Αποψη: Αντιδημοκρατικά τερτίπια

4' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν είναι καθόλου βέβαιον ότι όλοι μας διαθέτομε τόσην δημοκρατικότητα όσην (στεντορείως) ισχυριζόμαστε ότι έχομε – κι ούτε πάει το μυαλό μας σ’ αυτό το κουσούρι μας. Διότι η Δημοκρατία δεν δωρίζεται, ούτε επιβάλλεται – αλλά «γίγνεται», ως σταδιακή και επίμοχθη ωρίμανση ατόμων και ομάδων – κι είναι αμφίβολο αν εμείς με τόσους πολέμους και τόσες δικτατορίες προλάβαμε αυτό το γίγνεσθαι. Και διότι απαιτείται πρώτα η κατανόηση της νόμιμης Ανταγωνιστικότητας των μελών της Ομάδας (αυτόματες βιολογικές αντιδράσεις, η ανεπάρκεια των αγαθών, η κατανοητή τάση να επιβάλω στους άλλους τις λύσεις μου). Και για να είναι «πολιτική», η υπέρβαση αυτού του Ανταγωνισμού θα γίνει σε καθεστώς Ελευθερίας: Δεν θα μπορεί δηλαδή να γίνει με καταστροφή του αντιπάλου – αλλά με καταστροφή των επιχειρημάτων του μόνον. (Θυμηθείτε το υβρεολόγιο και τις χειροδικίες κατά των σύγχρονων «γερμανοτσολιάδων», για να συνειδητοποιήσετε πού βρισκόμαστε ακόμη εν προκειμένω). Δεύτερον, και κυριότερο, η Δημοκρατία προαπαιτεί την απόρριψη του Μεσσιανισμού: Για την επίλυση των κοινωνικών μας προβλημάτων δεν διαθέτομε ούτε την απόλυτη Αλήθεια, ούτε σύμπτωση Αξιακών προτεραιοτήτων (εκτός βέβαια απ’ τις ολοκληρωτικές πολιτικές θεωρίες…). Αρα αποδεχόμαστε την θεμελιώδη αναγκαιότητα της διαπραγμάτευσης για την επίτευξη Συναίνεσης – με την αναπόφευκτη μερικότητα και προσωρινότητά της. (Η οιονεί-θρησκευτική διακήρυξη «εμείς δεν λερωνόμαστε με συνεργασίες», είναι η πιο καραμπινάτη ομολογία Αντιδημοκρατικότητας). Μόνον η θεσμοθέτηση πρακτικών Συμφωνιών μεταξύ μας είναι αρμόδια για τη λειτουργία της κοινωνίας μας – κι όχι η (εν απουσία μας) «επιστημονική» γνώμη ενός σοφού. Τέλος, προφανώς, για ν’ αποκλεισθεί το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις για τη Συναίνεση, αποδεχόμαστε στο τέλος τον κανόνα της πλειοψηφίας, ενώ πάντως τα (συνταγματικώς προστατευόμενα) θεμελιώδη δικαιώματα δεν είναι διαπραγματεύσιμα (δεδομένου ότι πρόκειται για «υποστασιακά ελάχιστα», που διασφαλίζουν και την μακροπρόθεσμη κοινωνική ειρήνη).

Θα συγχωρήσετε αυτήν την πληκτική επανάληψη μιας συνοπτικής περιγραφής της Δημοκρατίας – το φταίξιμο όμως δεν είναι όλο δικό μου: Πρώτον, διότι τα Λεξικά ορίζουν τη Δημοκρατία περιγράφοντας μόνον τη διαδικαστική της μορφή («οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται απ’ όλον τον λαό, κατά πλειοψηφίαν»). Αλλά και, δεύτερον, διότι και ο γνωστός παιδοβούβαλος μιας ασιατικής χώρας, «λαϊκή δημοκρατία» ονομάζει κι αυτός το καθεστώς του. Ηταν λοιπόν ίσως χρήσιμη αυτή η υπενθύμιση ότι η Δημοκρατία συνίσταται μεν από μια σειρά σπουδαίων Διαδικασιών, οι οποίες όμως διαπλέκονται συνεχώς με Αξιακές θέσεις.

Κι έτσι, επειδή η Δημοκρατία είναι εξόχως πολυπόστατη, είναι και δυσαπόχτητη…

Πάνω σ’ αυτόν τον (ατελή έστω) καμβά της δημοκρατικότητας, ας προβάλομε τώρα μερικά απ’ τα τρέχοντα πολιτικά φαινόμενα, προκειμένου να αποπειραθούμε μια βαθμολόγηση της δημοκρατικότητάς των.

Φαινόμενο πρώτο: η διχοστασία μεταξύ προεκλογικών εξαγγελιών και μετεκλογικού απολογισμού ενός κόμματος σε μονοκομματική κυβέρνηση. Θα υποστηρίξω ότι το άνοιγμα αυτής της ψαλίδας συνιστά αντιδημοκρατικότητα. Πράγματι, στην προηγηθείσα περιγραφή της φύσης του δημοκρατικού ενεργήματος, δεν προχωρήσαμε στις καίριας σημασίας λεπτομέρειες της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας. Εκεί, η επιλογή των αντιπροσώπων της νομοθετικής εξουσίας στηρίζεται (σχεδόν αποκλειστικά) στις προεκλογικές περιγραφές των περί του τρόπου που θα χρησιμοποιήσουν για την επίλυση των σοβούντων κοινωνικών προβλημάτων. Πώς όμως να λειτουργήσει η Δημοκρατία όταν ουδείς γίνεται λόγος περί της μεθόδου που θα εφαρμοσθεί, ούτε περί των εν χρόνω και τόπω παρενεργειών της; Αντ’ αυτής (αντί για ανάλυση δηλαδή), περιγράφεται κατευθείαν το αποτέλεσμα που θα προκύψει (οιονεί ως εκ θαύματος). Εμείς λοιπόν οι πληβείοι, μη γνωρίζοντας πώς λειτουργεί η Δημοκρατία, δεν απαιτούμε να μας προδηλώσουν το «πώς» – αλλα αρκούμαστε (με ανοιχτά τα στόματα) ν’ ακούσομε το «τι». Το χειρότερο μάλιστα είναι πως όταν, μετά τις εκλογές και την κυβερνητική περίοδο, μετρήσομε τα πενιχρά συνήθως αποτελέσματα, αρκούμαστε στο ν’ αλλάξομε παράταξη ίσως. Κανείς όμως δεν καταγγέλλει το πλήγμα στη λειτουργία της Δημοκρατίας, στην πιο ριζική της θέση που είναι η εκλογή Αντιπροσώπων.

Κι αυτή η αντιδημοκρατική κοροϊδία έχει οδηγήσει στον μιθριδατισμό «έλα μωρέ, έτσι κάνουν όλοι». Ονειδος.

Το δεύτερο φαινόμενο που προτείνω ν’ αξιολογήσομε (το θίξαμε ήδη), είναι η άρνηση της θεμελιωδέστερης δημοκρατικής διαδικασίας που είναι η διαπραγμάτευση για Συναίνεση μεταξύ Ομάδων που διαφωνούν ριζικά. Ξαναθυμίζομε εδώ γιατί ετούτη η λειτουργία είναι στη ρίζα της Δημοκρατίας:

• Εχει θεωρητικά και πραχτικά αποδειχθεί ότι δεν διαθέτομε πολιτικές θεωρίες καθολικού δήθεν κύρους για την επίλυση των κοινωνικών προβλημάτων μας εν τόπω και χρόνω.

• Τις περισσότερες φορές, ακόμη και τα δεδομένα (τα «εισαγόμενα») αυτών των προβλημάτων είναι αμφισβητούμενα.

• Εξ ορισμού, η επίλυση ενός πολιτικού προβλήματος περιέχει και μια συγκεκριμένη προτεραιότητα Αξιών («εμείς εδώ και τώρα» ή «όλοι και ύστερα», είτε: «άμεσα οικονομικά αγαθά» ή και «αύξηση της κοινωνικής ισότητας», κ.λπ). Οι δε αξιακές αντιφάσεις δεν υπερβαίνονται… επιστημονικώς.

Μόνη λοιπόν η διαπραγμάτευση (μεταξύ αντίθετων Ομάδων που συμβιούν) μπορεί να δώσει μια απλώς ανεκτή («συναινετική») λύση – η Συναίνεση είναι η φύση της Δημοκρατίας. Ιδού γιατί όποιος κορδακίζεται με την κραυγή «εμάς η ιδεολογία μας δεν μας επιτρέπει συνεργασίες», χάνει και τη δημοκρατική του φενάκη. Ωστόσο, θαυμάζεται ενίοτε από ορισμένους ως «λεβέντης» – κι άσε τον Λαό να παιδεύεται. Μόλις προλαβαίνομε να προβάλομε άλλο ένα αντιδημοκρατικό τερτίπι. Πρόκειται για το υποκατάστατο πολιτικού προγράμματος, το οποίο συνίσταται στην εξαγγελία «Ανατροπή» (λ.χ. του Μνημονίου). Κατά την αντίληψή μου, η εξαγγελία αυτή περιλαμβάνει τα ακόλουθα αντιδημοκρατικά συστατικά:

α) Ενόσω δεν περιέχει «θέσιν» (πώς ακριβώς, λεπτομερώς και με αποδεικτική επιχειρηματολογία θα λυθούν τα προβλήματα τα οποία πλέον δεν θα λύνονται απ’ τα ανατρεπτέα), δεν είναι επιλέξιμη απ’ τον υπεύθυνον εκλογέα.

β) Εφόσον η εξαγγελία ικανοποιείται απ’ την ανατροπή καθεαυτήν, τούτο σημαίνει ότι έχει αναγάγει το προς ανατροπήν σε «απόλυτο κακό» – έχει δηλαδή αποκλείσει τον Διάλογο.

Παρ’ όλ’ αυτά, και ετούτο το τερτίπι φαίνεται ότι είναι πολύ ευάκουστο – «ξεκάθαρα λόγια», σου λέει. (Ξεκάθαρες κραυγές εννοούν – είναι δε οι κραυγές η προτιμώμενη μουσική του Ολοκληρωτισμού).

* Ο κ. Θεοδόσης Π. Τάσιος είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT