O προπονητής που ήξερε να κρατάει τις ισορροπίες

O προπονητής που ήξερε να κρατάει τις ισορροπίες

5' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι παίκτες «φτιάχνουν» τον προπονητή ή ο προπονητής τους παίκτες; Πρόκειται για ένα ερώτημα το οποίο δύσκολα βρίσκει απάντηση στον αινιγματικό χώρο του ποδοσφαίρου. Είναι γεγονός πως διαχρονικά όσες ομάδες κατάφεραν να εκπληρώσουν τους στόχους τους είχαν στους πάγκους τους ανθρώπους που ήξεραν να διαχειρίζονται καλά το υλικό που διέθεταν. Πολλοί θεωρούν ότι σε αυτήν την κατηγορία των «καλών διαχειριστών» βρίσκεται και ο Χέλμουτ Σεν, ο προπονητής που οδήγησε τη Δυτική Γερμανία στην κατάκτηση του Μουντιάλ το 1974, του Εuro το 1972, στη δεύτερη θέση του Π.Κ. του 1966 και στην τρίτη σε αυτό του 1970. Αλλοι, θεωρούν τον Σεν έναν από τους κορυφαίους τεχνικούς στην Ιστορία του ποδοσφαίρου, έχοντας ως ατράνταχτο επιχείρημα τις σπουδαίες διακρίσεις του.

Ο Χέλμουτ Σεν γεννήθηκε στα μέρη της Ανατολικής Γερμανίας και συγκεκριμένα στη Δρέσδη, στις 15 Σεπτεμβρίου 1915. Ο πατέρας του ήταν έμπορος έργων τέχνης και είχε ελάχιστο ενδιαφέρον για τον αθλητισμό. Ο Σεν, που αγαπούσε το ποδόσφαιρο, έπεισε τον πατέρα του να τον αφήσει να ασχοληθεί με τη «στρογγυλή θεά», βάζοντας ως όρο να ακολουθήσει το επάγγελμα του τραπεζικού υπαλλήλου.

Η αρχικά δειλή ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο τον έφερε στους κορυφαίους συλλόγους της Δρέσδης, αργότερα στη Χέρτα Βερολίνου και ενδιάμεσα στην εθνική Γερμανίας, με την οποία σκόραρε 17 γκολ σε 16 αναμετρήσεις! Κάπου εκεί η καριέρα του τραπεζοϋπαλλήλου κλειδώθηκε στο… χρηματοκιβώτιο.

Εχοντας παραμελήσει τα αγωνιστικά του καθήκοντα λόγω του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ενός σοβαρού τραυματισμού στο γόνατο, ο Σεν συνέχισε τον αθλητισμό από άλλο πόστο. Είχε μεγάλη αγάπη για την προπονητική και αρχικά προσελήφθη το 1949 από τη Σοβιετική Ενωση ως υπεύθυνος προπονητής του κρατιδίου της Σαξονίας. Το 1950 επέστρεψε με δική του πρωτοβουλία στη Δυτική Γερμανία και ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του κρατιδίου του Ζάαρλαντ. Το Ζάαρλαντ είχε «γεννηθεί» μέσα από τον Πόλεμο και ήταν αυτόνομο μέχρι το 1956. Η εθνική ομάδα της χώρας, μάλιστα, υπό τις οδηγίες του Σεν πήρε μέρος στα προκριματικά του Μουντιάλ του 1954, αντιμετωπίζοντας τη Δυτική Γερμανία, χάνοντας με 3-0 και 1-3. Ο Σεν ήταν προπονητής και της κορυφαίας ομάδας της χώρας, της Σάαρμπρικεν. Η ένταξη του κρατιδίου του Σάαρ στη Δυτική Γερμανία το 1956 έφερε τον Σεν δίπλα στον Ζεπ Χέρμπεργκερ, ο οποίος ήταν προπονητής της εθνικής ομάδας από το 1936! Ο Χέρμπεργκερ είχε οδηγήσει τα «πάντσερ» στην κατάκτηση του Μουντιάλ το 1954, στη Βέρνη, κόντρα στην πανίσχυρη Ουγγαρία.

Ως βοηθός του Χέρμπεργκερ, ο Σεν άρχισε να διαμορφώνει τον δικό του προπονητικό χαρακτήρα και να εμφανίζεται ως ο κατάλληλος άνθρωπος για να διαδεχθεί τον σημαντικότερο –μέχρι εκείνη τη στιγμή– άνθρωπο του ποδοσφαίρου σε ολόκληρη τη χώρα. Πήρε τη σκυτάλη το 1964 και η παρουσία του στον πάγκο της Δυτικής Γερμανίας συνέπεσε με την εμφάνιση μιας τρομερά ταλαντούχας γενιάς παικτών. Του Φραντς Μπεκενμπάουερ, του Ζεπ Μάγιερ, του Γκερντ Μίλερ, του Βόλφγκανγκ Οφερατ, του Ούλι Χένες, του Γιουπ Χάινκες, του Μπέρτι Φογκτς, του Πολ Μπράιτνερ.

Το βάρος στις πλάτες του Σεν ήταν μεγάλο, αφού όλοι έβλεπαν πως οι δυνατότητες της ομάδας ήταν τεράστιες. Εκείνος έπρεπε απλώς να βρει τις κατάλληλες ισορροπίες…

Το αποκορύφωμα του 1974

Το παρουσιαστικό του Χέλμουτ Σεν δεν απείχε από το κλασικό αυστηρό γερμανικό πρότυπο. Ψηλός, με βλοσυρό ύφος και σήμα κατατεθέν πάντα μια τραγιάσκα στο κεφάλι. Ωστόσο, δεν είχε τη φήμη του σκληρού προπονητή. Αντίθετα, άφηνε αρκετή ελευθερία στους παίκτες του, σε σημείο, μάλιστα, να κατηγορηθεί ότι στην ομάδα δεν κάνει κουμάντο ο ίδιος…

Τα πρώτα δείγματα της δουλειάς του φάνηκαν στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966 στην Αγγλία. Εφτασε ώς τον τελικό του Γουέμπλεϊ, όπου έχασε από την οικοδέσποινα χώρα με 4-2. Τότε είχε κατηγορηθεί πως περιόρισε τον Μπεκενμπάουερ πάνω στο μαρκάρισμα του Μπόμπι Τσάρλτον. Στο επόμενο Μουντιάλ, το 1970 στο Μεξικό, η τρίτη θέση θεωρήθηκε επιτυχία και δύο χρόνια μετά ήρθε ο πρώτος τίτλος. Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1972, η Γερμανία κυριάρχησε στα γήπεδα του Βελγίου, παίρνοντας και μία μικρή εκδίκηση από την Αγγλία, την οποία είχε αποκλείσει στα προκριματικά με επιβλητική νίκη στο Γουέμπλεϊ με 3-1. Σε εκείνο το παιχνίδι ο «Κάιζερ» Μπεκενμπάουερ είχε δώσει μία μοναδική παράσταση, οργανώνοντας το παιχνίδι από τη θέση του λίμπερο. Το πρόγευμα του Βελγίου δεν ήταν αρκετό και το Π.Κ. του 1974, στη Γερμανία, ήταν η μεγάλη ευκαιρία.

Η ήττα από την Ανατολική Γερμανία με 1-0 στην πρώτη φάση των ομίλων προκάλεσε πολλούς κλυδωνισμούς. Πολλοί, μάλιστα, ζήτησαν την άμεση απομάκρυνση του Σεν από τον πάγκο της ομάδας! Τελικά, η ηρεμία επανήλθε λόγω και της νικηφόρου πορείας μέχρι τον τελικό, με αντίπαλο την Ολλανδία του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου. Οι Γερμανοί δεν σταμάτησαν ούτε εκεί, επικρατώντας με 2-1 της παρέας του Κρόιφ. Για κάποιους ο Σεν ήταν ο πρωτεργάτης της επιτυχίας, ενώ για κάποιους άλλους ήταν ο Μπεκενμπάουερ αυτός που κρατούσε τα ηνία της ομάδας.

Διπλωμάτης και παθιασμένος με το ποδόσφαιρο

Το 1978, έχοντας συμπληρώσει 14 χρόνια στον πάγκο της Δυτικής Γερμανίας, έπεσαν οι τίτλοι τέλους για τον Χέλμουτ Σεν στο Μουντιάλ της Αργεντινής. Ο απροσδόκητος αποκλεισμός από την Αυστρία στη δεύτερη φάση της διοργάνωσης, σήμανε και την ανανέωση της ομάδας η οποία ξεκίνησε από την απομάκρυνση του προπονητή.

Ο Σεν ήταν ένας συντηρητικός προπονητής, ο οποίος φημιζόταν για τις στοχευμένες κινήσεις του κατά τη διάρκεια ενός αγώνα. Διακρινόταν για την ηρεμία και την αυτοπεποίθησή του, ενώ μεγάλο του παράπονο ήταν πως ποτέ δεν τον εμπιστεύθηκε ένας μεγάλος σύλλογος. Δεν ήταν ο προπονητής που θα χτυπούσε το χέρι στο τραπέζι για να επιβληθεί. Σε όλες τις καταστάσεις θα επέλεγε τον ομαλό δρόμο χωρίς να επιθυμεί συγκρούσεις.

Αφήνοντας τον πάγκο της Γερμανίας, στα 63 του, ο Σεν παρέμεινε απλός παρατηρητής του ποδοσφαίρου. Σπάνια έδινε συνεντεύξεις και μιλούσε για άλλους προπονητές. Ταξίδευε όπου μπορούσε για να παρακολουθήσει τους αγώνες της «νάσιοναλ μάνσαφτ», αφού πάντα ήθελε να ζει από κοντά το παιχνίδι: «Στο γήπεδο, μπορείς να ακούσεις τους παίκτες να λαχανιάζουν. Να φωνάζουν. Να τους δεις ενθουσιασμένους ή απελπισμένους. Πού αλλού μπορεί κάποιος να πάρει τέτοιες εικόνες; Οσο πιο κοντά μπορείς να δεις έναν αγώνα ποδοσφαίρου, τόσο το καλύτερο», δήλωνε. Το Μουντιάλ του 1986 στο Μεξικό ήταν και το τελευταίο που παρακολούθησε διά ζώσης. Στα επόμενα χρόνια «χτυπήθηκε» από τη νόσο του Αλτσχάιμερ και αδυνατούσε να απολαύσει το ποδόσφαιρο που τόσο αγαπούσε.

Πέρασε τις τελευταίες του στιγμές σε έναν οίκο ευγηρίας στο Βισμπάντεν, έχοντας πάντα δίπλα του τη γυναίκα του, Αννα Μαρία και τον γιο του, Στέφαν. Στις 23 Φεβρουαρίου 1996 άφησε την τελευταία του πνοή, με τη γερμανική ομοσπονδία ποδοσφαίρου να τον τιμά για τη σπουδαία προσφορά του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή