Η δύσκολη συνεργασία πολιτικών και κεντρικών τραπεζιτών

Η δύσκολη συνεργασία πολιτικών και κεντρικών τραπεζιτών

2' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ακόμα μία φορά οι πολιτικοί προσπαθούν να εκφοβίσουν τις κεντρικές τράπεζες, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ και οι ομόλογοί του στην Ινδία, στην Τουρκία, στη Ρωσία και στη Νότια Αφρική. Αυτό, που κάνουν, είναι να διαμαρτύρονται, επειδή οι ασκούντες τη νομισματική πολιτική εναντιώνονται στη λαϊκή βούληση. Μπορεί οι πιέσεις που ασκούν να είναι δικαιολογημένες, αλλά ταυτόχρονα είναι και λανθασμένες. Ως επί το πλείστον οι εκλεγμένοι ηγέτες, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, επιθυμούν οι κεντρικές τράπεζες να διατηρούν χαμηλά τα επιτόκια και να μην ανησυχούν ιδιαίτερα για τους χαλαρούς όρους χορήγησης δανείων.

Ενίοτε η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη. Στην Ευρωζώνη, λόγου χάριν, ασκείται κριτική στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με την αγορά τίτλων, επειδή με τον τρόπο αυτό δίδονται εμμέσως επιδοτήσεις στις οικονομικά ασθενέστερες χώρες-μέλη. Συνήθως μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις και σε χώρες με μη δημοκρατικά καθεστώτα, όπως η Βενεζουέλα και η Ζιμπάμπουε, οι δικτάτορες αγνοούν πλήρως τις κεντρικές τράπεζες και ασκούν την οικονομική πολιτική που θεωρούν ότι εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντά τους.

Οπουδήποτε αλλού τόσο οι πολιτικοί όσο και οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών επιδιώκουν χαμηλά επιτόκια, σταθερή οικονομική ανάπτυξη και ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα απαλλαγμένο από τοξικά επενδυτικά προϊόντα. Παρά ταύτα, διατυπώνεται ένα σοβαρό ερώτημα: ποιος αποφασίζει τον ενδεδειγμένο τρόπο επίτευξης των στόχων αυτών και πόση, τελικά, ελευθερία κινήσεων θα πρέπει να έχουν οι κεντρικές τράπεζες να καθορίσουν την πολιτική τους; Στην όλη συζήτηση επικρατεί σύγχυση, η οποία προκαλείται από δύο μύθους. Ο ένας έχει να κάνει με το ότι οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών μπαίνουν στον πειρασμό να πιστέψουν ότι το να υπάρξει ένα καθεστώς τεχνοκρατικό με αυτούς επικεφαλής είναι μία ρεαλιστική πιθανότητα. Ο άλλος αφορά τη φαντασίωση των πολιτικών για την ισχύ των παρεμβάσεών τους στα νομισματικά.

Βέβαια, ακόμα και οι πιο γνήσιοι οπαδοί της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών παραδέχονται ότι το έργο τους λαμβάνει πολιτική χροιά σε εξαιρετικές περιστάσεις. Λόγου χάριν, τα επείγοντα μέτρα, που ελήφθησαν στις ανεπτυγμένες οικονομίες το 2008 και το 2009, τα οποία συνοδεύθηκαν από την πολύ χαλαρή νομισματική πολιτική της τελευταίας δεκαετίας, πιθανώς να μπορούν να θεωρηθούν ως μία εξαίρεση μεγάλου μεγέθους και μακράς διάρκειας. Ακόμα κι έτσι, όμως, δεν απονομιμοποιείται η βασική αρχή της πολιτικής ουδετερότητας, όπως και το ότι αναστέλλονται τα ατομικά δικαιώματα εν καιρώ πολέμου δεν σημαίνει πως οι δημοκρατίες είναι συγκεκαλυμμένες δικτατορίες. Η εικόνα είναι παραπλανητική. Οι κεντρικές τράπεζες σαφώς και ασκούν πολιτική. Τα επιτόκια επηρεάζουν τον διαχωρισμό των εισοδημάτων μεταξύ των γενικά προνομιούχων δανειστών και των συνήθως φτωχότερων δανειοληπτών. Η ρύθμιση των τραπεζικών υπηρεσιών μπορεί να βοηθήσει διαφορετικές κοινωνικοοικονομικές ομάδες και κλάδους. Οι πολιτικοί νομιμοποιούνται να ζητήσουν μεγαλύτερη συμμετοχή σε τέτοια ουσιωδώς πολιτικά ζητήματα, αλλά πρέπει να προσέξουν πώς θα το κάνουν. Οι αντεγκλήσεις μεταξύ υπερβολικά αμυντικών διοικητών κεντρικών τραπεζών και ανοήτως επιθετικών πολιτικών είναι αποκαρδιωτικές. Σε έναν κόσμο χωρίς τυχοδιώκτες πολιτικούς ή αλαζόνες διοικητές η συνεργασία μεταξύ τους θα εθεωρείτο κάτι φυσικό.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή