Γιατί ο πολιτισμός δεν παράγει υψηλά έσοδα;

Γιατί ο πολιτισμός δεν παράγει υψηλά έσοδα;

4' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ιστορία πρώτη: Σε μεσαίου μεγέθους δημόσιο ολλανδικό μουσείο, ομάδα επαγγελματιών του χώρου περιεργάζεται οικοδομικές εργασίες σε εντυπωσιακή μεγάλη αίθουσα του πρώτου ορόφου. Σε ερώτηση αν ετοιμάζει νέα έκθεση, ο διευθυντής εξηγεί ότι διαρρυθμίζει την αίθουσα σε εστιατόριο. «Μα έχετε ήδη καφέ στο ισόγειο», παρατηρεί μέλος της ομάδας. «Είναι μικρό», αντιτείνει ο διευθυντής, «χρειαζόμαστε περισσότερο χώρο, ώστε να μπορούμε να φιλοξενούμε και συνεστιάσεις. Μας χρειάζονται έσοδα». «Είστε δημόσιο μουσείο – δεν σας δίνει χρήματα το κράτος;» εύλογη η απορία. «Μας δίνει, αλλά χρειαζόμαστε περισσότερα για να χρηματοδοτούμε τις δραστηριότητές μας». Η είσοδος στη μόνιμη έκθεση δωρεάν, το πωλητήριο γεμάτο με προϊόντα για όλα τα βαλάντια, στην είσοδο μία πινακίδα αναφέρει τα στοιχεία του σταθερού για μια τετραετία χορηγού.

Ιστορία δεύτερη: Καλοκαιρινή επίσκεψη σε ένα από τα επαρχιακά αρχαιολογικά μας μουσεία που κατασκευάστηκαν με πόρους του ΕΣΠΑ. Το κτίριο καινούργιο, η έκθεση καλοστημένη. Ζέστη. Η πόλη μη τουριστική, η γειτονιά έρημη, ο περιβάλλων χώρος κρανίου τόπος. Το μουσείο κλείνει στις 3 το μεσημέρι. Επισκέπτης μόνον ένας. Αδεια τα ράφια στο πωλητήριο. «Δεν μας έχουν στείλει βιβλία», εξηγεί η φύλακας. Αδειο και το καφέ, «επειδή στον διαγωνισμό του ΤΑΠΑ δεν εμφανίστηκε κανένας ενδιαφερόμενος».

Για τους μη μυημένους, το ΤΑΠΑ, ή αλλιώς Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, είναι ένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που συγκεντρώνει όλες τις προσόδους των αρχαιολογικών μας μουσείων και χώρων – εισιτήρια, τέλη φωτογράφησης, εκμετάλλευση πωλητηρίων και αναψυκτηρίων κλπ. Και από εκεί γίνεται αναδιανομή, ανάλογα με τις προτεραιότητες της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Πολιτισμού. Οι διοικήσεις των επιμέρους μουσείων και χώρων, που είναι υπεύθυνες για την εν γένει λειτουργία τους, δεν έχουν αρμοδιότητα για τη διαχείριση των εσόδων και δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν άμεσα ούτε ένα ευρώ για να καλύψουν μια δαπάνη του φορέα που τα παράγει.

Ας υποθέσουμε ότι, παρ’ όλα αυτά, κάποιος ενθουσιώδης Ελληνας διευθυντής μουσείου θέλει να προχωρήσει σε μια ενέργεια αντίστοιχη αυτής του Ολλανδού συναδέλφου του. Θα εμπλακεί σε έναν χρονοβόρο γραφειοκρατικό κυκεώνα, αφού όλες οι αντίστοιχες διοικητικές αποφάσεις λαμβάνονται κεντρικά με τη συμμετοχή όχι μόνον του διοικητικού συμβουλίου του ΤΑΠΑ, αλλά και άλλων συμβουλίων, διευθύνσεων του υπουργείου, χρονοβόρων διαγωνισμών, αποφάσεων του υπουργού, εσχάτως και αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου κλπ. Ακόμη κι αν το καταφέρει (δέκα χρόνια προσπαθούσε ο αείμνηστος Δημήτρης Κωνστάντιος, πρώην διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου, για να ανοίξει ένα καφέ στο μουσείο!), θα έχει χάσει δυσανάλογο χρόνο, ενώ αν δεν κάνει τίποτα από τα παραπάνω αλλά αφιερώσει τον χρόνο του σε επιστημονικές μελέτες, ίσως ανταμειφθεί με μια ακαδημαϊκή καριέρα.

Ο δημόσιος διάλογος εξαντλείται συνήθως στις ελλείψεις αντί για την αιτία. Σε ένα τέτοιο ασφυκτικό πλαίσιο εξηγείται όμως εύκολα, γιατί τα πωλητήρια των αρχαιολογικών μας μουσείων δεν μοιάζουν με αυτά του Μουσείου Μπενάκη, γιατί τα αναψυκτήριά τους -όταν υπάρχουν!- δεν έχουν την επιτυχία του εστιατορίου του Μουσείου της Ακρόπολης (που δεν εμπίπτει στο ίδιο καθεστώς), γιατί, τέλος, το μέσο έσοδο ανά επισκέπτη στην Ελλάδα ανέρχεται σε 6,1 ευρώ έναντι 19,7 ευρώ του ευρωπαϊκού μέσου όρου, με το 86% να προέρχεται από τα εισιτήρια, όταν το αντίστοιχο ποσοστό σε άλλες χώρες είναι της τάξης του 26%, όπως έδειξε μια μελέτη του 2012 των ΣΕΤΕ και McKinsey.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν γίνεται σοβαρή δουλειά στον τομέα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Σημαίνει απλώς ότι το αντίστοιχο διοικητικό σύστημα που ιδρύθηκε το 1834 για να περισώσει ό,τι μπορούσε από την καταστροφή και την απληστία των «φιλότεχνων», εξελίχθηκε έκτοτε πάντα με την ίδια αποστολή: την προστασία. Ολο το σύστημα είναι προσανατολισμένο προς αυτόν τον σκοπό, με την υποστήριξη ενός πανίσχυρου θεσμικού και νομολογιακού οπλοστασίου που επιβάλλει την αναγκαστική συμμόρφωση των πολιτών με τις αποφάσεις της διοίκησης, έχοντας καλλιεργήσει με την πάροδο των χρόνων και μια αντίστοιχη εργασιακή κουλτούρα. Αυτό το έργο ξέρει να κάνει η διοίκηση και το κάνει καλά.

Η δημιουργία εσόδων όμως πέραν του υποχρεωτικού εισιτηρίου εισόδου στο μουσείο ή στον αρχαιολογικό χώρο χρειάζεται άλλες προϋποθέσεις, άλλη νοοτροπία και άλλες δεξιότητες. Επειδή δεν στηρίζεται στην εξουσία του κράτους αλλά στην ατομική επιλογή του πολίτη, απαιτεί στάση ανθρωποκεντρική, ευελιξία, ταχύτητα προσαρμογής και την καθοριστική συμμετοχή αυτού του παράγοντα σε όλες τις αποφάσεις, από τη χωροθέτηση ενός μουσείου μέχρι τις λεπτομέρειες της λειτουργίας του. Μεμονωμένα παραδείγματα υπάρχουν, αλλά απουσιάζει μέχρι τώρα το πολιτικό και οργανωτικό πλαίσιο που θα στρέψει σιγά-σιγά το υπερωκεάνιο που λέγεται δημόσια διοίκηση προς αυτή την κατεύθυνση. Μια χαμένη ευκαιρία υπήρξε ο τελευταίος Οργανισμός του υπουργείου Πολιτισμού το 2014. Οταν τα μεγάλα ξένα μουσεία περιλαμβάνουν πλέον στα οργανογράμματά τους διευθύνσεις ολόκληρες για τη δημιουργία εσόδων και την εξυπηρέτηση των επισκεπτών, τα δικά μας παραμένουν φτωχά αλλά καθαρά από τη ρετσινιά της εμπορευματοποίησης!

Μια τέτοιας κλίμακας αλλαγή κουλτούρας δεν είναι καθόλου εύκολη. Η αφετηρία εκκίνησης εκφράζεται εύγλωττα στην εικόνα ενός καταστήματος του ΤΑΠΑ σε πολυσύχναστο δρόμο ελληνικής πόλης. Μια φροντισμένη πλούσια περικοκλάδα κρύβει επιμελώς την πρόσοψη, ώστε να είναι βέβαιο ότι κανένας περαστικός δεν θα δει κάτι που πιθανόν θα τον έβαζε σε πειρασμό να διαβεί την πόρτα! Μια μικρή μισοκρυμμένη πινακίδα ενημερώνει σε 2 γλώσσες: «Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων – Πωλητέα είδη μουσείων». Ισως πιο ταιριαστό θα ήταν να συμπληρωθεί με την επιγραφή που αναρτούν οι ένοικοι των ξενοδοχείων έξω από το δωμάτιό τους, όταν θέλουν την ησυχία τους: «Μην ενοχλείτε», «Do not disturb».

* H κ. Eρση Φιλιπποπούλου είναι αρχιτέκτων μηχανικός και νομικός, επίτιμη διευθύντρια του υπουργείου Πολιτισμού.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή