Αποψη: Η διαπραγμάτευση για το δημόσιο χρέος

Αποψη: Η διαπραγμάτευση για το δημόσιο χρέος

2' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η διαπραγμάτευση της Ελλάδας με τους εταίρους/δανειστές της πρέπει να εστιαστεί στο να μειωθεί σημαντικά το ύψος των πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων που απαιτούνται για τα επόμενα χρόνια, βάσει ενός πιο ρεαλιστικού μεσοπρόθεσμου προγράμματος.

Για τον σκοπό αυτό, η ελληνική πλευρά/κυβέρνηση πρέπει: πρώτον, να καθορίσει τα ποσά των πρωτογενών πλεονασμάτων (ως % του ΑΕΠ) που μπορούν να επιτευχθούν βάσει ρεαλιστικών υποθέσεων όσον αφορά τον ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ και τον ρυθμό πληθωρισμού. Σύμφωνα με υπολογισμούς, ένα πρωτογενές πλεόνασμα κάτω του 3% είναι επιτεύξιμο, οτιδήποτε υψηλότερο δεν είναι διατηρήσιμο. Δεύτερον, να ορίσει τον στόχο της σχέσης χρέους/ΑΕΠ μέχρι ή κάτω του 120%, και το χρονικό διάστημα για την επίτευξη αυτού του στόχου. Τρίτον, με δεδομένους τους παραπάνω δύο υπολογισμούς, μαζί με τον τρέχοντα λόγο χρέους/ΑΕΠ (περίπου 173%), να υπολογιστεί «μαθηματικά» το «επιθυμητό» επιτόκιο για τη λύση του προβλήματος και να φανεί η διαφορά ανάμεσα στο σήμερα ισχύον (μέσο) επιτόκιο επί του δημοσίου χρέους και στο υπολογισθέν «επιθυμητό» επιτόκιο.

Η διαπραγματευτική στρατηγική θα εστιαστεί στη διαφορά ανάμεσα στα δύο επιτόκια, σε συνδυασμό με την επιμήκυνση της περιόδου χάριτος, αλλά και τον χρονικό ορίζοντα της ωρίμανσης/αποπληρωμής του χρέους.

Εναλλακτικά, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να πείσει τους Ευρωπαίους ότι είναι αμοιβαία συμφέρον να μετατεθεί χρονικά το μεγαλύτερο μέρος των πληρωμών τόκων και να παγώσουν οι πληρωμές για χρεολύσια τουλάχιστον για τα επόμενα δέκα χρόνια, χωρίς σ’ αυτή την περίπτωση να χρειάζεται μείωση του επιτοκίου. Παράλληλα, να δημιουργούνται πρωτογενή πλεονάσματα κάτω του 3% του ΑΕΠ, τα οποία θα διοχετεύονται σε δράσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία στην ανάπτυξη της οικονομίας. Με τον τρόπο αυτό δεν προκαλούνται ζημίες στους δανειστές, αφού οι πληρωμές τόκων και χρεολυσίων απλώς μετατίθενται χρονικά ενώ δεν θα προκύπτουν νέες χρηματοδοτικές δεσμεύσεις από την πλευρά τους.

Οταν η Ελλάδα επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης, θα μπορεί να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της, αλλά στο μεταξύ τα ποσά, ως τόκοι και χρεολύσια, που θα πήγαιναν στην εξυπηρέτηση του χρέους, θα χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Ζούμε, βέβαια, σε ένα εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον που διέπεται από αβεβαιότητες και αυτό συνεπάγεται κινδύνους για οποιοδήποτε πλάνο με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Διάφορες εξελίξεις και ανατροπές, εσωτερικές και εξωτερικές, μπορούν να ακυρώσουν έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό.

Από την άλλη πλευρά, οι εταίροι/δανειστές πρέπει να κατανοήσουν ότι ο μόνος τρόπος για να πάρουν πίσω τα λεφτά τους είναι να στηρίξουν τις αναπτυξιακές προσπάθειες της Ελλάδας, εφόσον και η ελληνική πλευρά, ως κράτος, κυβέρνηση και κοινωνία, έχει ένα ξεκάθαρο όραμα για το μέλλον και τι απαιτείται.

* Ομότιμου καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή