Το ΔΝΤ, η στάση της Μέρκελ και η νέα πολιτική των ΗΠΑ

Το ΔΝΤ, η στάση της Μέρκελ και η νέα πολιτική των ΗΠΑ

3' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πλησιάζει η ώρα εξόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από το ελληνικό πρόγραμμα (ή μάλλον η οριστικοποίηση της μη συμμετοχής του); Σε διαδοχικές παρεμβάσεις του την περασμένη εβδομάδα, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας μίλησε ανοικτά για τη ζωή μετά το ΔΝΤ, τονίζοντας ότι η αποχώρησή του θα σήμαινε το τέλος του υφιστάμενου προγράμματος και υπονοώντας ότι δεν θα στήριζε ένα νέο πρόγραμμα.

Εν τω μεταξύ, όλα τα σημάδια δείχνουν ότι ο νέος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, δεν συμμερίζεται την προσήλωση της κυβέρνησης Ομπάμα στην ακεραιότητα της Ευρωζώνης και στην αποτροπή του Grexit. Ολα αυτά σε μια περίοδο που η κόπωση με το ελληνικό ζήτημα στις τάξεις του ίδιου του Ταμείου δείχνει να κορυφώνεται, παρότι η Κριστίν Λαγκάρντ, ύστερα από συνάντηση με τον κ. Σόιμπλε στο Νταβός, διαβεβαίωσε ότι το ΔΝΤ παραμένει ενεργό στις συνομιλίες και προσβλέπει στην πλήρη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.

Πολλά θα κριθούν από τη στάση της Αγκελα Μέρκελ. Τους τελευταίους μήνες, καθώς ήταν ανοικτά πολλά ζητήματα μεταξύ Αθήνας και πιστωτών, δεν παρακολουθούσε στενά τον ελληνικό φάκελο. Αν όμως επιβεβαιωθεί η διάθεση για νέες επώδυνες υποχωρήσεις, που επιδεικνύει τις τελευταίες μέρες η ελληνική πλευρά, και η εκκρεμότητα αφορά μόνο τα μέτρα ελάφρυνσης χρέους που το Ταμείο ζητάει να διασαφηνιστούν, η καγκελάριος θα εστιάσει και πάλι στην Ελλάδα.

Οπως αναφέρουν στην «Κ» γερμανικές κυβερνητικές πηγές, «δεν θέλουμε η κατάσταση να φτάσει ξανά σε σημείο βρασμού. Αν η επιλογή είναι μεταξύ μιας ψηφοφορίας στην Μπούντεσταγκ για νέο πρόγραμμα και της περιγραφής των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος που θα επιτρέψουν τη συμμετοχή του Ταμείου, θα προτιμηθεί το δεύτερο».

Οπως εξηγεί στην «Κ» πηγή που γνωρίζει καλά τη γερμανική πολιτική, η κυβέρνηση Μέρκελ, σε περίπτωση αποχώρησης του ΔΝΤ, θα αντιμετωπίσει εν μέσω προεκλογικής περιόδου ένα εξαιρετικά δυσάρεστο δίλημμα: «Μια νέα ψηφοφορία στην Μπούντεσταγκ θα ενίσχυε το AfD (το ακροδεξιό κόμμα “Εναλλακτική για τη Γερμανία”). Αν, αντ’ αυτού, δεν υπάρξει νέο πρόγραμμα και αφεθεί η Ελλάδα να χρεοκοπήσει, ο Γερμανός φορολογούμενος θα έχει μεγάλες απώλειες».

Ο παράγοντας Τραμπ

Στη μοναδική του παρέμβαση για το ελληνικό ζήτημα, όταν ήταν ακόμη υποψήφιος για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα, ο κ. Τραμπ, ως γνωστόν, είχε δηλώσει ότι «θα άφηνα τη Γερμανία να το χειριστεί», καθώς «έχουμε αρκετά προβλήματα στις ΗΠΑ». Στην ίδια δήλωση, ο κ. Τραμπ εξέφραζε την άποψη ότι το ευρώ δημιουργήθηκε για να επικρατήσει η Ευρώπη στον οικονομικό ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος του Ταμείου, με ποσόστωση 17%. Εχουν έτσι τη δυνατότητα να ασκήσουν βέτο σε κρίσιμες αποφάσεις, όπως η αλλαγή του καταστατικού ή η αλλαγή των ίδιων ποσοστώσεων, που απαιτούν αυξημένη πλειοψηφία 85%. Η απόφαση για χρηματοδότηση της Ελλάδας δεν απαιτεί αυξημένη πλειοψηφία.

Επιπλέον, προσπάθειες του αμερικανικού Κογκρέσου να μπλοκάρει τη χρηματοδότηση χωρών της Ευρωζώνης από το Ταμείο, όπως συνέβη με προτεινόμενο νομοσχέδιο συντηρητικών Ρεπουμπλικανών στα τέλη του 2011, έχουν μόνο συμβολική αξία: σε αντίθεση με τον ΟΗΕ, το ΔΝΤ δεν χρηματοδοτείται με τακτικές εισφορές των μελών του, άρα δεν δύναται κανένα Κοινοβούλιο να αναστείλει τη χρηματοδότησή του. Ακόμα και χωρίς την τυπική δυνατότητα άσκησης βέτο, φυσικά, η αρνητική στάση της νέας αμερικανικής κυβέρνησης απέναντι σε ενδεχόμενη συμμετοχή του Ταμείου με νέους πόρους στο ελληνικό πρόγραμμα θα έχει βαρύνουσα σημασία για την τελική απόφαση.

Η Μεγκ Λουντσάγκερ, εταίρος του Wilson Center και εκπρόσωπος των ΗΠΑ στο εκτελεστικό συμβούλιο του ΔΝΤ την περίοδο 2007-2014, δεν θεωρεί ότι χρειάζεται η νέα κυβέρνηση να επιδείξει πιο σκληρή στάση. «Η διεύθυνση του Ταμείου έχει τηρήσει πολύ αυστηρή γραμμή στο ελληνικό ζήτημα σχετικά με τους όρους για τη συμμετοχή του, προφανώς με τη στήριξη του διοικητικού συμβουλίου», δηλώνει στην «Κ». Η κ. Λουντσάγκερ εκφράζει την άποψη πως «το ΔΝΤ δεν μπορεί να διορθώσει την κατάσταση στην Ευρώπη» και ότι «ήλθε η ώρα οι Ευρωπαίοι να λύσουν μόνοι τους τα προβλήματά τους».

Δεν υπάρχει, πάντως, κάποια ένδειξη ότι ο κ. Τραμπ έχει εξετάσει το ζήτημα. Aλλωστε, δεν έχει γνωστοποιήσει ακόμη ποιον θα διορίσει υφυπουργό Οικονομικών για διεθνείς υποθέσεις, θέση που απαιτεί την επικύρωση της Γερουσίας (έχει ακουστεί το όνομα του συμβούλου του, Ντέιβιντ Μάλπας), ούτε ποιος θα αναλάβει εκπρόσωπος των ΗΠΑ στο διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου.

Ο απερχόμενος υφυπουργός, Νέιθαν Σιτς, είχε συνεχείς επαφές με τις ελληνικές και τις ευρωπαϊκές αρχές κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015 για την αποτροπή καταστροφικών εξελίξεων. Είναι τουλάχιστον αμφίβολο ότι ο διάδοχός του θα έχει αντίστοιχη εντολή από τον νέο πρόεδρο. Οπως το θέτει στην «Κ» ο Τζέιμς Ρόμπερτς, αναλυτής στο συντηρητικό Heritage Foundation, που συνδέεται στενά με την ομάδα μετάβασης, ο Τραμπ «θα είναι πιο συνετός όσον αφορά τη στήριξη προγραμμάτων του ΔΝΤ, ώστε να μη διασώζει λαϊκιστικές κυβερνήσεις απρόθυμες για μεταρρυθμίσεις».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT