Αποψη: Το νομικό πλαίσιο λειτουργίας της Ευρωζώνης

Αποψη: Το νομικό πλαίσιο λειτουργίας της Ευρωζώνης

4' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ​​νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Ε.Ε.), όπως όλες οι πολιτικές αυτής, διέπονται από αυστηρούς κανόνες οι οποίοι περιέχονται στις δύο Συνθήκες επί των οποίων βασίζεται η Ενωση, τη Συνθήκη για την Ε.Ε. (ΣΕΕ) και τη Συνθήκη Λειτουργίας της Ε.Ε. (ΣΛΕΕ). Οι διατάξεις των Συνθηκών, που αποτελούν το πρωτογενές δίκαιο της Ενωσης, είναι δεσμευτικές για τα κράτη-μέλη, τα όργανα της Ε.Ε. και τους πολίτες και υπερισχύουν κάθε αντίθετης διάταξης του εθνικού δικαίου, τροποποιούνται δε μόνο με την ομόφωνη απόφαση όλων των κρατών-μελών.

Ειδικότερα, οι κανόνες λειτουργίας της νομισματικής πολιτικής και του κοινού νομίσματος, του ευρώ, είναι ιδιαίτερα αυστηροί, διότι οι συντάκτες των Συνθηκών θέλησαν να δημιουργήσουν ένα σταθερό και σκληρό νόμισμα, ανάλογο του γερμανικού μάρκου, ικανό να κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών και να καταστεί νόμισμα του διεθνούς εμπορίου και νόμισμα αποθεματοποίησης. Για τον λόγο αυτό προτιμήθηκε το τεχνοκρατικό και όχι το πολιτικό υπόδειγμα. Η αυστηρή τήρηση των κανόνων αποτελεί προϋπόθεση για να επιβιώσει το ευρώ και να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των εμπνευστών του. Σε αντίθετη περίπτωση, το κοινό νόμισμα θα μοιάζει με την ιταλική λιρέτα και το γαλλικό φράγκο, η αξία των οποίων γνώριζε συνεχείς υποτιμήσεις κατά το παρελθόν.

Για να διατηρηθεί το ευρώ ως σταθερό νόμισμα, πρέπει όλοι οι πολίτες της Ε.Ε. να αντιληφθούν τους κανόνες που το διέπουν. Αλλωστε, οι κανόνες αυτοί έχουν γίνει ομόφωνα αποδεκτοί από όλα τα κράτη-μέλη και έχουν εγκριθεί από τους λαούς τους είτε με δημοψήφισμα είτε από τα εθνικά τους Κοινοβούλια.

Πρώτα απ’ όλα, οι πολίτες της Ε.Ε. πρέπει να αντιληφθούν ότι η οικονομική και νομισματική πολιτική ασκείται από την Ενωση και τα κράτη-μέλη, σύμφωνα με την αρχή της οικονομίας της ανοιχτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό (άρθρο 119 ΣΛΕΕ). Οποιος νοσταλγεί άλλα οικονομικά συστήματα βρίσκεται εκτός νομικού πλαισίου της Ενωσης.

Ο δεύτερος, θεμελιώδους σημασίας, κανόνας είναι ότι η Ε.Ε. είναι μια υπερεθνική οντότητα υπέρ της οποίας τα κράτη-μέλη έχουν δεχθεί να περιορίσουν σε ορισμένους τομείς την εθνική τους κυριαρχία (άρθρο 1 ΣΕΕ). Επομένως, συμμετοχή στην Ε.Ε. σημαίνει περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας των κρατών-μελών σε ορισμένους τομείς. Οποιο κράτος δεν συμφωνεί με τον περιορισμό αυτό δεν έπρεπε να είχε ζητήσει να γίνει μέλος της Ε.Ε.

Ενας από τους τομείς στους οποίους υπάρχει περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας των κρατών-μελών είναι και η νομισματική πολιτική. Η νομισματική πολιτική ανήκει στις αποκλειστικές αρμοδιότητες της Ε.Ε. (άρθρο 3 της ΣΛΕΕ). Τα κράτη-μέλη δεν έχουν αρμοδιότητα να ασκούν νομισματική πολιτική στην επικράτειά τους. Τη νομισματική πολιτική της Ενωσης χαράσσει και εφαρμόζει το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπει την έκδοση τραπεζογραμματίων μέσα στην Ενωση (άρθρα 127 και 128 ΣΛΕΕ).

Επικρατεί εσφαλμένα η αντίληψη ότι κατά την άσκηση της ΟΝΕ οι Συνθήκες επιβάλλουν πολιτική λιτότητας. Η αλήθεια είναι ότι η Συνθήκη, κατά την άσκηση της νομισματικής πολιτικής, επιβάλλει την τήρηση των εξής κατευθυντήριων αρχών: σταθερές τιμές, υγιή δημόσια οικονομικά, υγιείς νομισματικές συνθήκες και σταθερό ισοζύγιο πληρωμών (άρθρο 119). Προς τούτο, επιβάλλει στα κράτη-μέλη να αποφεύγουν τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα (άρθρο 126). Το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3%, το δε δημόσιο χρέος το 60% του ΑΕΠ. Επομένως, η λιτότητα επιβάλλεται στα κράτη-μέλη στα οποία παρατηρείται απόκλιση προκειμένου να επιτευχθούν οι ανωτέρω στόχοι. Οταν επιτευχθούν, δεν υπάρχει λόγος συνέχισης της λιτότητας.

Για τα κράτη-μέλη που έχουν υπερβολικά ελλείμματα, η Συνθήκη προέβλεπε διάφορες ήπιες συνέπειες, που έφταναν μέχρι την επιβολή προστίμου (άρθρο 126). Οταν η Ελλάδα ξεπέρασε κατά πολύ τα ανωτέρω όρια και οι αγορές της γύρισαν την πλάτη, οι Συνθήκες δεν προέβλεπαν διατάξεις για την περίπτωση πτώχευσης ενός κράτους-μέλους. Τουναντίον, το άρθρο 125 ορίζει ότι ούτε η Ε.Ε. ούτε τα κράτη-μέλη ευθύνονται για τα χρέη ενός άλλου κράτους-μέλους. Το δε άρθρο 123 ορίζει ότι η ΕΚΤ απαγορεύεται να δανείσει τα κράτη-μέλη. Στην κρίσιμη εκείνη στιγμή, οι εταίροι μας, αντί της επίσημης πτώχευσης και κατάρρευσης, αποφάσισαν τελικά την επίδειξη αλληλεγγύης με βάση το διεθνές δίκαιο. Ετσι, επινοήθηκαν οι διμερείς συμβάσεις δανεισμού κάθε κράτους-μέλους της Ευρωζώνης προς την Ελλάδα, που συνοδεύονταν από ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων (Μνημόνιο), ώστε να αποκτήσει η χώρα παραγωγική και ανταγωνιστική οικονομία και να ζει με το προϊόν που παράγει και όχι με δανεικά.

Το δάνειο και το Μνημόνιο αποφασίστηκαν και υπογράφηκαν εκτός και πέραν του νομικού πλαισίου της Ε.Ε. Ετσι χορηγήθηκε στην Ελλάδα το μεγαλύτερο διακρατικό δάνειο στη νομισματική ιστορία της ανθρωπότητας. Οπως είναι αυτονόητο, οι συμβάσεις αυτές διέπονται από τον κανόνα του ρωμαϊκού δικαίου, που αποτελεί και σήμερα θεμελιώδη κανόνα κάθε ευρωπαϊκού νομικού συστήματος, «pacta sunt servanda», δηλ. τα συμφωνηθέντα πρέπει να τηρούνται. Αρα, δεν επιτρέπεται ούτε «σκίσιμο» ούτε μονομερής αθέτηση.

Για να καλυφθεί το ανωτέρω νομικό κενό, η Ε.Ε. ανέλαβε πρωτοβουλία και υπογράφηκαν μεταξύ των κρατών-μελών δύο συμφωνίες. Με τη μία ιδρύθηκε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕSM), που έχει προικιστεί με το ποσό των 700 δισ. ευρώ ώστε μέσω αυτού να αντιμετωπίζονται οι περιπτώσεις τυχόν πτώχευσης ενός κράτους-μέλους στο μέλλον, ενώ με τη δεύτερη ενισχύθηκαν η σταθερότητα, ο συντονισμός και η διακυβέρνηση της ΟΝΕ, με την επιβολή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος και την καθιέρωση μηχανισμού αυτόματης διόρθωσης των ελλειμμάτων.

Τέλος, με τη δημιουργία Τραπεζικής Ενωσης, επιδιώχθηκε να καταστούν οι συστημικές τράπεζες απρόσβλητες από μελλοντικές χρηματοοικονομικές κρίσεις, μέσω του ενιαίου μηχανισμού τραπεζικής εποπτείας και του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης,

Με τις πρόσφατες νομικές παρεμβάσεις, το νομικό και θεσμικό πλαίσιο της ΟΝΕ έγινε ακόμα πιο αυστηρό, ώστε να εξασφαλιστεί η σταθερότητα του κοινού νομίσματος. Η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών-μελών επιθυμεί το ευρώ να παραμείνει ένα σταθερό και σκληρό διεθνές νόμισμα. Τα κράτη-μέλη που δεν συμφωνούν με τους κανόνες των Συνθηκών περί ΟΝΕ κακώς τις υπέγραψαν και έγιναν μέλη της Ευρωζώνης. Οι υπάρχοντες κανόνες δεν μπορούν να αλλάξουν, παρά μόνο με ομόφωνη απόφαση όλων των κρατών-μελών. Τα κράτη-μέλη που διαφωνούν έχουν δύο επιλογές, είτε τελικά να προσαρμοστούν είτε -με βάση το άρθρο 50 της Συνθήκης Ε.Ε.- να αποχωρήσουν από την Ενωση.

* Ο κ. Παναγιώτης Ι. Κανελλόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του Δικαίου της Ε.Ε. στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Jean Monnet Chair

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή