H αλήθεια για τους φακέλους της ΕΛΑΣ

H αλήθεια για τους φακέλους της ΕΛΑΣ

5' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αποτελεί βασική θέση της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και δική μου προσωπική πεποίθηση ότι ο δημόσιος διάλογος αποκτάει ιδιαίτερη αξία και σημασία όταν αναφέρεται κυρίως στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα και ο λαός και προτείνονται λύσεις και όχι οι αναφορές στο παρελθόν που μόνο σε αποπροσανατολισμό και διχασμό του λαού αποσκοπούν.

Η σημερινή μου παρέμβαση έχει σκοπό να αποκαταστήσει μια ιστορική αλήθεια που αβασάνιστα επιχείρησε να διαστρέψει ο κ. πρωθυπουργός κατά την τελευταία ομιλία του στη Βουλή με την αναφορά του για την παρακολούθηση της πολιτικής του δραστηριότητας.

Γιατί ο κ. Σημίτης για δεύτερη φορά και μάλιστα κατά τρόπο εμφαντικό, ανέφερε στη Βουλή ότι παρακολουθούσε η αστυνομία τις πολιτικές του δραστηριότητες κατά την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία.

Ο κ. πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν θα έπρεπε χωρίς διάθεση αυτοκριτικής να κάνει αυτές τις αναφορές, γιατί ασφαλώς γνώριζε ποια υπήρξε η συμπεριφορά και η τακτική που ακολουθούσε το κόμμα του κατά την πρώτη 8ετία διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ.

Και ακριβώς αυτήν τη συμπεριφορά και την πολιτική που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω όταν ως υπουργός Δημόσιας Τάξης συμμετείχα στην κυβέρνηση Τζανετάκη το 1989.

Οι πρώτες διαπιστώσεις που έκανα και τα στοιχεία που ήρθαν στη δημοσιότητα ήταν συγκλονιστικά και προκάλεσαν φοβερές εντυπώσεις στον ελληνικό λαό και ασφαλώς πρέπει να τα ενθυμείται καλώς ο κ. Σημίτης γιατί αναφέρθηκα προσωπικά και σε εκείνον από τα ευρήματα που ήρθαν τότε στη δημοσιότητα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι μόλις κάθησα στο γραφείο του υπουργού Δημόσιας Τάξης και άνοιξα το αριστερό συρτάρι, διαπίστωσα την ύπαρξη μικροφωνικής εγκατάστασης μέσω της οποίας καταγράφονταν οι συνομιλίες του υπουργού με τον οποιονδήποτε επισκέπτη συνομιλητή του. Μου φάνηκε τόσο απίστευτο που φώναξα τους αρμόδιους τεχνικούς για να επιβεβαιωθεί η ύπαρξη και ο τρόπος λειτουργίας του μέσω ενός διακόπτη ακριβώς κάτω από το γραφείο του υπουργού για να μπορούν οι προκάτοχοι διατελέσαντες υπουργοί του ΠΑΣΟΚ να μαγνητοφωνούν τις απόψεις των συνομιλητών τους.

Δεν νομίζω ότι παρόμοιος μηχανισμός θα μπορούσε να έχει υπάρξει σε οποιαδήποτε Δημοκρατία του κόσμου. Ομως επρόκειτο για πραγματικό γεγονός που δεν διαψεύσθηκε από πουθενά και αυτό το γεγονός επιβεβαιώνει την ποιότητα της Δημοκρατίας που υπήρχε για την οποία επαίρεται ο κ. Σημίτης.

Κατά την πρώτη επίσκεψή μου στο υπουργείο πρέπει να υπενθυμίσω ότι ουδείς από την απερχόμενη πολιτική ηγεσία παρευρισκόταν για να παραδώσει, όπως απαιτούν οι δημοκρατικές διαδικασίες και η πολιτική παράδοση.

Το δεύτερο αξιοσημείωτο στοιχείο που βρήκα ήταν ό,τι σε συρτάρι φοριαμού στο γραφείο του υπουργού ευρίσκοντο 11 φάκελοι των εν ενεργεία ηγετικών στελεχών της Αριστεράς και ανάμεσά τους υπήρχε και ο φάκελος του διαφωνούντος τότε Κωνσταντίνου Σημίτη, δεν γνωρίζω για ποιον λόγο.

Τρίτο σημαντικό στοιχείο, το οποίο διαπίστωσα, ήταν οι αναφορές που έστελναν στον υπουργό οι διευθυντές της Αστυνομίας από όλη τη χώρα για τις πολιτικές δραστηριότητες των πολιτικών κομμάτων και των στελεχών τους και το γεγονός φαίνεται ότι αποτελούσε πάγια τακτική της Αστυνομίας κατά την περίοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, όπως επιβεβαίωναν όλα τα στοιχεία.

Θα αναφέρω ενδεικτικά ένα ιδιαίτερο γεγονός όπου ο τότε διευθυντής Ασφαλείας Θηβών είχε κάνει προς το υπουργείο αναφορά για την επίσκεψη του κ. K. Μητσοτάκη ως κοινοβουλευτικού εκπροσώπου τότε της Νέας Δημοκρατίας, τον οποίο συνόδευα στη Θήβα, με λεπτομέρειες για τους συνοδούς και παρευρισκόμενους στην ομιλία του. Αναφέρονταν μάλιστα ο αριθμός των παρόντων στην ανοικτή ομιλία (υπολογίζονταν σε 4.000) και ότι μετά το πέρας της ομιλίας «οι συγκεντρωμένοι διελύθησαν ησύχως, ο δε κ. Μητσοτάκης με περίπου 200 στελέχη γευμάτισαν έξω από τη Θήβα σε συγκεκριμένη ταβέρνα και ανεχώρησαν απογευματινή ώρα δι’ Αθήνας».

Οι κυβερνήσεις λοιπόν του κόμματος που ηγείται ο κ. Σημίτης παρακολουθούσαν στενά τις πολιτικές δραστηριότητες των πολιτικών τους αντιπάλων και όπως φαίνεται από τους φακέλους και τον ίδιο τον κ. Σημίτη, όπως προανέφερα.

Βεβαίως, η απαράδεκτη αυτή και αντιδημοκρατική συμπεριφορά έδωσα αμέσως αυστηρή εντολή να σταματήσει και θέλω να πιστεύω ότι εφαρμόστηκε.

Για την παρακολούθηση της πολιτικής δραστηριότητας κομμάτων και πολιτικών προσώπων στις πρώτες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, είχαμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε στη Βουλή με αφορμή επερώτηση που κατέθεσαν διατελέσαντες υπουργοί του ΠΑΣΟΚ εναντίον της τότε κυβέρνησης και στην οποία απάντησαν στη Βουλή εγώ ως υπουργός Δημόσιας Τάξης και οι υπουργοί Εσωτερικών Νίκος Κωνσταντόπουλος και Δικαιοσύνης Φώτης Κουβέλης (πρακτικά της Βουλής 12/9/1989 σελίδες 1.007-1.040 μαζί με όλα τα αποδεικτικά στοιχεία των παρακολουθήσεων επί κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ).

Καλό θα ήταν, επομένως, ο κ. πρωθυπουργός πριν προχωρήσει σε τέτοιου είδους αναφορές, όπως έκανε στην τελευταία συνεδρίαση της Βουλής, να ενθυμείται αυτήν την πραγματικότητα και την πολιτική που εφαρμοζόταν από το κόμμα του. Εμείς απαντήσαμε ήπια, ακριβώς γιατί τέτοιες αναφορές στο παρελθόν οδηγούν μοιραία σε οξύτητες που δεν ωφελούν την ομαλή πορεία του πολιτικού βίου της χώρας.

Ολα αυτά τα συγκλονιστικά στοιχεία που προέκυψαν τότε, η παράταξή μας δεν τα χρησιμοποίησε ποτέ και δεν επεδίωξε να τα εκθέσει για να μην αναμοχλεύει και εξάπτει τα πολιτικά πάθη, υπονομεύοντας την ομαλή πολιτική πορεία της χώρας. Αν σήμερα επανέρχονται στην επικαιρότητα τα στοιχεία αυτά, είναι γιατί προκληθήκαμε και συνεπώς έχουμε χρέος να απαντούμε για να μορφώνει γνώμη ο κυρίαχος λαός που είναι ο υπέρτατος κριτής όλων μας.

Με την ευκαιρία αυτή θέλω να αναφερθώ σε ένα γεγονός μεγάλης για μένα πολιτικής σημασίας που πιστεύω ότι συνέβαλε στη λήθη του παρελθόντος και στην αρχή μιας νέας πορείας για την πολιτική μας ζωή και τη Δημοκρατία μας.

Ολος ο πολιτικός κόσμος και όλος ο ελληνικός λαός γνώριζαν τις επί μια 7ετία επαναλαμβανόμενες διαβεβαιώσεις του A. Παπανδρέου, ότι θα κάψει τους φακέλους, χωρίς όμως αυτό να πραγματοποιηθεί ποτέ. Ως υπουργός Δημόσιας Τάξης αποφάσισα το κάψιμο των φακέλων και υπήρξε μια μακρά, επίπονη διαδικασία για να πραγματοποιηθεί αυτό διότι -ας το πληροφορηθεί σήμερα ο ελληνικός λαός- οι φάκελοι που έπρεπε να καταστραφούν ανήρχοντο σε 33 εκατομμύρια και ως δημόσια έγγραφα επιβαλλόταν μια νόμιμη διαδικασία για την καταστροφή τους. Πιστεύω ότι ταυτόχρονα καταστράφηκε ένα παρελθόν που μάτωσε, δίχασε και πόνεσε τον ελληνικό λαό για πολλές δεκαετίες. Το κάψιμο των φακέλων αποτέλεσε την ταφόπετρα στο οδυνηρό παρελθόν που τόσο κόστισε στην πατρίδα, για να ανοίξει ο δρόμος σε μια καλύτερη και στέρεη Δημοκρατία.

Γι’ αυτό και σήμερα, ύστερα από όλα αυτά, σε όλο τον ελληνικό λαό ηχούν παράκαιρα και παράφωνα οι διχαστικές κορόνες του πρωθυπουργού, που έχουν σκοπό και στόχο όχι να υπηρετηθεί η δημοκρατική ομαλότητα αλλά την αναμόχλευση παλιών πρακτικών που σε τίποτα δεν ωφελούν σήμερα, με σκοπό τον αποπροσανατολισμό του ελληνικού λαού. Φτάνει πια…

(1) O κ. Γ. Κεφαλογιάννης είναι τ. υπουργός, βουλευτής Ρεθύμνης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή