ΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΜΟΥ

3' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΣΤο πλαίσιο του «Σχεδίου Δράσης για την Ανάκτηση της Ιστορικής Αθήνας» του 1990, η Πανεπιστήμιου είχε προταθεί από τον Αντ. Τρίτση και τη σχετική ομάδα μελέτης ως τμήμα του δακτυλίου του τραμ, σε συνδυασμό με τη σταδιακή πεζοδρόμησή της και των Ερμού, Αμαλίας, Δ. Αρεοπαγίτου, και τη βύθιση της Ακαδημίας στο ύψος της Τριλογίας. Σε προέκταση των παραπάνω, είχε αργότερα προταθεί, ύστερα από σχετική προκαταρκτική μελέτη, η δημιουργία ενός μινι-Δακτυλίου στο κέντρο, για τον περαιτέρω περιορισμό των Ι.Χ.

Αυτά και πολλά άλλα είχαν ενταχθεί σε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα που αντιμετώπιζε το ιστορικό κέντρο της πόλης συνολικά και μέσα από ποικίλες, ανεξάρτητες άλλα και αλληλοσυμπληρούμενες δράσεις (π.χ. η μητροπολιτική, ζωντανή, πράσινη, λειτουργική, παραγωγική, ασφαλής, αισθητική, των πολιτών, της ισότητας, των γειτονιών κ.λπ. Αθήνα).

Είναι εντυπωσιακό, όσο και ανησυχητικό, ότι ουδεμία μνεία γίνεται σήμερα αυτών των πρωταρχικών ιδεών, δράσεων και μελετών, πάνω στις οποίες βασίζονται αυτά που συζητούνται τώρα.

Τέτοιες πρωτοβουλίες (συνέχεια των οποίων θα μπορούσε να είναι το «Ξανασκέψου την Αθήνα», αν δεν αντιμετωπιζόταν σαν παρθενογένεση) έχουν ύστερα από 25 χρόνια καταστεί επιτακτικές για την ανάκτηση του κέντρου, εφόσον συνδυασθούν, μεταξύ άλλων, με δύο καθοριστικές πολιτικές:

1.Τον βαθμιαίο περιορισμό των Ι.Χ. σε φάσεις, γεγονός που θα εξασφάλιζε την ήπια προσαρμογή της πόλης στο νέο καθεστώς (βλ. π.χ. την περίπτωση της Κοπεγχάγης όπου η πεζοδρόμηση του κέντρου της αναπτύχθηκε σε διάστημα 30 χρόνων).

2.Τη θέσπιση ισχυρών και αποτελεσματικών κινήτρων για την επαναφορά της κατοικίας και άλλων συναφών χρήσεων στους ορόφους των κτιρίων του κέντρου και το ζωντάνεμα των ισογείων τους με ανάλογες λειτουργίες, ως ζωοδότες κατά το μεγαλύτερο μέρος του 24ώρου (π.χ. εστιατόρια, καφενεία, ειδικά καταστήματα, πολιτιστικοί πολυχώροι κ.λπ.).

Η προώθηση αυτών των εξαιρετικά σύνθετων πολιτικών (και άλλων που δεν αναφέρονται για λόγους οικονομίας) προϋποθέτει τη δημιουργία ενός αυτόνομου φορέα, με ανάλογη στελέχωση, δικαιοδοσίες και πόρους, για την ανάληψη του όλου εγχειρήματος κατά τα επόμενα 15-20 χρόνια. Η ανάπλαση της Πανεπιστημίου θα αποτελούσε ίσως μια ελκυστική πρώτη φάση του συνολικού προγράμματος, υλοποιούμενη επίσης σε φάσεις.

Σε ό,τι αφορά τον πρόσφατο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για τη διαμόρφωσή της, που εμφανίστηκε αποκομμένος από το συνολικό πρόβλημα, θα ήθελα να τονίσω τα εξής:

Η πρόταση του πρώτου βραβείου κατηγορήθηκε ως κοινότοπη, ότι έχει α-πολιτικό χαρακτήρα, ότι αποτελεί απλή κηποτεχνική διαμόρφωση, ότι στερείται αρχιτεκτονικής ιδέας κ.λπ.

Η επίθεση που δέχθηκε είναι κατ’ αρχήν δυσανάλογη προς την απουσία σχολιασμού του συνολικού αποτελέσματος του διαγωνισμού. Τούτο (αν και πράγματι περιορισμένο, λόγω της προσέγγισής του, του χρόνου διενέργειας και του ύψους των βραβείων) περιλαμβάνει πλήθος προτάσεων, με έντονη διάθεση πρωτοτυπίας και ανάδειξης ποικιλίας αρχιτεκτονικών μορφών και επιλύσεων του σύγχρονου ψηφιακού και όχι μόνο λεξιλογίου.

Μια πιο προσεκτική ανάγνωση του συγκεντρωτικού αποτελέσματος, όμως, μπορεί να οδηγήσει στο εντελώς αντίθετο συμπέρασμα:

Οτι δηλαδή η πρόταση του πρώτου βραβείου δεν είναι απλοϊκή αλλά απλή, ότι χαρακτηρίζεται πράγματι από το προφανές, αλλά καθόλου αμελητέο, που είναι η δημιουργία βιώσιμων, ελκυστικών και οικειοποιήσιμων δημόσιων «τόπων» (place making, όπως την αποκαλούν οι συντάκτες) και ότι δεν στερείται αρχιτεκτονικής πνοής, αλλά επιλέγει αντί του εντυπωσιασμού τη λιτή και φειδωλή διατύπωση ενός «συστήματος» ανθρώπινης κλίμακας, εύκολα επεκτάσιμου αλλά και επιδεκτικού τοπικών προσαρμογών ή τμηματικής υλοποίησης σε φάσεις.

Και, τέλος, ότι προάγει την αντιμετώπιση κεφαλαιωδών προβλημάτων της Αθήνας (χαώδης δημόσια εικόνα, έλλειψη πρασίνου, κυριαρχία του Ι.Χ., περιθωριοποίηση πεζού, ποδηλάτη, αναπήρου κ.λπ.) με ήπιο και σεμνό τρόπο, χωρίς φωνασκίες, αλλά σε ουσιαστικό διάλογο με τη ρυμοτομία της, την αρχιτεκτονική των μνημείων της και την τοπική της χλωρίδα.

Η έντονη διαφορά που διαπιστώνεται μεταξύ της προσέγγισης του πρώτου βραβείου και των περισσοτέρων από τις άλλες μελέτες που υποβλήθηκαν, αντί να μας προκαλέσει, θα ήταν μάλλον σκόπιμο να μας προβληματίσει, ως αφορμή για αυτοκριτική αλλά και επανεξέταση των προτεραιοτήτων μας στον σχεδιασμό του δημόσιου χώρου στη χώρα μας.

* O κ. Αλέξανδρος Δ. Τριποδάκης είναι καθηγητής Αρχιτεκτονικού και Αστικού Σχεδιασμού Πολυτεχνείου Κρήτης και πρώην αντιδήμαρχος Αθηναίων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή