Νέο ορόσημο για την αξιολόγηση θέτει το Μαξίμου

Νέο ορόσημο για την αξιολόγηση θέτει το Μαξίμου

2' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η 9η Μαρτίου, ημερομηνία συνεδρίασης του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, είναι το νέο ορόσημο που θέτει η κυβέρνηση όσον αφορά το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης. Ο κυβερνητικός σχεδιασμός και ο «οδικός χάρτης» για την έξοδο από τα μνημόνια με την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος περιλαμβάνουν τη συγκεκριμένη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ ως ένα από τα πιο σημαντικά ορόσημα, καθώς τότε θα πρέπει να ληφθεί η απόφαση για ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, προκειμένου να αρχίσει έγκαιρα η προετοιμασία για δοκιμαστικές εξόδους στις αγορές μέσα στους επόμενους μήνες. Επισήμως, η κυβέρνηση διατυμπανίζει σε όλους τους τόνους ότι δεν πρόκειται σε καμιά περίπτωση να δεχθεί μέτρα για μετά το 2018. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, έσπευσε χθες να διαψεύσει κατηγορηματικά πληροφορίες για αύξηση ΦΠΑ, κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις ή μείωση του αφορολογήτου. Οπως είπε, παραμένει σταθερή η θέση της κυβέρνησης «όχι νέα μέτρα για μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018». Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Τζανακόπουλος εμφανίστηκε σίγουρος ότι θα αρκούσε για το κλείσιμο της διαπραγμάτευσης μια συμφωνία επί των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, που θα άλλαζε τα δεδομένα όσον αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα για μετά το 2018 και θα οδηγούσε σε προσδιορισμό τους στο 2,5% και 1% για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.

Με βάση το επίσημο κυβερνητικό αφήγημα, πάντως, δεν απαντάται το ερώτημα πώς θα γεφυρωθούν οι διαφορές, οι οποίοες έχουν καθυστερήσει μέχρι τώρα την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Ξορκίζοντας την προοπτική συμβιβασμού με νέα μέτρα, ο κ. Τζανακόπουλος επέμεινε χθες ότι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης παρεμποδίζεται από ένα πολιτικό και όχι τεχνικό ζήτημα, καθώς, όπως είπε, η Ελλάδα έχει υλοποιήσει στο ακέραιο τις δεσμεύσεις της. Η εκκρεμότητα της συμμετοχής και με ποιο τρόπο του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και οι διαφορετικές εκτιμήσεις του Ταμείου και των υπολοίπων θεσμών, σε σχέση με τα πρωτογενή πλεονάσματα και το Μεσοπρόθεσμο, είναι για την κυβέρνηση ένα ζήτημα που θα πρέπει να επιλυθεί με πολιτική διαπραγμάτευση.

Την ίδια στιγμή, πάντως, που η κυβέρνηση προσδιορίζει ένα χρονοδιάγραμμα με σχετικά στενά χρονικά περιθώρια, καθώς για να λάβει μια θετική εισήγηση από το Δ.Σ. της ΕΚΤ θα πρέπει μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος θέλησε να μεταθέσει την πίεση προς την άλλη πλευρά, λέγοντας ότι δεν είναι η Αθήνα που πιέζεται, καθώς «δεν έχουμε άμεσες χρηματοδοτικές ανάγκες». Εκτίμησε, μάλιστα, ότι είναι η ευρωπαϊκή πλευρά που αντιμετωπίζει πίεση από τον επικείμενο εκλογικό κύκλο που θα ανοίξει στην Ευρώπη και δεν επιθυμεί κανείς να εισέλθει σε προεκλογικούς ρυθμούς με το βάρος του ελληνικού ζητήματος. Την ίδια στιγμή, άφησε να εννοηθεί ότι εάν δεν κλείσουν την αξιολόγηση σύντομα και εγκαίρως, οι εταίροι θα φέρουν την ευθύνη για επαναφορά μιας τεχνητής αστάθειας, που, με βάση τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, δεν δικαιολογείται. Οπως είπε ωστόσο ο κ. Τζανακόπουλος, «οι φιλόδοξοι στόχοι για 1,75% πρωτογενές πλεόνασμα το 2017 είναι που καθιστούν αναγκαία την ταχεία ολοκλήρωση της αξιολόγησης».

Φαίνεται, πάντως, ότι η κυβέρνηση επενδύει σε στήριξη από την πλευρά της ΕΚΤ και κυρίως στην πίεση που εκτιμά ότι θα ασκήσει η τράπεζα το αμέσως προσεχές διάστημα προς όλες τις πλευρές και κυρίως προς το ΔΝΤ για πρόοδο στη διαπραγμάτευση και κλείσιμο της αξιολόγησης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή