Πόσα… τείχη μπορεί να υψώσει ο Τραμπ;

Πόσα… τείχη μπορεί να υψώσει ο Τραμπ;

7' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Μάικ Πενς, ανέλαβε ξανά τον ρόλο «πυροσβέστη». Αυτή τη φορά επιδίωξε να εξομαλύνει τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Επειτα από σειρά εμπρηστικών δηλώσεων του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ που κινδύνεψαν να ανατρέψουν την ομαλή πολιτική και οικονομική συνεργασία μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού, ο κ. Πενς ανέλαβε να κατευνάσει το τεταμένο κλίμα. Σκοπός του αντιπροέδρου ήταν να διορθώσει τις άσχημες εντυπώσεις που δημιούργησε ο κ. Τραμπ με την υποστήριξη του Brexit, την αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, τις κατηγορίες για τη χειραγώγηση του ευρώ και τις απειλές για την επιβολή δασμών στις εισαγωγές αυτοκινήτων από τη Γερμανία στις ΗΠΑ.

Ισως να συνειδητοποίησε ο Λευκός Οίκος πως κινδυνεύουν οι ΗΠΑ να τεθούν στο περιθώριο του παγκόσμιου εμπορίου. Η υπογραφή της Συμφωνίας Ελευθέρου Εμπορίου ανάμεσα στην Ε.Ε και τον Καναδά (CETA) και οι προθέσεις των Βρυξελλών να προσφύγουν στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) για τις προτεινόμενες φορολογικές μεταρρυθμίσεις του κ. Τραμπ εις βάρος των εισαγωγέων και υπέρ των εξαγωγέων, ενδεχομένως, να έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου.

Οι Αμερικανοί αγοράζουν…

Ο κ. Τραμπ δεν έχει κρύψει τη δυσαρέσκειά του για τα εμπορικά ελλείμματα των ΗΠΑ, κατηγορώντας διάφορες χώρες, από την Κίνα μέχρι το Μεξικό, για την απώλεια θέσεων εργασίας στη χώρα του. Οι ΗΠΑ, όμως, διατηρούν ελλείμματα με τους περισσότερους από τους 15 μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οικονομίες από τη Δύση μέχρι την Ασία ευδοκιμούν χάρις στην κατανάλωση στις ΗΠΑ. Ομως εάν οι ισχυρότερες χώρες του ανεπτυγμένου και του αναδυόμενου κόσμου ενώσουν τις δυνάμεις τους κατά του προστατευτισμού Τραμπ, τότε οι Αμερικανοί θα βρεθούν αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο.

Μία εβδομάδα πριν από τις καθησυχαστικές δηλώσεις του κ. Πενς, την περασμένη Δευτέρα, η Ε.Ε είχε υπογράψει τη Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου με τον Καναδά (CETA). Επίσης, οι Βρυξέλλες ανήγγειλαν την επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων στο ελεύθερο εμπόριο με το Μεξικό και ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Γίρκι Κατάινεν αποκάλυψε πως η Ε.Ε προτίθεται να προσφύγει στον ΠΟΕ για τα σχέδια φορολογικής μεταρρύθμισης των ΗΠΑ.

«Εάν κάποιος συμπεριφέρεται ενάντια στα συμφέροντά μας ή εναντίον των κανόνων παγκόσμιου εμπορίου τότε υπάρχουν οι μηχανισμοί για να αντιδράσουμε», είχε δηλώσει ο κ. Κατάινεν στους Financial Times. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αντιδρούν στα σχέδια του προέδρου Τραμπ να επιβάλει φόρους στις εισαγωγές των ΗΠΑ και φορολογικές εκπτώσεις στις αμερικανικές εξαγωγές.

Ο Τσαντ Μπράουν, ειδικός σε εμπορικές διενέξεις μεταξύ των χωρών-μελών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, διεμήνυσε μέσω των FT πως μια ήττα των ΗΠΑ στον ΠΟΕ θα στοίχιζε στην αμερικανική οικονομία 385 δισ. δολάρια τον χρόνο σε αντίποινα.

Προκειμένου να αντεπεξέλθει στις προεκλογικές υποσχέσεις του για την επιστροφή θέσεων εργασίας στον αμερικανικό μεταποιητικό κλάδο, ο κ. Τραμπ έχει απειλήσει την Κίνα και τη Γερμανία με την επιβολή υψηλών δασμών στις εισαγωγές προς τις ΗΠΑ (έως και 35%). Επίσης, έχει κατηγορήσει τις προαναφερόμενες χώρες και την Ιαπωνία για τη χειραγώγηση των ισοτιμιών τους.

Ομως πού μπορεί να οδηγήσει αυτό το παιχνίδι της μονομερούς απόδοσης ευθυνών, που παίζει ο κ. Τραμπ; Οι ΗΠΑ παρουσιάζουν εμπορικά ελλείμματα με την Κίνα, τη Γερμανία, την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ιρλανδία, τη Νότια Κορέα, την Ταϊβάν, την Ινδία ακόμη και με την Ελβετία. Εμπορικό πλεόνασμα έχουν μόνον με την Ολλανδία, τη Βραζιλία και τη Βρετανία. «Εάν υπολογίσει κανείς τα εμπορικά ελλείμματα με το Μεξικό και τον Καναδά –τους δύο βασικούς εταίρους των ΗΠΑ στη Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής (NAFTA)– θα καταλήξει στο συμπέρασμα πως είναι σχετικά μικρά», αναφέρουν οι Τόμας Μπλακ και Ντέιβ Μέριλ του πρακτορείου Bloomberg. Οπότε, γιατί τόσο μένος για τη NAFTA και τη δέσμευση του κ. Τραμπ να αποσυρθούν οι ΗΠΑ από αυτήν;

Μετά τη σφοδρή κριτική που έχει ασκήσει κατά της NAFTA, του Μεξικού και των αμερικανικών ή γερμανικών εταιρειών που ωφελούνται από το φθηνό κόστος εργασίας στη λατινοαμερικανική χώρα, ο κ. Τραμπ μετρίασε τους τόνους σε κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε στα μέσα Φεβρουαρίου με τον Καναδό πρωθυπουργό Τζαστίν Τριντό. Το εμπόριο μεταξύ Καναδά και ΗΠΑ βρίσκεται σε πολύ λιγότερο άσχημη κατάσταση», είπε ο Αμερικανός πρόεδρος. Ομως ο κ. Τριντό είχε ήδη στρέψει την προσοχή στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού. Λίγες ημέρες μετά, απευθυνόμενος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που μόλις είχε εγκρίνει την CETA, ο Καναδός πρωθυπουργός δήλωσε πως «όλος ο κόσμος μπορεί να επωφεληθεί από μια ισχυρή Ε.Ε», διαχωρίζοντας τη θέση του από τις ΗΠΑ.

Η παγκοσμιοποίηση υπήρχε πάντα στη ζωή μας

Η αγανάκτηση της μεσαίας τάξης στις ΗΠΑ για τη μαζική μεταφορά θέσεων εργασίας σε χώρες με πολύ χαμηλότερο κόστος εργασίας έχουν καλλιεργήσει ένα εχθρικό κλίμα κατά της παγκοσμιοποίησης, ενός φαινομένου που συνδέεται και με τη διαχρονική ανάγκη του ανθρώπου να υπερβεί τα σύνορα της χώρας του και να αναζητήσει ευκαιρίες σε νέους κόσμους. Ο Δρόμος του Μεταξιού, παραδείγματος χάριν, ήταν ένα δίκτυο που συνέδεε την Ασιατική Ηπειρο, ξεκινώντας από την αχανή Κίνα και καταλήγοντας στην Περσία και σε περιοχές της Μεσογείου.

Δεν είναι λίγοι οι οικονομολόγοι που προειδοποιούν πως η οικονομική εσωστρέφεια στις ΗΠΑ αλλά και την Ευρώπη και ένας πόλεμος αντιποίνων μπορεί να οδηγήσουν τον κόσμο σε ένα πολύ πιο δυσάρεστο παρελθόν, όπου οι πολεμικές συγκρούσεις υπερτερούσαν των διακρατικών εμπορικών συναλλαγών. Σήμερα, εξάλλου, η αυτοματοποίηση των θέσεων εργασίας είναι πολύ μεγαλύτερη απειλή στην απασχόληση, τουλάχιστον για τον ανεπτυγμένο κόσμο.

Τα αντίποινα

Στη ρητορική του, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξαπολύει κατηγορίες σε κάποιους από τους ισχυρότερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, παραβλέποντας πως τα εμπορικά ελλείμματα της χώρας του με αυτούς είναι κομμάτια ενός ευρύτερου παζλ. Καλώς ή κακώς. Τι θα συνέβαινε εάν η Κίνα ή η Ιαπωνία αντιδρούσαν με αντίποινα σε άλλο ταμπλό; Εάν το Πεκίνο μείωνε τις αγορές αμερικανικών ομολόγων, δηλαδή εάν περιόριζε τη χρηματοδότηση του χρέους των ΗΠΑ σε μια περίοδο που ο κ. Τραμπ σχεδιάζει αύξηση δημοσιονομικών δαπανών για να «κάνει ξανά σπουδαίες τις ΗΠΑ».

Τέτοιας φύσεως κινήσεις γίνονται ήδη αντιληπτές, αν και δεν σημαίνει, απαραιτήτως, πως υπάρχει κάποιο πολιτικό κίνητρο. Τουλάχιστον, όχι ακόμη. Η Ιαπωνία μείωσε τις τοποθετήσεις σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα στο χαμηλό τετραετίας, καθώς η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ αυξάνει τον παράγοντα της αβεβαιότητας για τις ΗΠΑ. Οπως επισημαίνεται από το πρακτορείο Bloomberg, λιγότεροι ξένοι επενδυτές από το Τόκιο και το Πεκίνο μέχρι το Λονδίνο έχουν την πρόθεση να επενδύσουν σε κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ όταν, μάλιστα, δεν υπάρχουν πολλές ελκυστικότερες επιλογές. Τον Δεκέμβριο, οι τοποθετήσεις των Ιαπώνων σε αμερικανικά ομόλογα μειώθηκαν κατά 2,39 τρισ. γιεν ή 21,3 δισ. δολάρια έπειτα από ανάλογη υποχώρηση έναν μήνα πριν. Στην Κίνα, οι επενδύσεις σε αμερικανικά ομόλογα βρίσκονται στο χαμηλό επταετίας, ενώ υποχωρούν σταθερά από τον Μάιο. Αυτό δεν σημαίνει πως οι τίτλοι του αμερικανικού Δημοσίου θα χάσουν το κύρος τους. Επίσης, οι επενδυτές σε αυτές τις χώρες μειώνουν τις τοποθετήσεις τους λόγω των σχεδίων του Λευκού Οίκου για ενίσχυση των δημοσιονομικών δαπανών που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναρρίχηση του πληθωρισμού, αλλά και της προοπτικής για αύξηση του βασικού επιτοκίου από τη Fed.

Προς το παρόν, οι επενδύσεις από ξένους επενδυτές υπολογίζονται στα 5,94 τρισ. δολάρια από τα 13,9 τρισ. δολάρια που είναι η συνολική αξία των τίτλων αμερικανικού χρέους. Δηλαδή οι ξένοι επενδυτές διατηρούν το 43% των αμερικανικών ομολόγων από το 56% που ίσχυε το 2008, σχολιάζει ο Μπράιαν Τσαπάτα του πρακτορείου Bloomberg. Στην περίπτωση, όμως, που μειωθούν περαιτέρω οι τοποθετήσεις σε αμερικανικά ομόλογα, τότε μπορεί να υπάρξουν επιπτώσεις στη δυνατότητα των ΗΠΑ να χρηματοδοτήσουν με χαμηλό κόστος τα έργα υποδομής και τις φοροαπαλλαγές που έχει υποσχεθεί ο Λευκός Οίκος. Εξάλλου, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής αμερικανικών ομολόγων, κατέχοντας το 21% των τίτλων χρέους των ΗΠΑ στο εξωτερικό και το 7,2% του συνολικού χρέους της υπ’ αριθμόν 1 μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο.

Ελπίδες από τη Μέρκελ

Στη Γερμανίδα καγκελάριο και προεδρεύουσα του G20 Αγκελα Μέρκελ αναγνωρίζει η διεθνής κοινότητα την υπερασπίστρια του ελεύθερου κόσμου, έγραψε πρόσφατα η Hanbelsblatt. Το ΔΝΤ και η επικεφαλής του Κριστίν Λαγκάρντ αναμένεται να προσεγγίσουν την κ. Μέρκελ στη σύνοδο του G20, που είναι δρομολογημένη για τις 7 με 8 Ιουλίου στο Αμβούργο, αναζητώντας σύμμαχο, καθώς δεν είναι δεδομένη η στήριξη του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Το χάσμα με το ΔΝΤ

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Στίβεν Μνούτσιν παρότρυνε το ΔΝΤ να «αξιοποιήσει τους μηχανισμούς του» για να αστυνομεύσει τη συναλλαγματική πολιτική των μελών του. Πρώτη φορά από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ υιοθετούν θέσεις κατά του ελεύθερου εμπορίου, δημιουργώντας υποψίες για «χάσμα επικοινωνίας» με το Ταμείο. Σε τηλεφωνική συνομιλία με την κ. Λαγκάρντ την περασμένη Τρίτη, ο κ. Μνούτσιν δήλωσε πως οι ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος μέτοχος του ΔΝΤ, δίνουν μεγάλο βάρος στην οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ.

Αλλα λέει, άλλα πράττει…

Η λαϊκίστικη ρητορική του Αμερικανού προέδρου κατά της παγκοσμιοποίησης έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την επέκταση των επιχειρήσεων Τραμπ στο εξωτερικό, όπως καταδεικνύουν οι δεκάδες αιτήσεις κατοχύρωσης εμπορικού σήματος σε διάφορες χώρες, από την Ινδονησία μέχρι το Μεξικό. Δημοσίευμα των Νew York Times αποκαλύπτει πως επιχειρήσεις του Ντόναλντ Τραμπ έχουν καταθέσει τουλάχιστον 126 αιτήσεις για κατοχύρωση εμπορικού σήματος στην Κίνα από το 2005.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή