Μια αναγκαία, δημοκρατική μεταρρύθμιση

Μια αναγκαία, δημοκρατική μεταρρύθμιση

3' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η κυβέρνηση πήρε την πρωτοβουλία της θέσπισης ενός διαφανούς και σύγχρονου πλαισίου για τη λειτουργία του ισχυρότερου πυλώνα της λεγόμενης Τέταρτης Εξουσίας. Πρόκειται για θεσμική τομή στον χώρο της Ενημέρωσης, η οποία έπρεπε να είχε πραγματοποιηθεί πολύ νωρίτερα. Επί ένα τέταρτο του αιώνα, οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί εξέπεμπαν υπό ένα ιδιότυπο νομικό καθεστώς προσωρινότητας, το οποίο ευνόησε ένα αμφίδρομο καθεστώς διαπλοκής μεταξύ των ιδιοκτητών τους, αφανών και επιφανών, και της εκάστοτε κυβέρνησης. Για τους μεγαλομετόχους τους, οι σταθμοί αποτέλεσαν μοχλό πίεσης για την επίτευξη οικονομικών συμφωνιών με το Δημόσιο, ένα μέσο εδραίωσης μιας προνομιακής σχέσης ιδιότυπης ασυλίας. Για τις έως τώρα κυβερνήσεις, η μη παροχή ενός σαφούς και μόνιμου νομικού πλαισίου λειτουργίας των καναλιών αποτέλεσε μέσο πίεσης προς τους σταθμούς για τη χειραγώγηση της ενημέρωσης προς όφελός τους.

Η σημερινή πρωτοβουλία ρύθμισης του τηλεοπτικού τοπίου, η οποία γίνεται με σεβασμό στο Σύνταγμα και τους ευρωπαϊκούς κανόνες, τερματίζει την αδιαφάνεια και καταπολεμά τη διαπλοκή. Αποτελεί πολύ σημαντικό βήμα για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο ιδρύθηκαν οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί, δηλαδή για την πλουραλιστική, σφαιρική και αντικειμενική ενημέρωση των πολιτών. Θα ήταν απορίας άξιον γιατί κάποια κόμματα της αντιπολίτευσης αντιτάσσονται στη ρύθμιση του τηλεοπτικού τοπίου, ζητώντας, εντέλει, να μην αλλάξει απολύτως τίποτα, αν δεν θυμόμασταν το πόσο ευνοήθηκαν, και ευνοούνται ακόμα, από συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης. Αλλωστε, η ιστορία του «βασικού μετόχου» και της συμμαχίας μεταξύ κάποιων πολιτικών και των ιδιοκτητών τηλεοπτικών σταθμών για την ακύρωση της συγκεκριμένης, σημαντικής, παρότι ατελούς και προβληματικής, νομοθετικής ρύθμισης είναι πολύ πρόσφατη για να έχει ξεχαστεί.

Ως προς την αντίρρηση που έχει προκύψει, αναφορικά με τον αριθμό των αδειών, οφείλουμε να θυμόμαστε ότι οι τηλεοπτικές συχνότητες είναι δημόσιος πόρος, ενώ το φάσμα των συχνοτήτων, ακόμα και μετά τη μετάβαση στην ψηφιακή εποχή, δεν είναι απεριόριστο. Επίσης, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας ότι ο αριθμός των αδειών σχετίζεται, παντού, με ορισμένα στοιχεία όπως είναι ο πληθυσμός και οι δυνατότητες της διαφημιστικής αγοράς.

Ως προς το ζήτημα που έχει προκύψει με τον προσδιορισμό, από τον νόμο, συγκεκριμένου αριθμού εργαζομένων, ανά τηλεοπτικό σταθμό, ανάλογα με την εμβέλειά του, κι αυτό εντάσσεται στην προσπάθεια για εύρυθμη λειτουργία υγιών σταθμών, οι οποίοι οφείλουν να παρέχουν ανθρώπινες συνθήκες εργασίας στο προσωπικό τους, με σεβασμό των εργασιακών δικαιωμάτων, αλλά και να διαθέτουν όλες τις απαραίτητες, σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες, εργασιακές ειδικότητες.

Και στις δύο περιπτώσεις, η αντίρρηση που προβάλλεται από διάφορες πλευρές, ότι δηλαδή θα πρέπει να αφήσουμε τα πάντα να αυτορυθμίζονται από την αγορά, είναι αβάσιμη, ανεφάρμοστη και πολιτικά επικίνδυνη. Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, ότι αυτήν τη στιγμή υπάρχουν περιοχές στον ελλαδικό χώρο, όπου δεν φτάνει το τηλεοπτικό σήμα, διότι είναι οικονομικά ασύμφορη η εγκατάσταση αναμεταδοτών. Ενα συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των πολιτών παραβιάζεται για χάρη στενά οικονομικών συμφερόντων. Για τη σημερινή κυβέρνηση, λοιπόν, οι νομικοί και δημοκρατικοί κανόνες οφείλουν να γίνονται σεβαστοί σε κάθε περίπτωση, και να μην καταστρατηγούνται στο όνομα οικονομικών συμφερόντων.

Το άλλο κεφαλαιώδες ζήτημα που ρυθμίζεται από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι αυτό της διασφάλισης παροχής δικτύου ψηφιακού σήματος σε όλη την επικράτεια, μέσα από τη δημιουργία αυτόνομης εταιρείας συνδεδεμένης με την ΕΡΤ. Αφήνοντας κατά μέρος, λόγω έλλειψης χώρου, τις υπόνοιες, οι οποίες έχουν εκφραστεί, εδώ και καιρό, για το γεγονός της ταυτόχρονης προκήρυξης του διαγωνισμού για τον πάροχο σήματος και του κλεισίματος της ΕΡΤ, οφείλουμε να σταθούμε σε ένα σημείο καίριας σημασίας. Παρά τις νομικές ακροβασίες της προηγούμενης κυβέρνησης, δεν είναι δυνατόν ο μοναδικός πάροχος δικτύου προς τους παρόχους περιεχομένου να είναι το καρτέλ των παρόχων περιεχομένου. Οχι μόνο γιατί η σημερινή κατάσταση αντίκειται στο Δίκαιο, αλλά και γιατί δημιουργείται με αυτό τον τρόπο ένα απαράδεκτο μονοπωλιακό καθεστώς, το οποίο πλήττει καίρια και την πολυφωνία. Η σημερινή κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να την προασπίσει. Κι αυτό θα πρέπει να γίνει κατανοητό από κάθε ενδιαφερόμενο.

* Η κ. Ράνια Σβίγκου είναι εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή