Πιάνοντας το νήμα της ανασυγκρότησης

Πιάνοντας το νήμα της ανασυγκρότησης

3' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εταιρεία Επίλεκτος, η τελευταία των Μοϊκανών της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας, συνεχίζει να πορεύεται στα απαιτητικά μονοπάτια της καινοτομίας, σε πείσμα των καιρών. Ο Απόστολος Η. Δοντάς, αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, μιλάει στην «Κ» για το νέο εγχείρημά της, σε συνεργασία με την εταιρεία γενετικού υλικού Σπύρου Α.Ε., για παραγωγή κορυφαίας ποιότητας μακρόινου βαμβακιού στη Θεσσαλία.

«Είναι εφάμιλλης ποιότητας με αυτό της Αιγύπτου ή με το αμερικανικό Pima», εξηγεί, αναφερόμενος στις καλύτερες ποικιλίες παγκοσμίως, από τις οποίες παράγεται η κλωστή που χρησιμοποιείται στα πιο λεπτά, εκλεπτυσμένα πουκάμισα και σεντόνια. «Φέτος φυτέψαμε 2.500 στρέμματα στη Θεσσαλία. Tου χρόνου θέλουμε να φτάσουμε τα 7.500 στρέμματα».

Από τη φετινή παραγωγή, περίπου 350 τόνων βαμβακιού, όπως αναφέρει, η Επίλεκτος θα παράγει νήμα compact –τέλεια φινιρισμένη κλωστή χωρίς χνούδι– που προορίζεται, σχεδόν εξ ολοκλήρου, για εξαγωγή στη Γερμανία, όπου θα χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ρούχων υψηλής μόδας. Η εταιρεία είναι επίσης βασικός προμηθευτής νημάτων της Zara, παρά τη στροφή της τελευταίας προσφάτως σε εγχώριους (Ισπανούς) κλωστοϋφαντουργούς.

Η Ισπανία έχει ένα κρίσιμο μειονέκτημα έναντι της Ελλάδας, εξηγεί ο κ. Δοντάς: δεν παράγει παρά ελάχιστο βαμβάκι. Η χώρα μας, αντιθέτως, παράγει περίπου το 90% του συνολικού προϊόντος της Ε.Ε. Αυτό σημαίνει, όπως λέει ο Θεσσαλός κλωστοϋφαντουργός, ότι είναι εφικτή η εγχώρια παραγωγή «από το χωράφι στο ράφι», καλύπτοντας όλα τα στάδια μεταποίησης του βαμβακιού.

Ακόμα και ώς το τελικό προϊόν – μια ελληνική μάρκα ρούχων διεθνούς ακτινοβολίας; «Είναι ρεαλιστικός στόχος», λέει, σημειώνοντας ωστόσο ότι θέλει περίπου μία δεκαετία συστηματικής δουλειάς για να γίνει πραγματικότητα.

Στην ίδια λογική κινείται και η πρωτοβουλία για την επαναλειτουργία μονάδων της πτωχευμένης Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας του ομίλου Λαναρά. Γράφοντας στην «Κ» την περασμένη Κυριακή, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Λαπαβίτσας και ο Γιάννης Μουσουλίδης, διευθύνων σύμβουλος της ΕΝΚΛΩ την τελευταία περίοδο πριν από την πτώχευση (2010-12), σημείωναν: «Θα γίνει επανεκκίνηση δύο εργοστασίων στη Ροδόπη και στη Μαρώνεια (νήμα κόμπακτ που θα εξάγεται) και ενός στη Στενήμαχο της Νάουσας (νήμα μόδας και ρούχο με ετικέτα). Προβλέπεται καθετοποίηση της παραγωγής, που χρόνια τώρα είναι το ζητούμενο στην κλωστοϋφαντουργία: το βαμβάκι της Μακεδονίας θα εξάγεται ως ρούχο υψηλής ποιότητας στις ΗΠΑ».

Πέρα από τις νομικές επιπλοκές της επαναλειτουργίας των μονάδων (βλέπε ρεπορτάζ της «Κ» στις 1/8), θα μπορέσουν να σταθούν στον διεθνή ανταγωνισμό; Ο κ. Μουσουλίδης επικαλείται την εμπειρία του στην ΕΝΚΛΩ, που έκανε παραγωγή ρούχων για πολυεθνικές όπως η Benetton, η Nike, η Adidas και η Zara. «Γιατί να μην μπορούμε να κάνουμε το επόμενο βήμα, να βάλουμε την ελληνική ετικέτα;» Το σχέδιο, όπως λέει, είναι να αποκτήσουν τα προϊόντα της Στενήμαχου μια παρουσία στην ελληνική αγορά και να αρχίσουν τις εξαγωγές από τον Οκτώβριο του 2016. Φιλόδοξο, σίγουρα, για ένα εργοστάσιο που μπορεί να μην ανοίξει. Αλλά η σκέψη είναι στη σωστή κατεύθυνση.

Σε αναλυτική μελέτη που προετοιμάστηκε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2012 («In Depth Assessment of the T&C Sector in the EU and Prospects»), αναδεικνύονται τα αίτια της κατάρρευσης της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας. Το αδιέξοδο συνοψίζεται στην παρατήρηση των συντακτών της μελέτης ότι ο ελληνικός κλάδος «συμπιέζεται» μεταξύ των πιο ανταγωνιστικών χωρών σε επίπεδο τιμής (Ασία) και των πιο ανταγωνιστικών σε επίπεδο ποιότητας (Ιταλία).

Οπως αναφέρεται στη μελέτη, τα προβλήματα ξεκινούν με την ένταξη στην Ε.Ε. το 1986 της Πορτογαλίας, μιας χώρας η κλωστοϋφαντουργική βιομηχανία της οποίας ήταν πιο ανταγωνιστική σε επίπεδο τιμών και παρείχε ευρύτερη γκάμα προϊόντων από την ελληνική. Στη συνέχεια, τη δεκαετία 1995-2004, η τελωνειακή ένωση Ε.Ε.-Τουρκίας, η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Περιοχής Ελευθέρου Εμπορίου (EFTA) και η ένταξη των χωρών της ανατολικής Ευρώπης στην Ενωση επιδείνωσαν θεαματικά τη θέση των Ελλήνων κλωστοϋφαντουργών.

Ο λόγος, σύμφωνα με τον κ. Μουσουλίδη, είναι ότι οι περισσότεροι επιχειρηματίες επένδυσαν στην ποσότητα αντί για την ποιότητα. «Προσπάθησαν να ανταγωνιστούν το Πακιστάν στα χοντρά, συμβατικά νήματα, ενώ είχαν εξοπλισμό όπως αυτόν της Μαρώνειας, για compact», λέει. «Είναι σαν να έχεις Φεράρι και να την οδηγείς σε χωματόδρομο».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT