Γλυκόπικρη πρόζα στην Κόμη της Αφροδίτης

Γλυκόπικρη πρόζα στην Κόμη της Αφροδίτης

3' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΜΙΚΑΕΛ ΣΙΣΚΙΝ

Η Κόμη της Αφροδίτης

μετ.: Σταυρούλα Αργυροπούλου

εκδ. Μεταίχμιο

Τον αποκάλεσαν επίγονο του Ναμπόκοφ, και όχι μόνο γιατί είναι εκπατρισμένος όπως ο συγγραφέας της «Λολίτας», αλλά γιατί, όπως και εκείνος, παιδεύεται από τη γλώσσα και παιδεύει τη γλώσσα, σε βαθμό εξαντλήσεως: με μια γλώσσα χρωματική, πληθωρική σε μετατροπίες, ο Ρώσος συγγραφέας Μίκαελ Σίσκιν επιχειρεί να αδράξει το ανείπωτο, να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στη λέξη και το γεγονός, «να μεταφράσει», όπως ο ίδιος λέει, «το μη λεκτικό στη γλώσσα της γλώσσας», «να αναστήσει τις λέξεις που έχουν απονεκρωθεί από τη χρήση». Σήμερα, στα πενήντα δύο του χρόνια, θεωρείται ήδη κλασικός: πολυβραβευμένος (ρωσικό Booker το 2000, Βραβείο του Μεγάλου Βιβλίου 2006 και 2011 κατ’ επανάληψη Εθνικό Μπεστ Σέλερ), εγκατεστημένος στην Ελβετία από το 1995, απερίφραστα επικριτικός για το καθεστώς του Πούτιν και τον ξενοφοβικό εθνικισμό του, γράφει τα βιβλία του εκτός Ρωσίας, τα παραχωρεί ελεύθερα στο Διαδίκτυο (στα ρωσικά), και βαδίζοντας στα χνάρια της μεγάλης παράδοσης της πατρίδας του θυμίζει ότι το ιδεώδες της λογοτεχνίας δεν είναι «να ψυχαγωγεί ή να πουλάει» αλλά να θέτει ερωτήματα.

Η «Κόμη της Αφροδίτης», που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά σε εξαιρετική μετάφραση της Σταυρούλας Αργυροπούλου, είναι μυθιστόρημα πολυπρισματικό: αυτοβιογραφικά ίχνη, βιωμένη ύλη, στοχασμός, συναισθήματα συντίθενται σε μια ρευστή αφήγηση με συνεχείς χρονοτοπικές μεταστροφές και υφολογικές μεταπτώσεις, που δεν ανελίσσεται γραμμικά και δεν ενδιαφέρεται για την ευταξία και τη συνοχή της πλοκής.

Τέσσερα αφηγηματικά νήματα συνυφαίνονται εδώ και το καθένα προχωρεί αντιστικτικά προς τα υπόλοιπα: οδυνηρές ιστορίες τις οποίες ξετυλίγουν, παρουσία του διερμηνέα τους, ρωσόφωνοι αιτούντες πολιτικό άσυλο στην Ελβετία απαντώντας στις ερωτήσεις ενός κυβερνητικού αξιωματούχου με το συμβολικό όνομα Πέτερ Φίσερ (ως Αγιος Πέτρος κρατά τα κλειδιά του ειρηνικού Παραδείσου στον οποίο προσβλέπουν οι πρόσφυγες και ως Ψαράς [Fischer] αλιεύει ψυχές)· περιηγήσεις του διερμηνέα σε μιαν ιδανική Ιταλία, μήτρα της τέχνης και της ιστορίας· επιστολές τις οποίες απευθύνει ο διερμηνέας στον απόντα γιο του, ως άλλες εξομολογήσεις ως εαυτόν, διάστικτες από μυθολογικές και ιστορικές αναφορές· τέλος σπαράγματα του ημερολογίου μιας διάσημης λυρικής καλλιτέχνιδας της οποίας ο διερμηνέας δεν προλαβαίνει να γράψει τη βιογραφία, όπως προτίθεται, γιατί εκείνη πεθαίνει, υπέργηρη πια, καταλείποντας μονάχα τα γραπτά της.

Ο διάλογος ανάμεσα στους αιτούντες άσυλο και τους ερωτώντες αποτελεί τον οδηγητικό μίτο του βιβλίου. Στην αρχή, ρωτάει ο Φίσερ και απαντούν οι πρόσφυγες· σταδιακά, το πρόσωπο του αξιωματούχου και του διερμηνέα συγχέονται και οι ερωταποκρίσεις καταντούν προσχηματικές. Στόχος είναι η μνημείωση της στιγμής: ο διηγούμενος, αυτός που απαντά στις ερωτήσεις (οι οποίες μπορούν κάλλιστα να λειτουργήσουν και ως αποφθεγματικές παρατηρήσεις για την ανθρώπινη περιπέτεια) καλείται να δραπετεύσει από τις γενικολογίες και τα στερεότυπα, να μεταμοσχεύσει έναν μύθο ή ένα επικό ανδραγάθημα στις μικροϊστορίες του, να ομολογήσει το βάρος ενός συναισθήματος. Ας φαίνονται μικρά και ασήμαντα όσα έζησε – δεν είναι. Η αξία κάθε ζωής μετριέται στη λεπτή επιφάνεια της βιωμένης λεπτομέρειας, και η βιωμένη στιγμή διαρκεί για πάντα, αν μετατραπεί σε λόγο. Τι θα ήταν οι «Μύριοι», αναρωτιέται ο συγγραφέας, αν ο Ξενοφών δεν αφηγούνταν την κάθοδό τους; Απλοί μισθοφόροι όπως τόσοι άλλοι στο διάβα της ιστορίας, ταγμένοι στη λήθη.

Κιβωτός αναμνήσεων

Σ’ αυτήν την κιβωτό των αναμνήσεων, που είναι το μυθιστόρημα του Σίσκιν, η σημασία του χρόνου ακυρώνεται, η ιστορία κάνει κύκλους, όλα συνδέονται με όλα, όλα συμβαίνουν ταυτόχρονα: η ειδυλλιακή θέρμη της παιδικής ηλικίας, η συναρπαγή των στιγμών του έρωτα, η απερίγραπτη οδύνη της φυλακής, των βασανιστηρίων, των καταστροφών και των πολέμων, μπερδεύονται με τα ονόματα μυθικών μορφών (Δάφνις και Χλόη, Λευκίππη και Κλειτοφών, Τριστάνος και Ιζόλδη), με βίους αγίων, με αναφορές στους προφήτες, με την κλασική ιστορία (η Κύρου Ανάβασις του Ξενοφώντα παρεισδύει κάθε τόσο στην αφήγηση· αρχαίοι Ελληνες και Τσετσένοι πρόσφυγες συναντιούνται στην πορεία ενός κοινού πεπρωμένου), προσδίδοντας στο μυθιστόρημα επικές διαστάσεις και οικουμενικές αντηχήσεις. Μια είναι η ανθρώπινη μοίρα: γεννιόμαστε, πεθαίνουμε, και στο μεταξύ αγαπάμε και υποφέρουμε. Η ομορφιά είναι σπαρακτική επειδή είναι θνησιγενής, μια ευτυχισμένη στιγμή διαρκεί αιώνια γιατί εννοηματώνεται από τη θεμελιώδη προσωρινότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Ολόκληρο το μυθιστόρημα πάλλεται από την αγωνία και την ευφροσύνη της υπέρτατης επίγνωσης: «Χορδή είναι η ζωή κι ο θάνατος αέρας. Δίχως τον αέρα δεν μπορεί να ηχήσει η χορδή».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή