Το τέλος της «γερμανικής άγχωσης»;

Το τέλος της «γερμανικής άγχωσης»;

3' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η σχεδόν αδιάκοπη αλληλουχία θετικών εξελίξεων από τη Γερμανία αρχίζει να με ανησυχεί. Είναι αλήθεια ότι η χώρα μου πραγματοποίησε εντυπωσιακή διαδρομή μέσα σε μία δεκαετία, όταν αποκαλούνταν «ο Ευρωπαίος ασθενής». Εκτοτε, η Γερμανία κατόρθωσε να περιορίσει την ανεργία, να πετύχει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 8% και να μηδενίσει το χρέος. Και όλα αυτά εν μέσω διεθνούς οικονομικής κρίσης.

Γιατί, λοιπόν, να ανησυχώ; Ανησυχώ γιατί το μόνο που πετύχαμε εμείς οι Γερμανοί, ήταν να διορθώσουμε τα σφάλματα του παρελθόντος, χωρίς να έχουμε εκπονήσει σχέδιο για το μέλλον. Και δεν αναφέρομαι μόνο στα δημοσιονομικά, καθώς εκτιμώ πως η χώρα μου βρίσκεται σε κατάσταση επικίνδυνης πνευματικής στασιμότητας.

Η πορεία μέχρι εδώ υπήρξε επίπονη, αν αναλογισθούμε τις σκληρές περικοπές στις κοινωνικές παροχές από τον καγκελάριο Σρέντερ στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Η αυστηρή μισθολογική πολιτική, με στόχο την αποφυγή πληθωριστικών πιέσεων, σημαίνει ότι το πραγματικό εισόδημα των περισσότερων Γερμανών μισθωτών είναι σήμερα κατώτερο από εκείνο του 2000.

Την ίδια στιγμή, η αποταμίευση αυξήθηκε εντυπωσιακά. Ο μέσος Γερμανός αποταμιεύει 10% του εισοδήματός του, ποσοστό διπλάσιο από του Αμερικανού. Η αξιέπαινη αυτή αυτοπειθαρχία μάς έκανε, όμως, απρόσεκτους. Στο πολυσυζητημένο βιβλίο του «Η γερμανική ψευδαίσθηση», ο οικονομολόγος Μαρσέλ Φράτσερ κρούει ηχηρά τον κώδωνα του κινδύνου. Η Γερμανία το 1990 αφιέρωνε το 23% του ΑΕΠ της σε παραγωγικές επενδύσεις. Το ποσοστό αυτό δεν ξεπερνά σήμερα το 17%, με τις συγκοινωνιακές υποδομές και την παιδεία να υφίστανται τις μεγαλύτερες περικοπές.

Αν και ουδείς ισχυρίζεται ότι οι Autobahn και τα σχολεία μας καταρρέουν, ο εκσυγχρονισμός και η βελτίωσή τους δεν αποτελούν προτεραιότητες. Η πάντα νουνεχής καγκελάριος Μέρκελ, όμως, παρέβη τη σιωπηλή της δέσμευση να μην επιτρέψει την παραμικρή αλλαγή, αποφασίζοντας την οριστική εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας, προς όφελος εναλλακτικών μεθόδων παραγωγής ηλεκτρικού. Η απόφαση αυτή δεν έχει, βέβαια, προοδευτικά κίνητρα, καθώς ελήφθη στον απόηχο της καταστροφής στη Φουκουσίμα.

Κάθε φορά που ταξιδεύω από το Αμβούργο στο Βερολίνο, ευμεγέθες αυτοκόλλητο στο βαγόνι του τρένου μού θυμίζει ότι ο συρμός κινείται «100% με πράσινη ενέργεια». Μόλις, όμως, βγούμε από τον σταθμό του Αμβούργου, το σήμα του κινητού μου εξασθενεί ή εξαφανίζεται.

Ακόμη χειρότερα, οι σιδηρόδρομοι δεν έχουν τοποθετήσει ασύρματη σύνδεση στο Διαδίκτυο, όπως συμβαίνει σε Ολλανδία, Φινλανδία και άλλα ανεπτυγμένα κράτη. Αν και το παράδειγμα αυτό έχει μικρή σημασία, αποκαλύπτει μια χώρα που έχει απολέσει τη δημιουργικότητα και το επιχειρηματικό της πνεύμα.

Την ίδια στιγμή, η εμμονή με τον μηδενισμό του χρέους ξεσκεπάζει ένα ακόμη σφάλμα: την ταύτιση του χρέους με την αμαρτία. Ολοι γνωρίζουμε τους λόγους για τους οποίους η δημοσιονομική αυστηρότητα είναι αναγκαία. Υπάρχει, όμως, μεγάλη διαφορά μεταξύ ατελέσφορης σπατάλης και επικερδούς επένδυσης.

Οι βαθιά ριζωμένες μνήμες της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 1930 συνδυάζονται με ιδιότυπο κοινωνικό στιγματισμό του χρέους. Οταν ρωτώ τους φίλους μου γιατί αποφεύγουν να αγοράσουν ακίνητα (η Γερμανία έχει τα χαμηλότερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης της Ευρωζώνης), μνημονεύουν την απέχθειά τους να χρωστούν.

Για τη σημερινή μας κατάσταση, όμως, ευθύνεται και η πάροδος δύο και πλέον γενεών από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η μεταπολεμική Γερμανία απαιτούσε από τους πολίτες και την ηγεσία της την επίδειξη μεταμέλειας και τη διαρκή αναζήτηση διεθνούς αποδοχής. Το μόνο που αναμένουν οι σημερινοί ηγέτες της Γερμανίας από τη διεθνή κοινότητα, είναι να ζητάει όσο το δυνατόν λιγότερα. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση ολοκληρώθηκε, το Βερολίνο προσέφερε δισεκατομμύρια στην Ευρωζώνη, ενώ κερδίσαμε ακόμη και Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Η ώρα είναι κατάλληλη για αναδίπλωση!

Ενόσω, όμως, ακολουθούμε την τακτική αυτή, η ανάπτυξη λιμνάζει, οι εξαγωγές βυθίζονται και η ανεργία ενισχύεται σε μικρό ποσοστό. Σε μία τέτοια συγκυρία, θα περιμέναμε από έναν καγκελάριο να θέσει νέους, φιλόδοξους στόχους, ικανούς να πυροδοτήσουν εκ νέου την ανάπτυξη.

Η Αγκελα Μέρκελ δεν είναι, πάντως, αυτή η ηγέτις. Παρότι όλοι αναγνωρίζουμε ότι η σπατάλη κεφαλαίων είναι επικίνδυνη και επιβλαβής, η σπατάλη χρόνου είναι ακόμη πιο επικίνδυνη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή