Αποικία δημοσιονομικών πλεονασμάτων

Αποικία δημοσιονομικών πλεονασμάτων

3' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μπορεί να σας φανεί παράδοξο, αλλά βρίσκεις στελέχη οργανισμών, τραπεζών και κυβερνήσεων που αναγνωρίζουν στην κυβέρνηση Τσίπρα την προσπάθεια να «σπρώξει τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η Ελλάδα». Δεν αποτελούν την πλειοψηφία, κάθε άλλο. Ολοι γνωρίζουν πως η Ελλάδα θα μετρήσει από την ώρα που θα αναλάβει μια κυβέρνηση «liberal». Πάντως, ο κ. Τσακαλώτος μπερδεύει με μαεστρία τους ακροατές του. Από τότε που σταμάτησε τα «μαθήματα σοσιαλισμού», οι εκπρόσωποι των αγορών δεν τον ξεχωρίζουν από τον τυπικό αγγλοσάξονα «liberal». Αυτοί που μπερδεύονται είναι στην Κουμουνδούρου: liberal είναι μόνον οι νεο-φιλελεύθεροι εναντίον των οποίων ξιφουλκεί ο κ. Τσίπρας. Ισως επειδή κανείς δεν του έχει εξηγήσει επαρκώς ότι αυτό το είδος των πολιτικών δεν υπάρχει πια.

Αν του εξηγήσει η κυρία Μέρκελ, που υπηρετεί το ρεύμα του γερμανικού ordoliberalism, ένα μείγμα λαϊκής Δεξιάς με κοινωνικό πρόσωπο, που αναγνωρίζει καθοδηγητικό ρόλο στην κεντρική κυβέρνηση, τότε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα έχει καταλάβει τι τον περιμένει. Κατά τη γερμανική αυτή αντίληψη της ευταξίας, η ελληνική οικονομία θα έχει στρώσει όταν κανείς πλέον δεν θα ενδιαφέρεται για όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα. Η γραμμή των Ευρωπαίων είναι «ξεχάστε τους Ελληνες». Γραμμή καταστροφική ιδίως στον βραχύ ορίζοντα στον οποίο θα συνεχίσει να κυβερνά ο κ. Τσίπρας. Κυρίως επειδή περιμένουμε, οι κάτοικοι αυτής της χώρας, να δούμε την «καλύτερη μέρα μετά τα μνημόνια». Μια χώρα όπου δεν συμβαίνει «τίποτε» δεν είναι μια χώρα που δεν έχει προβλήματα. Το αντίθετο ακριβώς ισχύει. Γι’ αυτό και ο κ. Τσακαλώτος δεν μπόρεσε, στο Λονδίνο όπου μίλησε σε επενδυτικούς κύκλους, να πείσει για τίποτε πέραν των καλών του προθέσεων. Λεφτά δεν έφερε!

Για να ξεφύγει η χώρα από την παγίδα στασιμότητας, πρέπει να διπλασιάσει το μέγεθος των επενδύσεων στην επιχειρηματική οικονομία. Ποιος θα δώσει τον τόνο; Θα έρθουν οι διεθνείς επενδυτές; Ισως κάποτε! Η βιασύνη με την οποία η κυβέρνηση επιχειρεί να παρέμβει στην οικονομία δημιούργησε ήδη αμφιβολίες. Οι απειλές που εκστομίζουν με την παραμικρή σύγκρουση επίλεκτα στελέχη της, τα εμπόδια στη λειτουργία των τραπεζών (παρέμβαση στον διαγωνισμό για το νοσοκομείο «Ντυνάν», προστασία ξενοδόχου μεγαλοοφειλέτη των τραπεζών), οι παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και στο εργασιακό περιβάλλον δεν διευκολύνουν. Σε τελευταία ανάλυση, ο καιρός περνά γρήγορα και οι επενδυτές κρίνουν σοφότερο να περιμένουν μέχρις ότου φανεί αν ο κ. Μητσοτάκης θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και θα βρει τον δρόμο για να εφαρμόσει όσα περιγράφει.

Σε κάθε περίπτωση, το τέλος των μνημονίων αντί να φέρει το τέλος της λιτότητας και της μιζέριας που τη συνοδεύει, σπέρνει, για την ώρα, πρόσθετη ανησυχία και βαθιά απογοήτευση. Ξεχωρίζουν δύο μεγάλα προβλήματα. Το ένα συνδέεται με την εμμονή του πρωθυπουργού στην πάσα (δική μας) θυσία προκειμένου να εξασφαλίζονται παχυλά φοροπλεονάσματα πέραν των κανονικών πληρωμών των τόκων επί του ήδη μεγαλύτερου δανεισμού μας. Το δεύτερο είναι η αδιαφορία του πρωθυπουργού για την κατάσταση με τις τράπεζες, οι οποίες παραμένουν βουτηγμένες στα «κακά τους δάνεια», θέμα για το οποίο θα μιλήσουμε την επόμενη εβδομάδα.

Η Ελλάδα μετατράπηκε σε «αποικία δημοσιονομικών πλεονασμάτων», κατάσταση απαράδεκτη για κράτος της Ευρωζώνης. Αυτό που ζητείται από τα κράτη διά του Συμφώνου Σταθερότητας είναι να μην ξεπερνά το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης το 3% του ΑΕΠ. Πουθενά δεν είναι γραμμένο ότι είμαστε υποχρεωμένοι να πετυχαίνουμε υπερπλεόνασμα, γι’ αυτό άλλωστε δεν υπάρχει καν η λέξη αυτή σε καμία άλλη γλώσσα. Η επινόηση Τσίπρα – Μοσκοβισί δεν είναι τίποτε περισσότερο από το όνομα που έδωσαν στη νέα λιτότητα, δηλαδή από το σκοινί με το οποίο θα κρεμάσουν τη μεταμνημονιακή Ελλάδα.

Σε μια κανονική χώρα, με την τρέχουσα φορολογία θα πληρώναμε τους τόκους μας, αλλά το κράτος θα είχε τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει από την αγορά μικρά αλλά επαρκή ελλείμματα για να υποστηριχθούν ειδικές επενδυτικές δράσεις δρομολόγησης της ανάπτυξης. Φορολογικά κίνητρα, ένα σκούντημα στην κατανάλωση με τη μείωση ειδικών φόρων, μια συμμετοχή σε έργα υποδομής, αφού η επιστροφή του κράτους είναι απαραίτητος όρος επανεκκίνησης της οικονομίας. Οσο ο κ. Τσίπρας κοιμάται ήσυχος πάνω στο «μαξιλάρι» των δανεικών, το οποίο θα σκίσει για να μπορεί να πληρώνει τους δανειστές, τόσο πάνε χαμένα τα ενθαρρυντικά λόγια του κ. Τσακαλώτου προς τους επενδυτές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή