Μπουλγκάκοφ καλεί Κάφκα

3' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΜΙΧΑΗΛ ΜΠΟΥΛΓΚΑΚΟΦ

Μαύρο χιόνι,

το ημερολόγιο ενός μακαρίτη

σκηνοθ.: Κώστας Φιλίππογλου

θέατρο: Πόρτα

Θεατρικό μυθιστόρημα αποκάλεσε το τελευταίο, ημιτελές αυτοβιογραφικό του κείμενο ο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ (1891-1940). Μυθιστορηματικά πράγματι όσα ζει ο πρωτόβγαλτος συγγραφέας Μαξούντοφ, αιωρούμενος μεταξύ αναγνώρισης και αποδοκιμασίας, δόξας και αφανισμού μέσα στο θηριοτροφείο των λογοτεχνικών κύκλων και του Θεάτρου Τέχνης της σταλινικής Μόσχας. Καπρίτσια, συκοφαντίες, υποτέλεια, υποταγή, λογοκρισία, κομματικές παρεμβάσεις, καλλιτεχνικές εμμονές, ευνοιοκρατία, ιστορικές έχθρες. Βασικός αποδέκτης πικρόχολης σάτιρας, ο μέγας και τρανός Ιβάν Βασίλιεβιτς (διάβαζε Στανισλάφσκι), το ομώνυμο σύστημα του οποίου κατεδαφίζει ό,τι δεν προσαρμόζεται σε αυτό, η διαμάχη του με τον Ντάντσενκο και άλλα γνωστά και λιγότερο γνωστά. Σαν τον Μπουλγκάκοφ, που υπήρξε και θύμα της σταλινικής λογοκρισίας και αγαπημένος συγγραφέας του Στάλιν, έτσι και ο αγαθός Μαξούντοφ, άλλοτε περιθωριοποιημένος κι άλλοτε περιζήτητος, αρχίζει να φλερτάρει μ’ ένα όπλο. Παρά τις αλλεπάλληλες πρόβες αυτοχειρίας (μοναδικά σκηνοθετημένες κι ερμηνευμένες) το όπλο μένει άκαπνο. Αποτρελαμένος ωστόσο από τον παραλογισμό και την κυνική μεταχείριση αυτοκτονεί τελικά πέφτοντας από τη γέφυρα όπου διαδραματίζεται και η κορυφαία –πλην όμως ανεπιθύμητη από τον Βασίλιεβιτς– σκηνή του άτυχου έργου του.

Εχει εμπιστευτεί τις σημειώσεις του σ’ έναν εκδότη που ως ρόλος αναλαμβάνει πρόλογο κι επίλογο του έργου, αυτής της σατιρικής πινακοθήκης προσώπων, νοοτροπιών, καταστάσεων που, βέβαια, δεν αφορούν μόνον τη Μόσχα της σκοτεινής δεκαετίας του ’30.

Σ’ έναν σκηνικό χώρο (Ολγα Μπρούμα) που ως ατμόσφαιρα θύμιζε –δικαίως– Κάφκα με παιχνιδίζοντες φωτισμούς του Σάκη Μπιρμπίλη, κοστούμια της Μαργαρίτας Δοσούλα, με σειρές κρεμασμένα σακάκια να αιωρούνται έρμαια και αζήτητα, τροχήλατες μικρές κατασκευές κι έναν καναπέ με ρόδες, ο σκηνοθέτης Κώστας Φιλίππογλου κίνησε με ένταση, ρυθμό και στόχο έναν καλοκουρδισμένο θίασο διαφορετικών όμως επιδόσεων με την προσφιλή του μέθοδο, του σωματικού θεάτρου. Πολλά μπορεί κανείς να εννοήσει με τον περίφημο αυτόν νεο-όρο. Στη συγκεκριμένη παράσταση, όμως, τον έκανε σαφή η εξαιρετική απόδοση του κεντρικού ήρωα από τον Τάσο Δημητρόπουλο όπως και διάφορων ρόλων από την Εύα Οικονόμου-Βαμβακά, τον Γιάννη Στεφόπουλο και τον ίδιο τον Κώστα Φιλίππογλου, ιδίως στον ρόλο του εμμονικού, αυταρχικού σκηνοθέτη.

Οι σκηνές συνόλου, οι χιουμοριστικοί αυτοσχεδιασμοί, οι κινηματογραφικοί ρυθμοί, τα κινησιολογικά έως χορευτικά σχόλια, οι αστραπιαίες μεταμορφώσεις, οι φωνητικοί ακροβατισμοί, το θέατρο μέσα στο θέατρο, φρόντισαν εκτός από μια σβέλτη, ευανάγνωστη και πολυεπίπεδη εξέλιξη της περιπέτειας να διευρύνουν τις αναφορές του έργου από τα ενδότερα ενός κλειστού θεατρικού κόσμου στην κοινωνία και σε κάθε μορφή καταπιεστικής εξουσίας εντός της.

Απολογισμός

Αναλογιζόμενη ταλέντα και οράματα που σκάλωσαν σε γρανάζια σκοτεινών μηχανισμών ιστορικών θεάτρων, όχι μόνον σε απολυταρχικές κι ανελεύθερες περιόδους και όχι μόνο στη Ρωσία του Στάλιν, αφήνω το θέατρο Πόρτα. Δεκαετίες τώρα υπόδειγμα καλλιτεχνικής και γονιμοποιού προσφοράς, «σχολείο» νέων αντιλήψεων για ηθοποιούς, σκηνοθέτες, σκηνογράφους, μικρούς και μεγάλους θεατές, δασκάλους και γονείς, πρόσφατα με νέα δημιουργική πνοή και πάντα με συνεπή συμπεριφορά απέναντι σε συνεργάτες.

Σπίτι με περιμένει το καλαίσθητο λεύκωμα για τα τριάντα χρόνια ενός άλλου θεάτρου, που επίσης σεβάστηκε και σέβεται το ΘΕΑΤΡΟ. Ετσι με κεφαλαία, γιατί εμπεριέχει κάθε καλλιτεχνικό ή πνευματικό συντελεστή, κάθε εργαζόμενο σε αυτό το επίμονο, συνεπές, πρωτοποριακό και γενναιόδωρο κύτταρο που λέγεται «Θεατρική Εταιρεία Πράξη» με στέγη το Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας. Στάθηκε αφετηρία αλλαγής πλεύσης για μια ωραία κινηματογραφική σταρ, ανήσυχη, καλλιεργημένη και πειθαρχημένη: την Μπέττυ Αρβανίτη, που σε αυτά τα χρόνια κατέκτησε αξιομνημόνευτα μυστικά της υποκριτικής τέχνης και ρόλους-άθλους του παγκόσμιου και ελληνικού ρεπερτορίου. Κατακτήσεις που δεν της στέρησαν την επίγνωση της συλλογικότητας του θεάτρου, το κριτήριο για ρεπερτόριο και συντελεστές αναφοράς ή τη γενναιοδωρία προς άγνωστους ταλαντούχους συγγραφείς, ηθοποιούς και σκηνοθέτες, που πλάι σε αναγνωρισμένες αξίες τούς έδωσε βήμα για την εκτόξευσή τους. Κοντά της πάντα, διορατικός, οργανωτικός, άγρυπνα ενήμερος, τολμηρός και μεταφραστικά άξιος ο Βασίλης Πουλαντζάς κι ένα πιστό, σχεδόν οικογενειακό επιτελείο στο οποίο ξεχώριζε η αφοσιωμένη Γεωργία Γιαννακοπούλου, «κολόνα του θεάτρου», που πέθανε πρόσφατα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή