Η συμφωνία των Πρεσπών και η κοινωνία

Η συμφωνία των Πρεσπών και η κοινωνία

2' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Θ​​α μπορούσε να υποστηριχθεί στοχαστικά ότι η συμφωνία των Πρεσπών ανταποκρίνεται στην πολιτική συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας; Το ερώτημα από μόνο του είναι μια απάντηση σε όλους τους αγοραία αντιαισθητικούς τρόπους που επιλέχθηκαν, ώστε να παρουσιαστεί η συμφωνία ωσάν να ήταν γεγονός εσωτερικής πολιτικής. Xωρίς δηλαδή το πιο σημαντικό στοιχείο της: την απρόσκοπτη διατύπωση εκ μέρους της ΠΓΔΜ του αιτήματος να ενταχθεί στους ευρωπαϊκούς αμυντικούς και οικονομικούς θεσμούς ενοποίησης και να συγκαθορίσει με την επιλογή της τα γεωστρατηγικά δεδομένα της περιοχής.

Μετά την υποβάθμιση της κρίσιμης αυτής διάστασης, οι υπερασπιστές της συμφωνίας επαίρονται ότι είναι σε θέση να προβλέψουν επακριβώς και τα επόμενα βήματα. Πιστεύουν μάλιστα ότι εκείνα θα είναι επ’ αγαθώ της χώρας μας. Υποστηρίζουν επιπλέον ότι η συμβολή της αντιπολίτευσης σε αυτή την πανδαισία είναι ήκιστα γενναιόφρων και φοβική, ευκαιριακή και ανακόλουθη, κυρίως όμως υποκριτική· επομένως αντιπαραγωγική.

Εστω και έτσι, το ερώτημα παραμένει: ποια θεμελίωση θα καθιστούσε τη συμφωνία απρόσβλητη ή τουλάχιστον ισχυρή στο πολιτικό περιβάλλον της χώρας μας; Η απάντηση θα απέκλειε προς το παρόν τις τεχνικές πλευρές της συμφωνίας (όχι επειδή είναι αδιάφορες· αντιθέτως, η μελέτη τους επίκειται και θα φωτίσει και άλλο τις κακοφωτισμένες όψεις της).

Επίσης αποκλείεται κάθε επίδειξη προς μια αυτονόητη αλήθεια, που τη διαθέτει μόνο ο ένας από τους δύο συνομιλητές. Τέτοιου είδους επιδείξεις βασίζονται συνήθως σε με οικτρή χρήση της γλώσσας και συμμερίζονται την ιδέα ότι τόσο η άγνοια, η απόκρυψη ή η ασάφεια στα εμπειρικά δεδομένα όσο και η ακυριολεξία, οι παρασιωπήσεις και οι πομπώδεις εκφράσεις αφήνουν ανεπηρέαστη την ορθή σκέψη.

Θα αποκλείαμε επιπλέον κάθε φυγή προς τα εμπρός. Δεν υπάρχει μέλλον χωρίς δυναμικά στοιχεία, χωρίς τυχαιότητες, χωρίς αλλαγές συσχετισμών. Το μέλλον επίσης δεν είναι δικό μας μόνο – μέλλον ενδόστροφο και ενδοσκοπικό, που επαναλαμβάνει τα γραφειοκρατικά και αστυνομευτικά πρότυπα της «κυβερνητικότητας» για την πειθάρχηση της κοινωνίας.

Δεν μπορούμε να ξαναζεστάνουμε, τέλος, θεωρητικές συλλήψεις συγκροτημένες σε άλλες εποχές και να τις προσφέρουμε ως την αυτάρεσκη συμβολή μας στο ζήτημα. Η κατανόηση της πραγματικότητας προηγείται και ακολουθεί η όποια εκτόξευσή μας στον αστερισμό των «μετά». Οι ανιστόρητες αναφορές σε ένα ειδυλλιακό παρελθόν της «βαλκανικής ενδοχώρας», η λήθη για τις οξείες αντιπαραθέσεις, πάνε μαζί με τις αγέρωχες και άκριτες επαναλήψεις των λόγων τού οποιουδήποτε θεωρητικού στοχαστή. Είναι σημάδια της διανοητικής κόπωσής μας και της έκπτωσης του λόγου σε γεροντική μωρολογία: «γραών ύθλους» την έλεγε ο Πλάτωνας· ανακουφιστική ονειροπόληση η σεφερική ποιητική. Αυτές οι φαντασιακές υποκαταστάσεις δεν αρκούν να κρύψουν ούτε τις έξωθεν πιέσεις ούτε το έλλειμμα σε δημοκρατικό διάλογο, σε αλληλεγγύη και συνέργειες, που είναι τόσο απαραίτητες στην περιοχή.

Η εκπεφρασμένη ευαισθησία της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στις πραγματικές ή φερόμενες παραχωρήσεις είναι το δεδομένο που υπερβαίνει το ασφυκτικό περιβάλλον της κρίσης και στοιχίζει τη στάση των Ελλήνων με προβληματισμούς που διατυπώνονται για άλλα θέματα στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Δεν πρόκειται για ανορθολογικές πιέσεις του κοινωνικού σώματος, όπως συνήθως υπονοείται. Πρόκειται για μια αμφισβήτηση όχι προς τις μεταπολεμικές κρυσταλλώσεις στην ήπειρο, όπως επίσης συνήθως λέγεται, αλλά απέναντι στην τάση των πολιτικών να αποκλείσουν περαιτέρω τους πολίτες από τη λήψη των αποφάσεων. Η επίσημη ρητορική για τη συμφωνία διαπράττει σχετικά ένα κρίσιμο λάθος. Επιχειρεί να πείσει ότι οι επιφυλάξεις των πολιτών είναι συναισθηματικές, ανακλαστικές, συσκευασμένες όπως όπως από παλιοκαιρίσια υλικά. Δείχνει ότι δεν κατανοεί. Η Παιδεία από την εποχή του Φρίντριχ Σίλερ είναι ο κύριος τρόπος με τον οποίο διαμορφώνονται οι πολίτες στις κοινωνίες μας. Αυτή ακριβώς η ηθική λειτουργία της Παιδείας επισημαίνει με ακρίβεια τη διαδρομή που έχει να διανύσει όποιος επιθυμεί να συμπορευθεί με τους πολίτες.

* Ο κ. Χάρης Μελετιάδης είναι καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή