Ποιος φοβάται τον νεοφιλελευθερισμό

Ποιος φοβάται τον νεοφιλελευθερισμό

4' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν ο φιλόσοφος και οικονομολόγος (Βραβείο Νομπέλ 1974) Φρίντριχ Χάγιεκ έγραφε το 1960 στο βιβλίο του «Το Σύνταγμα της Ελευθερίας» ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο, με τον τίτλο «Γιατί δεν είμαι Συντηρητικός», ούτε καν μπορούσε να φανταστεί ότι οι καλύτεροι πολιτικοί εκφραστές του θα παρουσιάζονταν τη δεκαετία του 1980 στην Αγγλία και στις ΗΠΑ και θα ήταν απόλυτα Συντηρητικοί! Μιλάμε για τον Ρέιγκαν και τη Θάτσερ, που με το έργο τους άλλαξαν τον ρου της ιστορίας και έδωσαν νέα προοπτική στη Δύση και στον καπιταλισμό, ενώ ενταφίασαν άπαξ και διά παντός τον υπαρκτό σοσιαλισμό. Φαίνεται παράδοξο, αλλά δεν είναι, ο Χάγιεκ που αρνήθηκε και εναντιώθηκε στον συντηρητισμό, να γίνει ο μέντορας των πιο διάσημων και δυναμικών Συντηρητικών πολιτικών ηγετών. Η Θάτσερ, όταν κράδαινε το βιβλίο του Χάγιεκ στους Συντηρητικούς, και τους έλεγε σε αυτό το βιβλίο πιστεύουμε, ήξερε ότι στο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου ο Χάγιεκ εξηγούσε με το νι και με το σίγμα γιατί δεν είναι Συντηρητικός.

Αυτό ήταν το θάρρος της Μάργκαρετ Θάτσερ, που με αποφασιστικότητα πρώτα άλλαξε τους Βρετανούς Συντηρητικούς, μετά τη Μεγάλη Βρετανία και στο τέλος ολόκληρη τη Δύση και τον κόσμο όλο. Με τον Χάγιεκ η Θάτσερ ανανέωσε όλη τη συντηρητική σκέψη και πολιτική, με τον ίδιο τρόπο που έκανε ο Ρέιγκαν στις ΗΠΑ με τον Φρίντμαν, αλλάζοντας συθέμελα τους Ρεπουμπλικάνους. Αλλά η θεωρητική παρακαταθήκη του Χάγιεκ και η πολιτική παρακαταθήκη της Θάτσερ επηρέασε τόσο πολύ ακόμη και τους Εργατικούς, έτσι ώστε ο διάδοχος του Μέιτζορ, ο Τόνι Μπλερ, που ήταν όμως Εργατικός, να αλλάξει σε τέτοιο βαθμό τους Εργατικούς, ώστε η πολιτική τους να είναι μόνιμα στραμμένη υπέρ της ελεύθερης αγοράς. Αυτές οι θεμελιώδεις αλλαγές στον αγγλοσαξωνικό κόσμο μεταλαμπαδεύτηκαν στην ηπειρωτική Ευρώπη, έτσι ώστε ακόμη και οι Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες δύσκολα να ξεχωρίζουν από τους υπερασπιστές των λύσεων της ελεύθερης αγοράς στα συλλογικά μας προβλήματα στη Γηραιά Ηπειρο. Η σκέψη του Νεοφιλελεύθερου Χάγιεκ επέστρεψε στο μέρος που γεννήθηκε στην Κεντρική Ευρώπη ως πολιτική πράξη. Μεταβάλλοντας μάλιστα τόσο τους Συντηρητικούς όσο και τους Σοσιαλιστές. Ο Χάγιεκ όμως ήξερε και γι’ αυτό έγραφε ότι «υπερασπίζομαι τον φιλελευθερισμό» περισσότερο για να επηρεάσει όλο το πολιτικό γίγνεσθαι, παρά για να γίνει κάποιο συγκεκριμένο πολιτικό κίνημα ή κόμμα. Με αυτόν τον τρόπο ο νεοφιλελευθερισμός υιοθετήθηκε από τους Συντηρητικούς της Θάτσερ και με τον ίδιο τρόπο παραλλαγή του ακολουθήθηκε από τους Νέους Εργατικούς του Τόνι Μπλερ. Αυτό είναι η λύση του παράδοξου προσεταιρισμού του νεοφιλελευθερισμού από δεξιούς και αριστερούς, ενώ αμφότεροι προσπαθούν ερμαφρόδιτα να τον εφαρμόσουν για τα επείγοντα προβλήματα της δύσκολης πραγματικότητας, αλλοιώνοντας όμως και παραμορφώνοντας τις πιο πολλές από τις αρχές και τις αξίες του.

Μέσα από αυτήν τη διελκυστίνδα, που όμως απέχει παρασάγγας από την καθαρότητα του νεοφιλελευθερισμού, οι Φιλελεύθεροι εκούσια με το έργο τους ανανεώνουν τους Συντηρητικούς και αναμορφώνουν τους Σοσιαλιστές. Γι’ αυτό οι Φιλελεύθεροι είναι οι σημαντικότεροι εκφραστές και υπερασπιστές του πολιτικού κέντρου και της Δημοκρατίας. Αυτό όμως το τεράστιο επίτευγμά τους το πληρώνουν πολιτικά με τον αφανισμό τους, δίνοντας πότε την πρωτοκαθεδρία στους Συντηρητικούς και πότε στους Σοσιαλιστές. Χωρίς όμως την επίδραση του Νεοφιλελευθερισμού, όχι μόνον η Ευρώπη, αλλά ολόκληρη η Δύση θα είχε χρεοκοπήσει προ πολλού, και εάν ακόμη βρισκόμαστε σήμερα σε αυτήν τη δεινή θέση, οφείλεται στο αναμφισβήτητο γεγονός ότι έχουμε αφήσει ξανά το κράτος, τις ιεραρχίες του και τη γραφειοκρατία του να δώσουν λύσεις εκεί όπου είναι αδύνατον να πετύχουν ούτε καν το ελάχιστο.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στη χώρα μας. Στην Ελλάδα επιβλήθηκαν μνημόνια, ανορθολογικά, αναποτελεσματικά και βίαια αντιφιλελεύθερα. Τώρα αυτά γιατί στη δημόσια συζήτηση ονομάστηκαν νεοφιλελεύθερα, μόνον από την αντίστοιχη βιαιότητα της προπαγάνδας μπορεί να εξηγηθεί. Η Ευρώπη τουλάχιστον οφείλει να διορθώσει τη στάση της απέναντι στην Ελλάδα, εάν βέβαια δεν είναι πολύ αργά. Διότι αυτό το τρίτο μνημόνιο, εάν η Ελλάδα δεν βοηθηθεί, θα είναι και η χαριστική βολή. Υπεύθυνοι γι’ αυτήν τη χαριστική βολή δεν είναι ο νεοφιλελευθερισμός, αλλά οι διεθνείς μας δανειστές, Ε.Ε., ΕΚΤ, ΔΝΤ, όλες διακρατικές οντότητες, και οι κρατικές μας πολιτικές που υπερδάνεισαν ασύστολα και αλόγιστα μία μικρή οικονομία, την ελληνική, και κατόπιν αφρόνως την παρέδωσαν σε έναν Γολγοθά αποπληρωμής που οδήγησε στη σταύρωση της ελληνικής οικονομίας. Αν υπάρχει λοιπόν μία λύση για τα δεινά μας, αυτή είναι η νεοφιλελεύθερη λύση, που σημαίνει μείωση της φορολογίας, απόσυρση του κράτους από την οικονομία και απελευθέρωση των δυνάμεων της ελεύθερης αγοράς, της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και του επιχειρηματικού δαιμόνιου του Ελληνα, που κράτησε τον Ελληνισμό αθάνατο στους αιώνες, παρά τις μακρές και βάρβαρες κατακτήσεις που υπέστη σε όλη την ιστορία του. Σε όλη την ιστορία του έθνους μας, οι ελεύθερες και ανεμπόδιστες αγορές ήταν ο μόνιμος δρόμος και η σταθερή πορεία διαφυγής από τις δυσκολίες και, εν τέλει, οικονομικής ανάταξης του τόπου. Αυτή είναι η πυξίδα που πρέπει να κρατήσουμε σταθερά δίπλα από το τιμόνι του ελληνικού καραβιού, εάν θέλουμε πράγματι να περάσουμε τις συμπληγάδες, και όλα αυτά που έχουμε ζήσει μέχρι σήμερα να μοιάζουν σαν κακός εφιάλτης.

*Ο κ. Πάνος Ευαγγελόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή