Το μεγαλύτερο κύμα εκδόσεων μακροπρόθεσμων ομολόγων σε ευρώ της τελευταίας δεκαετίας έχει προκαλέσει η ραγδαία μείωση που επέφερε στο κόστος δανεισμού της Ευρωζώνης το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας Dealogic, ο όγκος του χρέους που αποτιμάται σε ευρώ, έχει εκδοθεί από την αρχή του έτους και ωριμάζει σε τουλάχιστον μια δεκαετία εγγίζει ήδη τα 215 δισ. δολάρια. Οπως σχολιάζουν σε σχετικό δημοσίευμά τους οι Financial Times, πρόκειται για ποσό που υπερβαίνει το αντίστοιχο του περασμένου έτους κατά 30%.
Τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν πως οι επιχειρήσεις εντός και εκτός Ευρωζώνης σπεύδουν να επωφεληθούν από τις χαμηλές αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων που σε ορισμένες χώρες βρίσκονται σε αρνητικά επίπεδα. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της επενδυτικής JPMorgan, ο όγκος των κρατικών ομολόγων που έχουν αρνητικές αποδόσεις υπερβαίνει τα 1,5 τρισ. ευρώ. Την Πέμπτη, για παράδειγμα, η Ιρλανδία εξέδωσε ομόλογα εξάμηνης διάρκειας ύψους 500 εκατ. ευρώ με αρνητικό επιτόκιο -0,1%.
Το χαμηλό κόστος δανεισμού στην Ευρωζώνη έχει, άλλωστε προσελκύσει επενδυτές από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οδηγώντας και σε μεγάλη αύξηση του όγκου του χρέους που έχει εκδοθεί σε ευρώ από εκδοτικές αρχές εκτός Ευρωζώνης. Ενδεικτική είναι η περίπτωση των κινεζικών επιχειρήσεων που έχουν επιδείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για δανεισμό σε ευρώ. Στη διάρκεια του έτους εκδοτικές αρχές από την ενδοχώρα της Κίνας έχουν εκδώσει χρέος ύψους 2,9 δισ. δολαρίων σε ευρώ τη στιγμή που σε όλη τη διάρκεια του περασμένου έτους οι αντίστοιχες εκδόσεις δεν είχαν υπερβεί τα 3,3 δισ. δολάρια. Δεν είχαν, άλλωστε, καταγραφεί καθόλου εκδόσεις ομολόγων σε ευρώ για κινεζικές επιχειρήσεις τους πρώτους τρεις μήνες του περασμένου έτους.
Οπως επισημαίνει η Dealogic, η στροφή των κινεζικών επιχειρήσεων σε ομόλογα που αποτιμώνται σε ευρώ σηματοδοτεί μια αλλαγή στις πρακτικές χρηματοδότησης του κινεζικού επιχειρηματικού κόσμου που εντάσσεται γενικότερα και στην τάση ορισμένων ασιατικών επιχειρήσεων να αυξήσουν τις τοποθετήσεις τους σε περιουσιακά στοιχεία της Ευρωζώνης. Γενικότερα, πάντως, οι επενδυτές από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού αντιπροσωπεύουν μόλις το 13% του συνολικού χρέους σε ευρώ που έχει πωληθεί φέτος.