορά από την παράλληλη κυκλοφορία δύο νομισμάτων.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι, αν υπάρχουν ιστορικά παραδείγματα χωρών στις οποίες να κυκλοφορούσαν ή να κυκλοφορούν δύο διαφορετικά νομίσματα, και αν ναι, τι εμπειρίες έζησαν/ζουν οι χώρες αυτές. Αποτελεί η εμπειρία τους παράδειγμα για μίμηση στην Ελλάδα; Φέρνει μια τέτοια επιλογή ευημερία ή αποτελεί κατάσταση προς αποφυγή;

Από την Κούβα, στη Ζιμπάμπουε

Αρχικά να πούμε ότι ιστορικά αποτελούσε και αποτελεί ένα εθνικό νόμισμα, όπως η σημαία μιας χώρας, ο εθνικός ύμνος και τα σύνορά της, απόδειξη ανεξαρτησίας και κυριαρχίας σε μια συγκεκριμένη εδαφική περιοχή. Η εγκατάλειψη της κυκλοφορίας ενός νομίσματος και η εισαγωγή και δεύτερου μάλλον συμβολίζουν αδυναμία ρύθμισης της εγχώριας νομισματικής τάξης και απόδειξη απώλειας ελέγχου της οικονομικής διαδικασίας από την οικονομική πολιτική.

Τα συστήματα νομισματικής κυκλοφορίας και ελέγχου του χρήματος έχουν να διδάξουν μια πλούσια εμπειρία αποτελεσμάτων κρατικής διαχείρισης. Από την κυκλοφορία νομισμάτων με περιεκτικότητα χρυσού και αργύρου στον πρώιμο καπιταλισμό, περάσαμε στο ανταλλάξιμο σε χρυσό τραπεζογραμμάτιο και την επιταγή. Οπου και όταν το τραπεζογραμμάτιο δεν ήταν «πληρωτέο επί τη εμφανίσει» αποτελούσε χαρτονόμισμα που κυκλοφορούσε και γινόταν αποδεκτό αναγκαστικά λόγω σχετικής κρατικής επιβολής και ρύθμισης.

Οι κεντρικές τράπεζες ανέλαβαν από τον μεσοπόλεμο το μονοπώλιο έκδοσης και εγγύησης της αξίας της εγχώριας νομισματικής μονάδας κάθε χώρας. Ετσι σηματοδοτήθηκε μια εποχή μετάβασης σε ένα καθεστώς όπου η κυκλοφορία του χρήματος στηρίζεται στην πίστη του κοινού στην αξία του και στην αποχή των πολιτών από κερδοσκοπικές ενέργειες εις βάρος του. Επί λειτουργίας του συστήματος του Μπρέτον Γουντς, ένας Ελληνας χρειαζόταν δολάρια για να μπορεί να τα ανταλλάξει επίσημα με χρυσό, ενώ μετά το 1971 έγινε η κατοχή διαφόρων νομισμάτων εφαλτήριο διακράτησης αγοραστικής δύναμης και κερδοσκοπικής εκμετάλλευσης των διακυμάνσεων της αξίας τους. Στο μεταξύ, το πλαστικό χρήμα άρχισε να κυριαρχεί στις συναλλαγές. Σήμερα, η διεθνής κίνηση χρήματος και κεφαλαίων επιτρέπει τη μεταφορά περιουσιακών στοιχείων ανά τον κόσμο. Το ίδιο ισχύει για την Ευρωζώνη, όπου η ελεύθερη μετατροπή του ευρώ σε οποιοδήποτε άλλο νόμισμα ή και σε χρυσό στην τρέχουσα ισοτιμία κατοχυρώνει την πίστη του κοινού στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα.

Χώρες με δύο νομίσματα

Αν εξαιρέσουμε λιλιπούτειες χώρες με ειδικά φορολογικά καθεστώτα (Γκέρνσι, Νησί του Μαν), σήμερα κυκλοφορούν δύο νομίσματα σε χώρες όπως τα νησιά Κιριμπάτι στον Ειρηνικό, στο Λεσόθο και στη Ναμίμπια στη Ν. Αφρική και σε ανεξάρτητες μεν χώρες, που πάντα όμως ζούσαν στη σκιά ενός οικονομικά ισχυρού γείτονα με τον οποίο είχαν και έχουν αυξημένες συναλλαγές (π.χ. τα νησιά Φερόε δέχονται πλην της δικής τους κορώνας και τη δανική, το Ελ Σαλβαδόρ το αμερικανικό δολάριο). Στις περιπτώσεις αυτές διαπιστώνουμε μία εκ των προτέρων παραδοχή των τοπικών αρχών, ότι είναι προτιμότερο να είναι αποδεκτό και κάποιο ξένο νόμισμα σε ευρεία κυκλοφορία, σε μια εξ αρχής ισχύουσα ισοτιμία προς το εγχώριο, παρά να επιδιωχθεί πάταξη της κυκλοφορίας του.

Ειδική περίπτωση αποτελούν δύο χώρες με διαφορετικά πολιτικά και οικονομικά καθεστώτα.

l Στην κομμουνιστική Κούβα κυκλοφορούν δύο είδη πέσο. Το ανταλλάξιμο σε συνάλλαγμα και το μη ανταλλάξιμο, που κυκλοφορεί αναγκαστικά. Η αναλογία τους είναι 1 προς 25. Το μη ανταλλάξιμο καλύπτει τρέχουσες καταναλωτικές ανάγκες των νοικοκυριών, ενώ το ανταλλάξιμο, συναλλαγές «ανωτέρου επιπέδου» (πρόσβαση σε πολυτελή αγαθά και υπηρεσίες). Οπως είναι γνωστό, η ύπαρξη δύο νομισμάτων δεν προωθεί ιδιαίτερα την οικονομική ανάπτυξη της Κούβας. Εχει μετατρέψει μεν τους συναλλασσομένους σε ευαίσθητους δέκτες σημαδιών από την αγορά και σε αντίστοιχους αγοραστές ή αποθεματοποιητές αγαθών, έχει βοηθήσει δε το κυβερνητικό κόμμα να έχει πρόσβαση σε συνάλλαγμα, ξεπερνώντας σε μικρή κλίμακα το οικονομικό εμπάργκο που υφίσταται η Κούβα από τις ΗΠΑ.

l Στη Ζιμπάμπουε κυκλοφορούν εκτός του τοπικού δολαρίου, άλλα πέντε νομίσματα! Τα «γειτονικά» ραντ (Ν. Αφρική) και πουλά (Μποτσουάνα) και τα «διεθνή» δολάριο, λίρα Αγγλίας και ευρώ. Η κατάσταση αυτή υποδηλώνει το οικονομικό ξεχαρβάλωμα της χώρας από τον αιμοσταγή δικτάτορα Μουγκάμπε, που πρόσφατα «ανέχεται» να συγκυβερνά με την αντιπολίτευση που έχει επιζήσει από τις διώξεις του. Και εδώ δεν μπορεί να γίνει λόγος ότι η διπλή ή πολλαπλή κυκλοφορία ανταγωνιζομένων μεταξύ τους νομισμάτων προωθεί με οποιονδήποτε τρόπο την ευημερία της χώρας.

Τα τοπικά

Σε αρκετές περιπτώσεις έχει παρατηρηθεί στην οικονομική Ιστορία η ύπαρξη τοπικών νομισμάτων. Σε περιόδους δυσπραγίας και ανίσχυρης κεντρικής εξουσίας έχουν προχωρήσει τοπικές αρχές ή πρωτοβουλίες κοινοτικού χαρακτήρα στην έκδοση χρήματος με τη μορφή κουπονιών ή γραμματίων που αντιστοιχούν σε ισοδύναμα προϊόντων ή εργασίας. Το πιο γνωστό πείραμα από πλευράς χρονικής διάρκειας έγινε στο Βεργκλ της Αυστρίας, όπου το σελίνι είχε πλήρως εκτοπιστεί (16 μήνες το 1932-33), ενώ και σε Ελβετία, Γερμανία και Ταϊλάνδη έχουν γίνει στο παρελθόν ευρύτερα γνωστά τέτοια φαινόμενα. Και στην Ελλάδα έχουν διακηρυχθεί πρόσφατα παρόμοιες πρωτοβουλίες, με άγνωστο βαθμό επιτυχούς διείσδυσης στις συναλλαγές.

Η περίπτωση, όμως, των τοπικών νομισμάτων δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του κράτους, όντας μία από τα κάτω προσπάθεια επίλυσης τοπικών αδυναμιών συναλλαγής και ανταλλαγής. Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει λόγος ότι τα τοπικά νομίσματα θα προωθήσουν σε μεγάλη κλίμακα την ευημερία μιας χώρας.

Τσερβόνετ, σοβζνάκ, χρυσές λίρες και Ελλάδα

Ενα ιστορικό παράδειγμα ιδιαίτερης αξίας αποτελεί η εμπειρία της νέας τότε Σοβιετικής Ενωσης με δύο νομίσματα. Τα εγκαίνια της Νέας Οικονομικής Πολιτικής από τον Λένιν, μετά τον πολεμικό κομμουνισμό το 1922, συνοδεύτηκαν από την επανασύνδεση του ρωσικού νομίσματος με τον χρυσό. Τον ρόλο αυτό έπαιζαν τα τσερβόνετ που ήταν μετατρέψιμα σε πολύτιμο μέταλλο, ενώ για χρήση σε εγχώριες συναλλαγές κυκλοφορούσαν τα μη μετατρέψιμα σοβζνάκ. Η ανάκαμψη της σοβιετικής οικονομίας κατά την περίοδο αυτή αποδίδεται συνήθως στην ανοχή και αναγνώριση που είχε η ατομική ιδιοκτησία και η ιδιωτική πρωτοβουλία από τις σοβιετικές αρχές. Η ανάκαμψη αυτή ήταν πρόσκαιρη γιατί μετά τις συζητήσεις για την εκβιομηχάνιση της χώρας τα τσερβόνετ ανακλήθηκαν από την κυκλοφορία και το συνάλλαγμα ξαναέγινε κρατικό μονοπώλιο.

Η εμπειρία της ΕΣΣΔ, ωστόσο, έκανε τον νεαρό καθηγητή, και από τον Οκτώβριο του 1944 συνδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Ξ. Ζολώτα, οπαδό της κυκλοφορίας δύο νομισμάτων στην απελευθερωμένη, τότε, Ελλάδα. Μια δραχμή θα ήταν μετατρέψιμη και η ισοτιμία της θα προέκυπτε από την αγοραία εκτίμηση της ανταλλακτικής της αξίας με τα ξένα νομίσματα, δίνοντας έτσι και μία «ορθή» συναλλαγματική ισοτιμία, ενώ θα κυκλοφορούσε και μία άλλη δραχμή, μη μετατρέψιμη και υποτιμώμενη, στην οποία θα γίνονταν οι καθημερινές συναλλαγές μέχρι την ανοικοδόμηση της χώρας. Προϋπόθεση λειτουργίας του εγχειρήματος ήταν να κυκλοφορούν μετατρέψιμα κέρματα και τραπεζογραμμάτια μεγάλης ονομαστικής αξίας, ώστε εκ των πραγμάτων οι συναλλασσόμενοι να χρησιμοποιούν καθημερινά αναγκαστικά το μη μετατρέψιμο νόμισμα. Το μετατρέψιμο θα ήταν η βάση «μεγάλων» συναλλαγών, της αγοράς οικιών για παράδειγμα. Η αγγλική αποστολή στην Ελλάδα απέρριψε τις προτάσεις αυτές, συνέχισε όμως, και με παρότρυνση των ελληνικών κυβερνήσεων, την τροφοδοσία της αγοράς με χρυσές λίρες που είχε άλλωστε αρχίσει από την αποστολή Neubacher στην κατεχόμενη Ελλάδα. Με τον τρόπο αυτό αποτέλεσε η χρυσή λίρα επί μακρό χρονικό διάστημα ένα δεύτερο νόμισμα στη χώρα, ακόμα και όταν σταθεροποιήθηκε η δραχμή το 1953. Η χρυσοφιλία γνώρισε μάλιστα μια δεύτερη άνοιξη επί αποστασίας, αλλά εξέλιπε μέσα από τους ραγδαίους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ώς τα τέλη της δεκαετίας του ’70.

Χαριστική βολή

Η κυκλοφορία δύο νομισμάτων είναι γνωστό φαινόμενο στην οικονομική ιστορία και παρατηρείται σε περιόδους μεγάλης οικονομικής αναστάτωσης και δυσπραγίας. Η Ελλάδα δεν έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο, ούτε της πρέπουν παρόμοιες ελαφρόμυαλες προτάσεις. Θα ήταν καλύτερη μια έξοδος από το ευρώ από την παράλληλη κυκλοφορία δύο νομισμάτων.

Μια παράλληλη κυκλοφορία νέας δραχμής και ευρώ θα αποτελούσε χαριστική βολή στον ταλαιπωρημένο συνταξιούχο και εργαζόμενο του οποίου το εισόδημα μειώνεται. Η λειτουργία του νόμου του Γκρέσαμ («το κακό χρήμα διώχνει το καλό») θα πρόσθετε σύγχυση και ταλαιπωρία εκεί που ήδη αυξάνεται η απόγνωση. Το τι θα συνέβαινε αν είχαμε πληρωμές μισθών σε δραχμές από το Δημόσιο, ενώ το ίδιο θα εισέπραττε ευρώ από κοινοτικούς πόρους, αγγίζει τα όρια της επιστημονικής φαντασίας. Θα έβαζε τους απλούς ανθρώπους σε αδιάκοπο κυνήγι της εξασφάλισης των χρειωδών, με τους έχοντες και κατέχοντες να κερδίζουν για άλλη μια φορά το παιγνίδι.

Οσοι επιπόλαια προτείνουν λύσεις δύο νομισμάτων για την Ελλάδα, καλά θα κάνουν να κοιταχτούν στον καθρέφτη πριν εκστομίσουν τέτοιες «σοφίες», και οι Ελληνες που ακούν τέτοιες προτάσεις, αντί να τις θεωρούν αποστάγματα επιστημοσύνης, πρέπει να τις αντιπαρέρχονται. Και όσοι δεν θέλουν «μισθούς Βουλγαρίας» για τους εργαζόμενους, καλά θα κάνουν να μην εύχονται την επιβολή κουβανικών καταστάσεων στην ελληνική οικονομία.

* Ο κ. Μιχάλης Ψαλιδόπουλος είναι καθηγητής της Ιστορίας Οικονομικών Θεωριών στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών και κάτοχος της έδρας Κωνσταντίνος Καραμανλής στη Σχολή Φλέτσερ του Πανεπιστημίου Ταφτς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT