Το δόγμα Θεοδωρόπουλου για ελληνοτουρκικές σχέσεις

Το δόγμα Θεοδωρόπουλου για ελληνοτουρκικές σχέσεις

4' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O τρόπος σκέψης μου -πρέπει να ομολογήσω- έχει βαθύτατα επηρεαστεί από τον πλέον έμπειρο διπλωμάτη και στοχαστή Βύρωνα Θεοδωρόπουλο. Στις ανακοινώσεις, τα άρθρα και τα βιβλία του βρίσκει κανείς την αρμονική σύνθεση της γνώσης, του ορθού λόγου και της σύνεσης. Ανακαλύπτει επίσης τη μαθηματική του παιδεία που τον οδηγεί σε κανονιστικές αποτιμήσεις γεγονότων που πολλές φορές είναι προϊόντα υποκειμενικών, ακόμη και παράλογων, επιλογών των εκάστοτε πολιτικών ηγεσιών.* Από το βιβλίο του «Οι Τούρκοι και Εμείς»** αναδύεται μια κεντρική παραδοχή που θα αποκαλέσουμε το δόγμα Θεοδωρόπουλου: «Κάθε φορά που αντιμετωπίσαμε στην Τουρκία μόνοι (1897, 1922, 1974) χάσαμε. Κάθε φορά που την αντιμετωπίσαμε σε συσχετισμό με άλλες δυνάμεις (πρώτος βαλκανικός, πρώτος παγκόσμιος και, εμμέσως, δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος) κερδίσαμε ή τουλάχιστον δεν χάσαμε».

Συχνά μου δίνεται η ευκαιρία να μιλήσω μπροστά σε ακροατήρια Ελλήνων αξιωματικών (διαφόρων βαθμίδων) για θέματα σύγχρονης εξωτερικής πολιτικής και διεθνών σχέσεων. Αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ιδίως στο Κυπριακό των τελευταίων πενήντα ετών, τους προβάλλω συνειδητά το δόγμα Θεοδωρόπουλου διακινδυνεύοντας να προκαλέσω, ως πρώτη αντίδραση, συναισθηματικές και αντανακλαστικές αντιδράσεις του τύπου «… τι μας λέτε τώρα; Δεν είμαστε ικανοί να αντιμετωπίσουμε την Τουρκία μόνοι; Το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη δεν είναι αδιάψευστος μάρτυρας των νικηφόρων μαχών για την απελευθέρωση και την ολοκλήρωση της πατρίδας μας;».

Η απάντησή μου συνήθως -προϊόν της επαγγελματικής μου διαστροφής στον κλάδο των διεθνών σχέσεων- συνδέεται με τις έννοιες του εθνικού συμφέροντος, της ισχύος και της σωστής ανάγνωσης του συσχετισμού δυνάμεων. Το Κυπριακό, διατείνομαι, μας δίνει ένα κλασικό παράδειγμα ελαττωματικής ανάγνωσης του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων από την κυβέρνηση του Αλέξανδρου Παπάγου και από την ηγεσία (Μακάριος, Γρίβας) των Ελληνοκυπρίων στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Επιλέξαμε να συγκρουστούμε -διπλωματικά και στρατιωτικά- με την αποικιοκρατική δύναμη της Μεγάλης Βρετανίας από θέση αντικειμενικής αδυναμίας. Μόλις είχαμε ξεπεράσει μια τραγική δεκαετία (πόλεμος, κατοχή, εμφύλιος) και η Ελλάδα έβγαινε από καθεστώς εποπτείας των Αγγλοαμερικανών. Οπως σωστά διεκήρυσσε ο Γεώργιος Παπανδρέου μόλις ξεφεύγαμε από την εποχή που «η Ελλάδα ανέπνεε με δύο πνεύμονες… ένα βρετανικό και έναν αμερικανικό». Και συγκρουστήκαμε με το «βρετανικό πνεύμονα» που γρήγορα συμμάχησε με τον τουρκικό παράγοντα (του οποίου τις στρατηγικές βλέψεις στην Κύπρο είχαμε υποεκτιμήσει), δημιουργώντας ένα πανίσχυρο και εχθρικό δίπολο. Ταυτοχρόνως, ζητήσαμε από τους Αμερικανούς να μας υποστηρίξουν (επειδή ο αγώνας μας ήταν όντως δίκαιος), παραβλέποντας τα δικά τους στρατηγικά συμφέροντα και τις υποχρεώσεις τους σε σχέση με τη Βρετανία και την Τουρκία. Επομένως, κλείνω συνήθως το συλλογισμό μου με τους αξιωματικούς μας, το πρόβλημα δεν είναι υπόθεση θάρρους, αγωνιστικότητας και παλικαριάς, αλλά σωστής ανάγνωσης του συσχετισμού δυνάμεων και επιλογής πολιτικών που κινούνται πιο κοντά στο χώρο του εφικτού παρά στις επιταγές του επιθυμητού.

Ο τρόπος που οι κυβερνήσεις στην Αθήνα και στη Λευκωσία χειρίστηκαν το Κυπριακό (με την εξαίρεση της περιόδου των κυβερνήσεων του Κωνσταντίνου Καραμανλή 1955-63) παραβίασε απόλυτα την ουσία του δόγματος Θεοδωρόπουλου. Οδηγήθηκε έτσι η Κυπριακή Δημοκρατία (και οι κυβερνήσεις των Αθηνών) σε ευθεία αντιπαράθεση με τις χώρες του NATO και, αργότερα, της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αξίζει να παραθέσουμε εδώ μερικά κλασικά παραδείγματα:

α) O Αρχιεπίσκοπος -και πρώτος πρόεδρος της Κύπρου- Μακάριος επέλεξε την ταύτιση της Μεγαλονήσου με το κίνημα των Αδεσμεύτων, παρά το γεγονός ότι το νεογέννητο τότε κράτος που βρισκόταν υπό καθεστώς εγγυήσεων (ντε φάκτο εποπτείας) από την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Βρετανία, οι οποίες ήταν σημαντικά μέλη της Ατλαντικής Συμμαχίας.

β) Την άνοιξη του 1964, μετά τη βίαιη αντίδραση της Τουρκίας στη μονομερή πρωτοβουλία του Μακαρίου να τροποποιήσει ριζικά το συνταγματικό πλαίσιο της Ζυρίχης, ο Αρχιεπίσκοπος απέκρουσε τις προτάσεις των Αμερικανών (Τζορτζ Μπολ) να τοποθετηθεί μια νατοϊκή ειρηνευτική δύναμη στην Κύπρο, προτιμώντας τη «διεθνοποίηση» του OHE και την UNFICYP. Το αποτέλεσμα ήταν η αποξένωση του αμερικανικού παράγοντα που προχώρησε σε διχοτομικά σχέδια (τύπου Ατσεσον) που αποσταθεροποίησαν το μέλλον της Κύπρου.

γ) H επιλογή του χώρου των Αδεσμεύτων και οι αντανακλαστικές αντιδράσεις του πανίσχυρου πολιτικά ΑΚΕΛ, συνέτειναν στην αναβλητικότητα απέναντι στις διάφορες ειρηνευτικές πρωτοβουλίες δυτικής προελεύσεως που αργότερα χαρακτηρίστηκαν «χαμένες ευκαιρίες». Ακόμη και η γενικά αποδεκτή (σήμερα) επιλογή της ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση καθυστέρησε σημαντικά λόγω του έντονου σκεπτικισμού για κάθε τι το «δυτικό».

δ) Φτάνοντας στις μέρες μας, μπορούμε να πούμε ότι το δόγμα Θεοδωρόπουλου παραβιάζεται -στη Λευκωσία τουλάχιστον- για άλλη μια φορά. Οι χειρισμοί που οδήγησαν στο ελληνοκυπριακό ηχηρό «όχι», στο πέμπτο προϊόν της επιδιαιτησίας Ανάν μπορούν να χαρακτηριστούν, επιεικώς, ατυχείς. Με δεδομένες τις σφυγμομετρήσεις της ελληνοκυπριακής κοινής γνώμης (ιδίως των νέων) κατά των διαφόρων σχεδίων Ανάν, δεν υπήρχε λόγος για την Αθήνα και τη Λευκωσία να δεσμευτούν στη Νέα Υόρκη (13 Φεβρουαρίου 2004) σε μια καταδικασμένη διαδικασία που θα απενοχοποιούσε την Αγκυρα και τους νεοτουρκοκυπρίους (Ταλάτ και Ακιντζί) και θα μετέθετε την ευθύνη του απορριπτισμού στους ώμους της Λευκωσίας και της Αθήνας.

Οι επόμενοι λίγοι μήνες είναι κρίσιμοι για την Κύπρο και τον Ελληνισμό γενικότερα. Θα είναι κρίμα αν για ακόμη μια φορά σταθούμε ανυποχώρητοι, περήφανοι, όρθιοι αλλά… μόνοι, αντίθετα στα πανίσχυρα ρεύματα της Ιστορίας.

* Σχετικά δείτε, Βύρων Θεοδωρόπουλος, «Το παράλογο στις διεθνείς σχέσεις», Αθήνα, Σιδέρης, 2000. Για το πιο πρόσφατο βιβλίο του Θεοδωρόπουλου, δείτε «Προγραμματισμός στην εξωτερική πολιτική», Αθήνα, Σιδέρης, 2004.

** «Οι Τούρκοι και Εμείς», Αθήνα, Φυτράκης, 1988.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή