Φθίνει σταδιακά το καθεστώς τραπεζικού απορρήτου στην Ελβετία

Φθίνει σταδιακά το καθεστώς τραπεζικού απορρήτου στην Ελβετία

4' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Σας αφήνω να απολαύσετε τα χρήματά μου», είχε πει ο Στιβ Μακουίν στον Ελβετό τραπεζίτη πριν αποχωρήσει από το γραφείο του στην ταινία «Υπόθεση Τόμας Κράουν». Τα χαρτονομίσματα των πέντε δολαρίων, στοιβαγμένα σε βαλίτσες, ήταν το προϊόν ληστείας σε τράπεζα της Βοστώνης, αλλά κανείς δεν ρώτησε την προέλευσή τους. Σήμερα, ωστόσο, η Ελβετία βήμα προς βήμα συμβιβάζει το 81ετές καθεστώς τραπεζικού απορρήτου υπό την ασφυκτική πίεση της Ουάσιγκτον, του Λονδίνου, του Βερολίνου, της Βιέννης, του Παρισιού και της Ρώμης, που έπρεπε να επιβάλουν κάποια φορολογική δικαιοσύνη ύστερα από το βαθύ πλήγμα που υπέστησαν οι κοινωνίες τους λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007-09 και της συνακόλουθης κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη.

Tα τελευταία χρόνια, η υπουργός Δικαιοσύνης της Ελβετίας, Εβελιν Βίντμερ-Σλουμπφ, έχει ταξιδέψει αρκετά. Υπέγραψε την τροποποίηση των διμερών συνθηκών για την αποφυγή διπλής φορολόγησης σχεδόν με όλες τις ισχυρές χώρες στην Ευρώπη αλλά και με τις ΗΠΑ, συμπεριλαμβάνοντας ρήτρα για την ανταλλαγή πληροφοριών όταν και εάν ζητηθεί από τις φορολογικές αρχές της άλλης χώρας. Μετά τη Βρετανία και τη Γαλλία, η Ελβετία υπέγραψε την περασμένη εβδομάδα διμερή συμφωνία με τη Ρώμη. Υπολογίζεται ότι το 70% του ρευστού που κρύβουν Ιταλοί φοροφυγάδες στο εξωτερικό βρίσκεται σε ελβετικές τράπεζες, κοστίζοντας στο ιταλικό Δημόσιο 90 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Η υπουργός Οικονομικών, Βίντμερ-Σλουμπφ, εξέφρασε την εκτίμηση ότι επίκειται συμφωνία και με το Βερολίνο.

Αρνηση

Αυτή η «διοικητική συνδρομή» δεν αφορά στοιχεία που έχουν αποσπαστεί παράνομα από τράπεζες στην Ελβετία, διευκρινίζει ο Ηλίας Μπίσιας, δικηγόρος Αθηνών και Ζυρίχης. Η Βασιλεία αρνείται την παροχή πληροφοριών για πελάτες ελβετικών τραπεζών των οποίων τα στοιχεία έχουν αποκτηθεί μέσω αξιοποίνων πράξεων, όπως η λίστα Λαγκάρντ και τα υπόλοιπα προσωπικά δεδομένα που υπέκλεψε ο Ερβέ Φαλσιάνι από τα ηλεκτρονικά αρχεία της HSBC στη Γενεύη, εκθέτοντας μια σειρά προσωπικοτήτων του διεθνούς πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου.

Στην ίδια κατηγορία εντάσσονται οι ψηφιακοί δίσκοι (CD) που αγόρασαν Γερμανοί εφοριακοί παράνομα στην Ελβετία από διάφορες τράπεζες. Οι γερμανικές εφοριακές αρχές ήταν οι πρώτες μαζί με τις ΗΠΑ που επιδόθηκαν σε ένα «κυνήγι» για τον εντοπισμό των εύπορων πολιτών τους που φοροδιαφεύγουν συστηματικά. Το ομοσπονδιακό κράτος της Γερμανίας λειτούργησε αρκετά ριζοσπαστικά. Χρηματοδότησε την αγορά κλεμμένων στοιχείων από ελβετικές τράπεζες και προστάτευσε νομικά τους εφοριακούς της.

Στην Ελβετία αρκετοί από τους 2.500 εφοριακούς της Γερμανίας είναι υπόλογοι στη δικαιοσύνη, με τη Βασιλεία να κατηγορεί προ τριετίας το Βερολίνο για οικονομική κατασκοπεία. Ωστόσο, τα αποτελέσματα από τη συνεργασία των εφοριακών αρχών 16 κρατιδίων και των μυστικών υπηρεσιών της Γερμανίας ήταν θετικά για το Δημόσιο. Τον Οκτώβριο του 2012, για παράδειγμα, εισέπραξε 4 δισ. ευρώ από 28.000 φοροφυγάδες που προσήλθαν στις αρχές με το καθεστώς της «αυτοκαταγγελίας». Είχαν ήδη αγοραστεί 13 με 14 CD έναντι 12,4 εκατ. ευρώ από τις γερμανικές αρχές που περιελάμβαναν κλεμμένα στοιχεία από ελβετικές τράπεζες, με πρώτη στη λίστα την Credit Suisse. Η διαρροή όλων αυτών των δεδομένων άνοιξε την πόρτα για τη σύναψη διμερών συμφωνιών, με την Ελβετία να επιθυμεί τη θωράκιση των τραπεζών της από διώξεις άλλων κυβερνήσεων που επέρριπταν ευθύνες για την παροχή υπηρεσιών στη διευκόλυνση της φοροδιαφυγής.

Κρίσιμο κεφάλαιο στην κάμψη του τραπεζικού απορρήτου της Ελβετίας είναι οι διμερείς συμφωνίες για την αναδρομική φορολόγηση των καταθέσεων με τη Βρετανία και την Αυστρία. Τον Νοέμβριο του 2012, η Βασιλεία συμφώνησε με το Λονδίνο την έκτακτη φορολόγηση του 21% με 41% επί του κεφαλαίου των λογαριασμών Βρετανών υπηκόων από τον Δεκέμβριο του 2010. Παρ’ όλα αυτά, αυτόν τον Ιανουάριο η αντιπολίτευση άσκησε κριτική στον υπουργό Οικονομικών Τζορτζ Οσμπορν, ότι τα φορολογικά έσοδα από τη συμφωνία μέχρι το 2012 είναι χαμηλότερα κατά 75% των 3,2 δισ. στερλινών που αναμένονταν. Τελικός στόχος είναι η εξασφάλιση 5 δισ. στερλινών από τον Ιανουάριο του 2013 μέχρι το 2018.

Οι Αμερικανοί

Αντί της αναδρομικής φορολόγησης των καταθέσεων, οι ΗΠΑ συμφώνησαν τον Αύγουστο του 2013 με τη Βασιλεία την επιβολή προστίμων σε 300 τράπεζες που κυμαίνονταν από 20% έως 50% του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων Αμερικανών που ήταν «κρυμμένα» από τον Αύγουστο του 2008. Το αντάλλαγμα της συνεργασίας των τραπεζών ήταν ότι δεν θα ασκούνταν ποινικές διώξεις στις ΗΠΑ. Η UBS είχε ήδη καταβάλει πρόστιμο 780 εκατ. δολαρίων και παρέδωσε τα ονόματα 4.500 φοροφυγάδων στις αμερικανικές αρχές από το 2009.

Προϋποθέσεις

Επειτα από μια σειρά ποινικών και αστικών διώξεων εις βάρος κολοσσών όπως η UBS, η Credit Suisse και η HSBC στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, οι τραπεζίτες στην Ελβετία ζητούν πρόσβαση στη φορολογική κατάσταση του υποψήφιου πελάτη τους. Με βάση τη σύμβαση μεταξύ Ελβετίας και Ευρωπαϊκής Ενωσης για τη φορολόγηση των τόκων από τις καταθέσεις, οι ελβετικές τράπεζες θέτουν ως προϋπόθεση τη συναίνεση του πελάτη για την κοινοποίηση των περιουσιακών στοιχείων τους στις φορολογικές αρχές της χώρας κατοικίας του. Προηγουμένως, οι πελάτες των ελβετικών τραπεζών είχαν την επιλογή της αυτόματης καταβολής φόρων 35% στους τόκους με αντάλλαγμα τη φορολογική ανωνυμία τους.

Σε κάθε περίπτωση, το καθεστώς τραπεζικού απορρήτου φαίνεται να φθίνει σταδιακά στην Ελβετία, με την «ημερομηνία λήξης» να έχει οριστεί το 2018. Τότε θα ενεργοποιηθεί το σύστημα της λεγόμενης «αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών» μεταξύ των φορολογικών αρχών με βάση τα συμφωνηθέντα με τον ΟΟΣΑ. Μέχρι τότε είναι πιθανό να συνεχιστούν οι κονταρομαχίες μεταξύ τραπεζικών κολοσσών, πληροφοριοδοτών και κυβερνήσεων.

Τελευταίο κεφάλαιο αυτών των κονταρομαχιών ήταν οι δηλώσεις του Ερβέ Φαλσιάνι αυτήν την εβδομάδα ότι μπορεί να αποδείξει πως ο πρόεδρος και ο διευθύνων σύμβουλος του βρετανικού τραπεζικού κολοσσού HSBC γνώριζαν πολύ καλά τι συνέβαινε στη θυγατρική της Γενεύης. Ο διευθύνων σύμβουλος, Στιούαρτ Γκάλιβερ, είχε απολογηθεί για τις αποτρόπαιες ενέργειες της ιδιωτικής τράπεζας της HSBC στη Γενεύη στα μέσα της δεκαετίας του ’00. Δήλωσε «άγνοια» και «ντροπή» για την παροχή υπηρεσιών από 257.000 υπαλλήλους της HSBC σε φοροφυγάδες και υπόπτους για ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Παραμένει άγνωστο εάν θα εξέφραζε την ίδια μετάνοια εάν ο κ. Φαλσιάνι δεν είχε παραδώσει στις γαλλικές αρχές τα στοιχεία για 30.000 λογαριασμούς της θυγατρικής στην Ελβετία και εάν δεν δημοσιεύονταν από τη Διεθνή Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) τον Φεβρουάριο του 2015. Στους επίμαχους λογαριασμούς εντοπίστηκαν και περιουσιακά στοιχεία του κ. Γκάλιβερ μέσω εταιρείας του Παναμά και με φορολογική κατοικία το Χονγκ Κονγκ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT