Εχουμε μια ευκολία στην Ελλάδα να ομαδοποιούμε συλλήβδην τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου προκειμένου να υπηρετήσουμε πολιτικές και κομματικές στρατηγικές.
Το έκαναν πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας, υποθέτοντας (αφελώς;) ότι αρκεί μια πολιτική μεταβολή στην Αθήνα για να παρασύρει σαν ντόμινο την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία και να γεννηθεί από το πουθενά μια νέα «συμμαχία» κατά της λιτότητας που θα αποσταθεροποιούσε το γερμανικό «δόγμα» της Αγκελα Μέρκελ. Τα όρια και τη σοβαρότητα αυτής της ανάλυσης τα συνειδητοποιήσαμε από πρώτο χέρι το περασμένο καλοκαίρι.
Παρά τις κατά καιρούς ηχηρές διαψεύσεις, οι εμπνευστές αυτής της αόρατης, για την ώρα, «συμμαχίας του Νότου» επιμένουν. Μα δεν βλέπουμε όλοι οι υπόλοιποι τι συμβαίνει στην Πορτογαλία; Δεν παρακολουθούμε τις εξελίξεις στην Ισπανία και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Podemos εκεί; Δεν μας κάνει εντύπωση η επίμονη δυσανεξία του Ιταλού πρωθυπουργού με τη λιτότητα και τις πολιτικές του Βερολίνου; Στο κάδρο προστέθηκε από την Κυριακή και η Ιρλανδία, με τα αποτελέσματα των εκλογών να μην είναι καθόλου θετικά για τον κυβερνητικό συνασπισμό που έβγαλε τη χώρα από το ιρλανδικό μνημόνιο. «Νέα εστία αποσταθεροποίησης σε ακόμα μία χώρα της Ευρώπης», επιχαίρουν όσοι αναμένουν στωικά μια σημαντική ιδεολογική μετατόπιση στη Γηραιά Ηπειρο.
Η ενδιαφέρουσα πολιτική κινητικότητα σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες επιδέχεται πολλές αναγνώσεις. Παρά τις επιμέρους απώλειες και αντίθετα από όσα ζήσαμε στη δική μας χώρα, οι κατεστημένες πολιτικές δυνάμεις διατηρούν τον πρωταγωνιστικό τους ρόλο. Υπενθυμίζουμε ότι, και στην Πορτογαλία και στην Ισπανία αλλά και στην Ιρλανδία, πρώτα αναδείχθηκαν κόμματα της Κεντροδεξιάς. Στην Ιταλία κυβερνάει το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του Ματέο Ρέντσι. Οσο για το Podemos, που στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ σπεύδουν να οικειοποιηθούν, οι διαφορές ανάμεσα στους δύο σχηματισμούς ανταγωνίζονται τις διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες μας.
Το βασικότερο πρόβλημα με το φανταστικό «μπλοκ» από κράτη του Νότου που θα αλλάξουν κάποια ημέρα την Ευρώπη είναι ότι παραβλέπει την εξαιρετική περίπτωση της Ελλάδας. Καμία χώρα δεν θέλει να μοιράζεται το ίδιο κάδρο μαζί μας, όχι γιατί είναι ρατσιστές ή γιατί μας ζηλεύουν, αλλά γιατί αντιλαμβάνονται την ιδιαιτερότητα της ελληνικής περίπτωσης και το σχεδόν «τοξικό» της περιεχόμενο. Οποιος ταξιδεύει σήμερα στην Ιταλία και στην Ισπανία το αντιλαμβάνεται εξίσου: η ψαλίδα ανάμεσα σε εμάς και στους άλλους όλο και μεγαλώνει. Και η απόκλιση δεν αφορά τόσο την οικονομία. Είναι όλα τα υπόλοιπα που μας κάνουν εξωτικούς, για όλους τους λάθος λόγους. Από την εικόνα των δημόσιων χώρων και την έκθεση του πολίτη σε πνευματικά και οπτικά ερεθίσματα μέχρι την οικονομική ελευθερία και το ελάχιστο consensus για βασικές, αυτονόητες αξίες της δυτικής δημοκρατίας, το πολιτισμικό χάσμα διαρκώς αυξάνεται. Δραματικά.