«Ο εξόριστος της Αμφίπολης»

«Ο εξόριστος της Αμφίπολης»

2' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μάτια λαμπερά και πρόσωπο ακτινοβολούσας ευφυΐας. Φοιτήτρια εικοσάχρονη σε σχολή της Αθήνας. Λύγισε υπό το βάρος των προβολέων και της έκθεσης, το άγχος της έγινε αμέσως εμφανές μόλις άρχισε το τηλεοπτικό παιχνίδι γνώσεων. Θα μπορούσε να συμβεί στον οποιονδήποτε. Η ερώτηση ήταν η εξής: Κοντά στο λιμάνι ποιου νησιού, τον Αύγουστο του 1940, βυθίστηκε το πολεμικό μας «Ελλη»; Α: Σύρο. Β: Πάρο.Γ: Τήνο. Δ: Μύκονο. Η φοιτήτρια απέρριψε το Δ (νησί-παγίδα;) επιλέγοντας τη Σύρο, παγώνοντας το βλέμμα του ηθοποιού-παρουσιαστή που έσπευσε να υποδεχθεί τον επόμενο διαγωνιζόμενο.

Τηρώ ευλαβικά, ύστερα από παραινέσεις σοφών φίλων, τη σωκρατική-θεατρική μέθοδο «εν οίδα ότι ουδέν οίδα», ως ασφαλέστερη οδό για να μην πέφτεις σε κακοτοπιές. ΄Η, άλλως πώς, «ρώτα, ρώτα, κάτι θα βγει». Εις βάρος των άλλων, εννοείται. Αμφίπολη; Κατά πού πέφτει; Να ένας άγνωστος –προς Θεού! όχι για εμάς– έως πρότινος τόπος που αναβαθμίστηκε σε καθημερινό πανελλαδικό γαϊτανάκι. Εως και ο μαρμάρινος Λέων της περιοχής, ξεδοντιασμένος τουριστικά, έγινε ατραξιόν για τους επισκέπτες. Σύμφωνα με μια καινοτόμο διατύπωση (προς την «Κ» και στη συνάδελφο Χριστίνα Σανούδου) του καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Δημ. Πλάντζου, «η ανασκαφή εμφανίζεται ως ένα μέσο φαντασιακής διαφυγής προς ένα καλύτερο μέλλον». Ο ίδιος, αναφερόμενος στις αποκαλύψεις της Βεργίνας, εκτιμά ότι «στο διάστημα που μεσολάβησε η εξέλιξη του μακεδονικού ζητήματος οδήγησε στη γέννηση της αρχαιολογίας της εθνικής ταυτότητας και ενός παράλληλου αφηγήματος περί πολιτισμικού αυτοχθονισμού». Η ερασιτεχνική, ημών των αδαών, πολτοποίηση άγνοιας, θεσφάτων, προσδοκιών, σεναρίων συνθέτει είδωλα σε σπήλαιο θεοσκότεινο. Κατόπιν, η μιντιακή σκηνοθεσία τα προβάλλει κατά το δοκούν. Το αντελήφθη ότι η κατάσταση διολίσθαινε σε «ριάλιτι» ο πρωθυπουργός, πρώτος, κατακαλόκαιρα, σηματοδότης των χθόνιων μυστικών του τύμβου.

«Να είμαστε σοβαροί και λιγομίλητοι», προέτρεψε ο κ. Αντώνης Σαμαράς, καθησυχάζοντας ωστόσο τους απανταχού αγωνιώντες: «Αυτό το εύρημα έχει παγκόσμια σημασία, πολύ πέρα από τα στενά μας σύνορα». O Θουκυδίδης έζησε το δεύτερο ήμισυ του αιματηρότερου αιώνα της κλασικής εποχής, του επονομαζόμενου «χρυσού». Ισως να μη γινόταν κορυφαίος ιστορικός, εάν δεν τον εξόριζαν οι Αθηναίοι είκοσι ολόκληρα έτη. Ο λόγος; Ο ίδιος, ως στρατηγός, δεν κατάφερε να σώσει τη (γνωστή μας πια) Αμφίπολη από τον Σπαρτιάτη Βρασίδα. Ηταν στρυφνός ο Θουκυδίδης για τους παλαιούς μαθητές του «κλασικού», ο οξύτερος πονοκέφαλος των εξετάσεων. Ο «εξόριστος της Αμφίπολης» πάντως ήταν ο πρώτος που κατέδειξε, ως δίκαιος επόπτης, βαθύτατα ακέραιος, ότι κι αυτοί που φιλοκαλούν μετ’ ευτελείας, κι αυτοί που εκπολιτίζουν, όταν κινούνται στον κύκλο του πολέμου, δηώνουν, πυρπολούν, σκλαβώνουν, προδίδουν, αποθηριώνονται. Φέρονται σαν βάρβαροι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή