Απλή αναλογική στις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου δεν υπάρχει

Απλή αναλογική στις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου δεν υπάρχει

3' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αλήθεια,  σε ποιες χώρες εφαρμόζεται η απλή αναλογική; Το ερώτημα δεν διατυπώνεται άνευ λόγου, καθώς πρόθεση της κυβέρνησης είναι να την επιβάλει ως μόνιμο εκλογικό σύστημα, εισηγούμενη να υπάρξει σχετικό άρθρο ακόμη και στο Σύνταγμα. Πληροφορίες, μάλιστα, που δημοσίευσε η «Κ», θέλουν τον ΣΥΡΙΖΑ να δρομολογεί δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση, εντάσσοντας σε αυτό και ερώτημα για την απλή αναλογική, με προφανή στόχο να καταδείξει ότι η βούλησή του απηχεί την επιθυμία της πλειοψηφίας.

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, όμως, έχει ενδιαφέρον να δούμε σήμερα πώς ψηφίζουν οι άλλες χώρες, θυμίζοντας προηγουμένως την κεντρική ιδέα του μοντέλου των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που θα εφαρμοσθεί στις μεθεπόμενες εκλογές και θα επιβληθεί ως μόνιμο σύστημα αν στην επόμενη Βουλή δεν υπάρξουν τουλάχιστον 151 βουλευτές που θα συμφωνήσουν να το αλλάξουν. Κατανέμει όλες τις έδρες –δηλαδή και τις 300– με απόλυτη αναλογικότητα σε όσα κόμματα πιάσουν στην επικράτεια πάνω από 3%. Γεγονός που καθιστά βεβαίως την αυτοδυναμία εντελώς αδύνατη, καθώς για να φτάσει ένα κόμμα μόνο του στις 151 έδρες, πρέπει να συγκεντρώσει άνω του 48,5%.

Ας ξεκινήσουμε από τις χώρες του G7 που έχουν κατά τεκμήριο τα πιο επιτυχημένα εκλογικά μοντέλα. Στην Αμερική, τη Βρετανία και τον Καναδά ισχύει ως γνωστόν ένα αμιγώς πλειοψηφικό σύστημα που ευνοεί τον δικομματισμό. Στις ΗΠΑ, το κόμμα που κερδίζει τις εκλογές σε κάθε πολιτεία παίρνει στη Βουλή όλες τις έδρες της πολιτείας (όπως και ο πρόεδρος τους εκλέκτορες), ενώ στη Βρετανία και στον Καναδά βουλευτές εκλέγονται όσοι με σχετική πλειοψηφία επικρατούν στις μονοεδρικές περιφέρειες στις οποίες είναι χωρισμένη η επικράτεια.

Απολύτως πλειοψηφικό –σε δύο γύρους– είναι το σύστημα και στη Γαλλία. Τα κόμματα κατεβάζουν την πρώτη Κυριακή από έναν υποψήφιο σε κάθε μονοεδρική περιφέρεια και στην επαναληπτική διαγωνίζονται μόνο όσοι έχουν άνω του 12,5% –συνήθως 2 ή 3 υποψήφιοι– προκειμένου να εκλεγούν στη Βουλή οι πρώτοι. Για να καταλάβει κανείς πόσο αποθαρρυντικά λειτουργεί αυτό το σύστημα για τα ακραία κόμματα, αρκεί μια λεπτομέρεια στην οποία λίγοι έδωσαν σημασία. Η Μαρίν Λεπέν στο υπό διάλυση γαλλικό Κοινοβούλιο διαθέτει μόλις 2 από τις 577 έδρες (αν και είχε πάρει 13,5% στις προηγούμενες εκλογές), ενώ και στις επικείμενες δεν έχει πολλές ελπίδες να αυξήσει εντυπωσιακά τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις της, καθώς στον β΄ γύρο όλα τα κόμματα είναι βέβαιο ότι θα συνασπιστούν εναντίον των υποψηφίων της.

Το γερμανικό μοντέλο, πάλι, έχει την πρωτοτυπία οι ψηφοφόροι να μπορούν να ψηφίζουν άλλον βουλευτή στις μονοεδρικές περιφέρειες και διαφορετικό κόμμα στην επικράτεια (εκλέγονται βουλευτές και με λίστα). Και αυτό το σύστημα, ωστόσο, αν και είναι αναλογικότερο από τα προαναφερθέντα, έχει ως φράγμα το 5% για να μπει ένα κόμμα στη Βουλή, ευνοώντας έτσι τις μεγάλες παρατάξεις.

Πλειοψηφικό είναι και το σύστημα ακόμη μιας χώρας του G7, της Ιαπωνίας, καθώς τα 2/3 των εδρών της προκύπτουν από μονοεδρικές περιφέρειες, ενώ το σύστημα «ντοντ», που επίσης πριμοδοτεί τα μεγάλα κόμματα εις βάρος των μικρών, εφαρμόζουν Ισπανία και Πορτογαλία.

Τέλος, ακόμη και στην Ιταλία, που είχε ως πάγιο εκλογικό μοντέλο την απλή αναλογική, οι πολιτικοί της, διαπιστώνοντας ότι αυτή είχε ως συνέπεια ο μέσος χρόνος ζωής κάθε κυβέρνησης να είναι μόλις 10 μήνες, καθιέρωσαν τα τελευταία χρόνια ένα από τα πλέον πλειοψηφικά συστήματα. Το πρώτο κόμμα –ή ο συνασπισμός κομμάτων που θα κερδίσει– παίρνει το 55% των εδρών ανεξαρτήτως του ποσοστού του!

Με τα δεδομένα αυτά, το ερώτημα είναι ποιο άραγε μοντέλο είναι αυτό που ενέπνευσε τον ΣΥΡΙΖΑ; Η απάντηση μπορεί να βρεθεί μόνον σε κάποιες βορειοευρωπαϊκές χώρες, καθώς σε αυτές όντως υπάρχουν αναλογικά συστήματα. Με δύο σημαντικές διαφορές όμως. Η πρώτη είναι ότι το όριο που έχουν ακόμη και αυτές οι χώρες για να μπει ένα κόμμα στη Βουλή είναι μεγαλύτερο του 3% (το σύνηθες είναι 5%, ενώ στην Πολωνία φτάνει το 7%), με συνέπεια να αποθαρρύνεται η καταστροφική πολυδιάσπαση της Βουλής.

Η δεύτερη διαφορά είναι ακόμη πιο ουσιώδης. Στις χώρες αυτές υπάρχει εδώ και δεκαετίες κουλτούρα κυβερνητικών συνεργασιών, δηλαδή η ανάγκη συναίνεσης είναι εμπεδωμένη και στους πολιτικούς και στους πολίτες.

Με αυτό, όμως, το δεδομένο άλλο είναι το ερώτημα που οφείλει να απαντήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αν επιθυμεί την απλή αναλογική για να ενθαρρύνει μια τέτοια κουλτούρα συναίνεσης και όχι για να εκβιάσει την παραμονή του στην εξουσία, γιατί άραγε δεν την καλλιέργησε ήδη εδώ και δύο χρόνια;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή