ΚΑΘΕ ΚΥΡΙΑΚΗ

16' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην υπόθεση των ναρκωτικών όλα είναι συγκεχυμένα: Ως πού φτάνει η ανησυχία και από πού αρχίζει η τρομοκρατία. Το ίδιο ακριβώς και για το έιτζ. Ως πού φτάνει η μέριμνα και από πού αρχίζει η υποκρισία. Ως πού φτάνει η απαγόρευση και από πού αρχίζει το εμπόριο και η καπηλεία. Ως πού φτάνει η επιστήμη και από πού αρχίζει ο ημιθρησκευτικός μυστικισμός. Ως πού φτάνει η δίωξη και η ανησυχία, ο φόβος και από πού αρχίζει ο φασισμός. Οπως και για το έιτζ, η σοβαρότατη πράγματι κοινωνική πληγή, σε καθεστώς ανόητης απαγόρευσης και δίωξης με ακριβώς αντίθετα από τα δήθεν επιδιωκόμενα αποτελέσματα, μεταβάλλεται σε γάγγραινα των ελευθεριών μας και του κοινωνικού ήθους.

Η σύγχυση αυτή κυριαρχεί και στην κρατική πολιτική για τα ναρκωτικά και ασφαλώς όχι τυχαία. Ταυτίζεται η χρήση ναρκωτικών ουσιών με «ηθικό παράπτωμα», το οποίο υποσκάπτει τις «αξίες» της κοινωνίας μας και γι’ αυτό τιμωρείται βαρύτατα. Τιμωρία δεν είναι μόνο η καταδίκη σε φυλάκιση, κυρίως είναι η καταδίκη να ζει ο χρήστης στην αθλιότητα της παρανομίας ή της δήθεν παρανομίας. Και να πεθαίνει μέσα σ’ αυτήν την αθλιότητα. Σε έσχατη ανάλυση η απαγορευτική πολιτική είναι μια καπιταλιστική ψύχωση, όπως κάποτε ήταν ο αντικομμουνισμός (μόνο ο βαθύτατος μικροαστισμός του ΚΚΕ δεν το βλέπει): Από τη μια πλευρά εντάσσει το εμπόριο των ναρκωτικών στις «αξίες» της «ελεύθερης αγοράς» (είναι η τρίτη με το μεγαλύτερο τζίρο καπιταλιστική δραστηριότητα, ενσωματωμένη στο παγκοσμιοποιημένο δίκτυο) και από την άλλη κηρύσσει παράνομα τα ναρκωτικά, για να μην απαξιώσει το εμπόριό τους, για να τα μεταβάλλει στο πιο οργανωμένο και δραστήριο μάρκετινγκ, το οποίο συσσωρεύει κεφάλαια και τα… ξεπλένει. Και παρατηρήθηκε το φαινόμενο, το «παράνομο» εμπόριο ναρκωτικών αφού έτσι κι αλλιώς είναι «παράνομο» να χρησιμοποιείται το ίδιο ως πληντύριο και να ξεπλένει κεφάλαια από άλλες παράνομες δραστηριότητες, από φοροδιαφυγή, από λαθρεμπόριο, από κλοπή, από εμπόριο όπλων. Ετσι, όταν ένας πολίτης αγοράζει στο Χρηματιστήριο οποιασδήποτε χώρας μια μετοχή εταιρείας δεν μπορεί να είναι βέβαιος για το «ηθικό της περιεχόμενο».

* * *

Εστω! Σε αυτήν την υπόθεση κανείς δεν δικαιούται να είναι δογματικός υπέρ ή κατά της απαγόρευσης. Μια βόλτα όμως στην Ομόνοια, στην πλατεία Βάθης, σε οποιοδήποτε συνοικιακό άλσος, σε πολλά νυχτερινά κέντρα και σε ακόμη περισσότερα μπαρ είναι αρκετή για να πεισθεί κανείς ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα φαινόμενο που ξεπερνάει την απαγόρευση και τότε ανακύπτει η υποχρέωση της φροντίδας και περίθαλψης των χρηστών, πλην αυτής που προσφέρει ο… εγκλεισμός στη φυλακή! Ανακύπτει, τέλος, και η έννοια της απεξάρτησης, αλλά κυρίως των μηχανισμών απεξάρτησης, όπως είναι οι λεγόμενες «κοινότητες» του ΚΕΘΕΑ. Να δούμε ποιος είναι ο χαρακτήρας και το περιεχόμενο του έργου που διατείνονται ότι προσφέρουν: Είναι ιατρικό, είναι παραϊατρικό, είναι «ηθική διδασκαλία», είναι απλή και ανόητη παραθρησκευτική κατήχηση, είναι «σωφρονισμός» σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, ή πάνω απ’ όλα είναι το άλλοθι στις ενοχές των γονέων (που είναι εύκολο να αυταπατώνται μετατρέποντας τις ενοχές σε ελπίδα!) και όλων αυτών που μας κυβερνούν.

Μετά την απάντηση… των «δημοσίων σχέσεων» του ΚΕΘΕΑ σε προηγούμενο δικό μας σημείωμα, δημοσιεύουμε σήμερα δύο θαρραλέες και άκρως αποκαλυπτικές επιστολές: Του κ. Φοίβου Ζαφειρίδη, ιδρυτού και διευθυντού επί δέκα χρόνια των «κοινοτήτων απεξάρτησης» και του κ. Κώστα Λογοθέτη, πρώην εισαγγελέως Θεσσαλονίκης.

Το ανθρώπινο πρόσωπο και η «φυλή των διευθυντών»

Αγαπητέ κ. Καρκαγιάννη

Την περασμένη Κυριακή, κλείνοντας το σχόλιό σας, μου ζητήσατε να ενημερώσω τους αναγνώστες σας, για τα όσα διαδραματίσθηκαν στο ΚΕΘΕΑ και με οδήγησαν στην απόφαση της αποχώρησης. Στα ζητήματα αυτά έχω ήδη αναφερθεί εκτενώς σε δύο άρθρα μου που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Αντί», τεύχη 676 και 696. Τώρα θα ήθελα από τη φιλόξενη σελίδα σας να απαντήσω στην κ. Κατερίνα Καραβέλη, υπεύθυνη τμήματος ενημέρωσης ΚΕΘΕΑ.

Αγαπητή κ. Καραβέλη
(δημόσιες σχέσεις του ΚΕΘΕΑ)

Δεν είχα την τύχη να σας γνωρίσω προσωπικά. Θεωρώ όμως ότι η φιλόξενη σελίδα του κ. Καρκαγιάννη μάς δίνει την ευκαιρία να γνωριστούμε καλύτερα. Στην επιστολή σας που δημοσιεύθηκε την περασμένη Κυριακή με χαρακτηρίζετε «πρόσωπο που απεχώρησε από το ΚΕΘΕΑ». Αυτό έκανε τον κ. Καρκαγιάννη να σχολιάσει ότι δεν είναι δυνατό ο ιδρυτής της «Ιθάκης» και στη συνέχεια διευθυντής του ΚΕΘΕΑ μέχρι το 1995, να αναφέρεται από τη σημερινή ηγεσία, με αυτόν τον τρόπο. Προκάλεσε επίσης αντιδράσεις προέδρων και μελών παρελθόντων διοικητικών συμβουλίων του ΚΕΘΕΑ που μου τηλεφώνησαν για να μου εκφράσουν τη συμπαράστασή τους, επειδή θεωρούν ότι έπεσα θύμα μιας χυδαίας προσπάθειας υποβάθμισης. Εμένα όμως όχι μόνο δεν με ενόχλησε ο χαρακτηρισμός που μου δώσατε, αλλά αντίθετα με χαροποίησε! Αυτό δεν αποτελεί ειρωνεία. Θα το διαπιστώσετε και μόνη σας διαβάζοντας τις σειρές που ακολουθούν.

Κατ’ αρχάς, λοιπόν, θέλω να πιστεύω ότι εσείς, η οποία συνεργάζεστε στενά, λόγω της θέσης σας, με τον διευθυντή του ΚΕΘΕΑ γνωρίζετε επακριβώς τις διαφορές που υφίστανται ανάμεσα σε έναν «διευθυντή» και ένα «πρόσωπο». Ως εκ τούτου, επιλέξατε, όχι τυχαία, τον χαρακτηρισμό μου ως προσώπου, ενώ π.χ. θα μπορούσατε να είχατε χρησιμοποιήσει τον τίτλο του «τέως διευθυντή». Είμαι σίγουρος, λοιπόν, ότι γνωρίζετε ότι τα πρόσωπα ακόμη και όταν αναλάβουν θέση διευθυντή διατηρούν το πρόσωπό τους, δεν χάνουν δηλαδή τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά τους. Αυτοί που στο εξής θα αποκαλώ «διευθυντές», ταυτίζονται εντελώς με τη θέση τους και αποτελούν γρανάζια μιας απρόσωπης ιεραρχίας. Στην ιεραρχία αυτή συνήθως μοιράζονται με άλλα μέλη της ιεραρχίας ιδιοτέλειες και προσωπικά συμφέροντα. Οι διευθυντές φορούν τη μάσκα της εξουσίας, δεν αφήνουν να φαίνεται προς τα έξω τίποτα από αυτά που αληθινά σκέφτονται και τίποτα από αυτά που αισθάνονται. Ετσι, αφενός κατοχυρώνουν το κύρος τους και αφετέρου διασφαλίζουν την «αντικειμενικότητά» τους. Αντίθετα, τα πρόσωπα συνηθίζουν να σκέπτονται ανοικτά και να δείχνουν τα συναισθήματά τους. Αυτό όμως έχει κόστος, τα κάνει ιδιαίτερα ευάλωτα στους άλλους.

Τα πρόσωπα δεν συγκροτούν ποτέ την ιεραρχία ενός οργανισμού, αλλά παρέες, ομάδες ή κοινότητες. Στις κοινότητες αυτές μοιράζονται τις ίδιες ανθρωπιστικές αξίες, τις ίδιες αρχές και ονειρεύονται τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου. Ενίοτε οι κοινότητες αυτές ονομάζονται θεραπευτικές, γιατί μπορούν να βοηθούν ανθρώπους με προβλήματα, όπως παραδείγματος χάριν το πρόβλημα των ναρκωτικών. Αν διαβάσετε τη φιλοσοφία των θεραπευτικών κοινοτήτων στην Ελλάδα, όπως τη διατύπωσα σε κείμενα το 1982, το 1983 και 1988 θα διαπιστώσετε ότι στις προθέσεις μου δεν ήταν η δημιουργία ενός οργανισμού, αλλά η δημιουργία «κοινότητας προσώπων». Και πραγματικά τα πρώτα χρόνια λειτουργήσαμε με βάση αυτό το μοντέλο. Γι’ αυτό ίσως τα αποτελέσματά μας υπήρξαν εντυπωσιακά. Οσο όμως μεγάλωνε και διευρυνόταν η προσπάθειά μας τόσο τα πρόσωπα χανόντουσαν και τη θέση τους έπαιρναν οι μάσκες της ιεραρχίας. Με βάση όλα αυτά, θα συμφωνήσετε πλέον εύκολα μαζί μου ότι οι σημερινές «κοινότητες» του ΚΕΘΕΑ, ούτε κοινότητες είναι ούτε θεραπευτικές με την κλασική έννοια του όρου. Στην καλύτερη περίπτωση είναι, όπως άλλωστε υποστηρίζει και ο σημερινός διευθυντής του ΚΕΘΕΑ, «υπηρεσίες» με «στόχο την αντιμετώπιση του συμπτώματος της εξάρτησης». Ετσι είμαστε υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουμε ότι ο κ. Καρκαγιάννης έχει απόλυτο δίκαιο όταν γράφει για «εκτροπή ενός ονείρου…».

Τα πρόσωπα είναι συναισθηματικά και ανθρώπινα, έτσι όταν συναντηθούν με ένα άλλο πρόσωπο συμπαθιούνται. Ισως αυτό σας βοηθήσει να κατανοήσετε, γιατί ο κ. Καρκαγιάννης δείχνει μια «ειδική συμπάθεια», όπως αναφέρετε στην επιστολή σας προς το πρόσωπό μου. Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι στη συνάντηση των προσώπων δεν υπάρχει ως υπόβαθρο κάποια οικονομική ή άλλη ιδιοτέλεια. Αντίθετα, με τις σχέσεις των διευθυντών, τμηματαρχών κ.λπ. που τις χαρακτηρίζει το αμοιβαίο υλικό συμφέρον. Γι’ αυτό άλλωστε, οι σχέσεις που συνάπτουν μεταξύ τους διαρκούν όσο τα κοινά τους συμφέροντα.

Μια άλλη ιδιότητα των προσώπων είναι ότι δεν νιώθουν φτωχά χωρίς εξουσία και χρήμα. Γιατί περιουσία τους είναι οι φίλοι τους, οι άνθρωποι με τους οποίους μοιράζονται τις ιδέες τους και τις αρχές τους. Οι διευθυντές από την άλλη μεριά, αισθάνονται καλά μόνο όταν έχουν χρήμα και εξουσία. Θα συμφωνήσετε λοιπόν μαζί μου ότι αυτό αποτελεί επίσης μια χαρακτηριστική διαφορά.

Θα έρθω τώρα στην άλλη εύστοχη λέξη που χρησιμοποιήσατε για να περιγράψετε τα όσα τότε διαδραματίστηκαν. Επιλέξατε τη λέξη «αποχώρηση». Συμφωνώ λοιπόν απόλυτα μαζί σας, γιατί τα πρόσωπα που συμμετέχουν σε έναν κοινό στόχο και όραμα αποχωρούν από τη συγκεκριμένη προσπάθεια, όταν αυτή εκτρέπεται από το αρχικό της όραμα, αλλά δεν παραιτούνται από τις αξίες τους, τις αρχές τους και τα οράματά τους. Ορθώς λοιπόν δεν χρησιμοποιήσατε την λέξη «παραίτηση» γιατί αν την είχατε χρησιμοποιήσει θα υποδηλώνατε ότι το ΚΕΘΕΑ συνεχίζει να υπηρετεί τις αρχικές αξίες και αρχές του και ότι εγώ παραιτήθηκα από αυτές.

Αλλά τα πρόσωπα διαθέτουν και μια άλλη βασική ιδιότητα που τους διαφοροποιεί από τους πάσης φύσεως διευθυντές. Τα πρόσωπα αρνούνται να συμβιβαστούν με οποιαδήποτε θέση εξουσίας τούς προσφέρεται, εάν δεν συμφωνεί με τις ιδέες και τις αρχές τους. Γνωρίζετε υποθέτω ότι το 1995, εν μέση θητεία, τα πρόσωπα του Δ. Σ. του ΚΕΘΕΑ, οι καθηγητές Χ. Γιανναράς, Δ. Παπαδοπούλου, Σ. Παντελάκης, Σ. Μπακούρας, ο ηθοποιός Γ. Μιχαλακόπουλος και ο φιλόλογος Λ. Βάσσης παραιτήθηκαν από το Δ. Σ. όταν διαπίστωσαν την εκτροπή από το αρχικό όραμα. Ο Λ. Βάσσης είχε πει τότε: «Αρνούμαι να υπηρετώ έναν φορέα που θέλει να επικαθήσει επί χαίνουσας πληγής της ελληνικής κοινωνίας». Τα πρόσωπα λοιπόν δεν εκμεταλλεύονται ποτέ τη δυστυχία των ανθρώπων για να κτίσουν καριέρες ή να ικανοποιήσουν προσωπικές φιλοδοξίες.

Υπάρχει όμως και μια άλλη σημαντική διαφορά ανάμεσα στα πρόσωπα και στους διευθυντές που μέχρι τώρα δεν θίξαμε. Τα πρόσωπα όταν συγκεντρώνουν εξουσία και δύναμη που τους εκχωρείται, από τους χρήστες, τις οικογένειες τους και την κοινωνία νιώθουν πολύ μεγάλη ευθύνη για το πώς θα τη χρησιμοποιήσουν. Ετσι όταν τους ασκείται κριτική ενοχοποιούνται και προβληματίζονται. Αντίθετα, οι πάσης φύσεως διευθυντές χρησιμοποιούν αυτήν τη δύναμη για να σταματήσουν οποιαδήποτε άσκηση κριτικής προς το πρόσωπό τους. Τώρα που το ξέρετε αυτό παρακαλώ να μην ξαναγράψτε, σε όποιον σάς ασκεί κριτική εκβιαστικές εκφράσεις όπως «… να υπονομευθεί απερίσκεπτα η προσπάθεια χιλιάδων εξαρτημένων σε όλη την Ελλάδα». Γιατί δίνετε την εντύπωση ότι η ζωή αυτών των ανθρώπων εξαρτάται από το δικαίωμά σας να κάνετε ό,τι θέλετε και να μην λογοδοτείτε σε κανέναν. Ετσι υπερβαίνετε το λεπτό όριο ανάμεσα στη χρήση και στην κατάχρηση εξουσίας.

Τα πρόσωπα έχουν ιστορία. Αυτό είναι η δύναμή τους. Οι διευθυντές δεν έχουν ιστορία και γι’ αυτό δεν σέβονται την ιστορία. Εξω από τη θέση που κατέχουν αισθάνονται συνήθως ανύπαρκτοι. Οταν πάρουν στα χέρια τους την εξουσία διακατέχονται από την έμμονη ιδέα να ξαναγράψουν την ιστορία. Ετσι έχουν την ψευδαίσθηση ότι αποκτούν και ίδιοι ιστορία. Υπάρχουν άπειρα ιστορικά παραδείγματα τέτοιων συμπεριφορών. Ο διευθυντής Στάλιν έδωσε εντολή και σβήστηκε το πρόσωπο του Τρότσκι από την ιστορική φωτογραφία της κόκκινης πλατείας. Με εντολή του διευθυντή Πουλόπουλου κατεστράφη το ιστορικό αρχείο της Ιθάκης και διαγράφτηκε το όνομά μου από όλες τις αναφορές στην ιστορία του ΚΕΘΕΑ.

Από όσα είπαμε θα καταλάβατε ότι οι «διευθυντές» αποτελούν μια φυλή ανθρώπων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Μερικοί μάλιστα τους ονομάζουν γιάπηδες, ή γραφειοκράτες, ή τεχνοκράτες. Εμείς στη σημερινή μας συζήτηση τους ονομάζουμε συλλήβδην διευθυντές. Η αλήθεια είναι όμως ότι τέτοιους διευθυντές μπορούμε να βρούμε παντού μέσα στη ζωή. Αυτά όλα που περιγράψαμε συνθέτουν μια στάση ζωής. Ετσι διευθυντές μπορούμε να βρούμε στο πανεπιστήμιο, στα υπουργεία, στην πολιτική, στην Εκκλησία και γενικώς οπουδήποτε αναπτύσσεται η ανθρώπινη δραστηριότητα. Από αυτούς τους διευθυντές υποφέρει όλη η κοινωνία. Μπορεί μάλιστα να τολμήσω να σας πω ότι είναι πιθανόν κάποιοι να παίρνουν ναρκωτικά γιατί δεν τους αντέχουν. Αυτό πάρτε το σοβαρά υπόψη σας, γιατί υπάρχουν πολλοί επιστήμονες που υποστηρίζουν αυτήν την άποψη. Το ερώτημα που τίθεται και θα πρέπει να σας προβληματίσει σοβαρά είναι αν μπορεί ένας οργανισμός που στηρίζεται σε διευθυντές, τμηματάρχες κ.τ.λ. να θεραπεύσει αυτούς που αρρωσταίνουν, επειδή ακριβώς δεν αντέχουν να ζουν σε μια κοινωνία γεμάτη διευθυντές. Σκεφτείτε το τώρα πριν φτάσουν τα θεραπευόμενα μέλη σας να πουν αυτό που είπαν το 1988 σε τότε συνεργάτη, τα μέλη ενός μεγάλου θεραπευτικού οργανισμού της Αμερικής: «Η μία μαφία μας δίνει ναρκωτικά και η άλλη μας αποτοξινώνει».

Τώρα, έπειτα από όλα αυτά, δικαιούσθε να μου θέσετε μια καίρια ερώτηση. Καλά όλα αυτά, αλλά εσείς κύριε Ζαφειρίδη τι κάνατε όλα αυτά τα χρόνια που διευθύνατε τις θεραπευτικές κοινότητες; Παραμείνατε πρόσωπο ή γίνατε διευθυντής;Θα σας απαντήσω, αλλά παρακαλώ ό,τι σας πω να μείνει μεταξύ μας. Το να είσαι διευθυντής σε βολεύει. Μπορείς και κρύβεσαι από τον εαυτό σου. Είναι κάτι σαν πρέζα. Αντίθετα το να είσαι πρόσωπο είναι δύσκολο. Χρειάζεται να μάχεσαι συνέχεια με τον εαυτό σου, να βρίσκεσαι σε συνεχή επαγρύπνηση, να αντιστέκεσαι στις εύκολες λύσεις, να αμφιβάλλεις, να πονάς. Αρκετές φορές λοιπόν υπέκυψα στον πειρασμό της ευκολίας. Βλέπεις δεν είναι εύκολο να ξεβολεύεσαι. Από αυτά κάτι ξέρουν οι χρήστες ναρκωτικών. Ισως οι αδυναμίες μου να επηρέασαν αρνητικά και τους συνεργάτες μου που με είχαν σαν πρότυπό τους. Οταν όμως βρήκα τη δύναμη να αποχωρήσω από ένα εγχείρημα στο οποίο αφιέρωσα 13 ολόκληρα χρόνια από τη ζωή μου, απόφαση που για να την πάρω έπρεπε να υπερβώ τις προσωπικές μου ιδιοτέλειες, ήταν σαφές ότι επέλεξα να είμαι πρόσωπο, όχι διευθυντής.

Με φιλικούς χαιρετισμούς
Φοίβος Ζαφειρίδης
Το πρόσωπο που απεχώρησε
από το ΚΕΘΕΑ

Η σιωπή είναι συνενοχή και η ψευτοευγένεια συγκάλυψη

Κύριε Καρκαγιάννη,

Πραγματικά εντυπωσιακό ήταν το σημείωμά σας της προηγουμένης Κυριακής για το πρόβλημα των ναρκωτικών, για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο: Σ’ αυτήν την ατελεύτητη τραγωδία που βιώνει η κοινωνία μας, σχεδόν κανείς δεν τολμά ποτέ να πει ανοιχτά τις τρεις – τέσσερις μεγάλες αλήθειες που αποτελούν και τα πραγματικά αίτια της απίστευτης γιγάντωσης του προβλήματος. Συγχωρήσατε, παρακαλώ, την ένταση των λίγων γραμμών που ακολουθούν. Πιστεύω όμως πως κατανοείτε το ότι, όταν συστηματικά εξοντώνεται η νεολαία της χώρας στο όνομα είτε της άγνοιας είτε του συμφέροντος είτε της ανοησίας, η μεν σιωπή είναι συνενοχή, η δε ψευτοευγένεια συγκάλυψη των πραγμάτων. Ποια λοιπόν είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του δήθεν αγώνα κατά των ναρκωτικών; Ας δούμε μερικά από τα κυριότερα, που αφορούν στην ίδια την κρατική μας μηχανή, αφού αυτονόητο είναι πως το κράτος έχει την κύρια ευθύνη της αντιμετώπισης.

– Η φανερή υποκρισία: Ολοι οι αρμόδιοι παράγοντες γνωρίζουν πολύ καλά τόσο τα επιστημονικά δεδομένα όσο και τις συλλογικές ψυχώσεις που τα διαστρεβλώνουν. Με κάποιο όμως τρόπο «αυτόματο», μόλις καταλάβουν τις καρέκλες της εξουσίας, αμέσως συντάσσονται με τις κρατούσες χονδροειδώς εσφαλμένες παραδοχές και γενικεύσεις. Για παράδειγμα μόλις προχθές η αρμόδια υφυπουργός κ. Σπυράκη δήλωνε πως δεν βλέπει καμιά ουσιώδη διαφορά μεταξύ «μαλακών» και «σκληρών» ναρκωτικών. Ποιος είναι λοιπόν ο ανεξιχνίαστος μηχανισμός που αναγκάζει μια καθηγήτρια ιατρικής να λέγει δημοσίως πράγματα που εάν τα έλεγε κάποιος φοιτητής της θα τον απέρριπτε ασυζητητί;

Επειδή, κύριε Καρκαγιάννη, είσθε εξαιρετικά καλά πληροφορημένος για τα συμβαίνοντα στη δικαιοσύνη, γνωρίζετε ποια ήταν η ανεπίσημη (και ορθή) άποψη πρώην ανωτάτου δικαστικού λειτουργού της χώρας. Τι όμως τον εμπόδιζε και δημόσια να δηλώσει πως η άγρια καταδίωξη ήταν η κύρια αιτία του προβλήματος;

– Το συνειδητό ψέμα: Ολοι κατά καιρούς ακούμε τα παραμύθια των πολιτικών και κυρίως των εκάστοτε κυβερνητικών στελεχών για εξάρθρωση των κυκλωμάτων και για άλλα ηχηρά παρόμοια. Σε όλες όμως ανεξαιρέτως τις περιπτώσεις που δικαστικοί έφθασαν στα κυκλώματα και επέμεναν να συνεχίσουν, η ίδια η κρατική μηχανή απροκάλυπτα και με τη μεγαλύτερη δυνατή αναλγησία εξόντωσε υπηρεσιακά και προσωπικά τους δικαστικούς. Περνώντας έτσι φανερά και προκλητικά το μήνυμα πως τα κυκλώματα είναι παντοδύναμα και καλά θα κάνουν οι εισαγγελείς να ασχολούνται μόνον με τα βαποράκια των Εξαρχείων και τους μισοπεθαμένους του Μεταξουργείου.

Ευθέως δε σας δηλώνω, ότι στην τεράστια προσπάθεια που έγινε κατά τη δεκαετία του 1980 στη Θεσσαλονίκη για την εξάρθρωση των κυκλωμάτων, ο μεγαλύτερος αντίπαλος των τότε εισαγγελικών λειτουργών ήταν το ίδιο το υπουργείο Δικαιοσύνης, το οποίο κατόρθωσε τελικά να συντρίψει τους εισαγγελείς και να διασώσει τη διαπλεκόμενη αλητεία των φυλακών του Γεντί Κουλέ.

– Η προφανής γελοιότητα: Δεκάδες διώξεις γίνονται με τις γνωστές τηλεοπτικές τυμπανοκρουσίες κατά επιχειρήσεων που διαθέτουν είδη από… κλωστική κάνναβη!!! Επιχειρηματίες που κατασκευάζουν και πωλούν ρούχα, χαρτί, σχοινιά, χρώματα και φωτιστικό λάδι, συλλαμβάνονται και σύρονται στα κρατητήρια ως «κάτοχοι» και διαφημιστές ναρκωτικών ουσιών!!! Οχι βέβαια πως οι γελοιότητες αυτές στερούνται και «επιστημονικής» κάλυψης: Ανώτατο στέλεχος του ΟΚΑΝΑ, σχετικά πρόσφατα μίλησε για «νοητικό εθισμό» της νεολαίας. Τώρα το πώς ακριβώς ένα καραβόσχοινο ή ένα κουτί μπογιά εθίζει «νοητικά»(;) τη νεολαία μας στα ναρκωτικά, είναι κάτι που όχι μόνον ο γράφων δεν αντιλαμβάνεται, αλλά ούτε και η Δικαιοσύνη, αφού όλες οι σχετικές υποθέσεις καταλήγουν σε απαλλακτικά βουλεύματα και αποφάσεις. Παρά ταύτα, απτόητοι οι διωκτικοί μηχανισμοί συνεχίζουν τις σταυροφορίες τους κατά των ναρκωτικών, κατάσχοντας παντελόνια, σπάγγους και σκούπες και καθιστώντας τη χώρα μας περίγελω της πολιτισμένης ανθρωπότητας.

– Η απίστευτη ανικανότητα: Δυόμισι με τρεις χιλιάδες χρήστες (κάποιοι απ’ αυτούς στα τελευταία στάδια) περιμένουν χρόνια ολόκληρα τη σειρά τους για τα προγράμματα μεθαδόνης!!! Το απίθανο λοιπόν κράτος μας, αυτό που κάθε εβδομάδα ξεκινάει και μια εκστρατεία κατά των ναρκωτικών, δεν μπορεί έγκαιρα να… μοιράσει χάπια, για να σώσει τις ζωές των παιδιών του! Κάπως βέβαια αντισταθμίζει τον βαθύ του ύπνο, με την ταχύτατη αντίδρασή του να συλλαμβάνει τα παιδιά αυτά όταν σέρνονται μισοπεθαμένα στα πάρκα και στις πλατείες για μισό γραμμάτιο ηρωίνης. Τότε και συλλήψεις κάνει και συνεντεύξεις οργανώνει για το μεγάλο κατόρθωμα να «καθαρίζει» την πόλη από τα μιάσματα.

– Η παντελής αδιαφορία: Ποιος δεν γνωρίζει πλέον πως στο ελληνικό Δημόσιο δεν «κουνιέται φύλλο» αν δεν παρέμβει κάποιο από τα ΜΜΕ. Ούτε ο τραυματισμός ούτε η αρρώστια, ούτε ο θάνατος συγκινούν πια τους δήθεν «αρμοδίους» οι οποίοι, απησχολημένοι μονίμως στο πώς θα διατηρήσουν και πώς θα επεκτείνουν την εξουσία τους, ελάχιστα αντιλαμβάνονται ότι ανθρώπινες ψυχές καταστρέφονται με τη συμπεριφορά τους. «Ποιος Παναγιωτάκης»; ήταν η ερώτηση της κ. Σπυράκη για το δυστυχισμένο παιδάκι της Λέσβου, ενώ «άλλη ερώτηση» ήταν η «απάντηση» του αρμοδίου υπουργού για το ίδιο θέμα. Σκεφθείτε λοιπόν τι θα απαντούσαν οι λαμπροί αυτοί εκπρόσωποί μας εάν το ερώτημα αφορούσε κάποιον χρήστη ναρκωτικών ουσιών.

Αν, κύριε Καρκαγιάννη, αυτό το κράτος δεν αφήσει τα παραμύθια της Χαλιμάς, την αδιαφορία και την παχυλή άγνοια, πολύ σύντομα θα μεταβληθεί σε νεκροθάφτη της ίδιας του της νεολαίας.

Με ιδιαίτερη τιμή
Κώστας Λογοθέτης
Δικηγόρος – πρώην εισαγγελέας

Ιατρική ή «σωφρονιστική»;

Εκτός από τις μεθόδους απεξάρτησης που εφαρμόζονται στις «θεραπευτικές κοινότητες», για τις οποίες όσο και αν προσπάθησα δεν κατόρθωσα να καταλάβω τι ακριβώς είναι, ώστε να τις περιγράψω στοιχειωδώς (κυρίως αν είναι ιατρικές, παραϊατρικές ή «σωφρονιστικές»), προτάθηκαν και άλλες μέθοδοι. Η μία, της μεθαδόνης είναι ευρύτερα γνωστή και επισήμως επιτρέπεται μόνο σε κρατικά προγράμματα. Δεν επιτρέπεται δηλαδή σ’ έναν ψυχίατρο ή σ’ έναν χρήστη ηρωίνης να κάνει χρήση αυτής της μεθόδου και αν ακόμη είναι αποφασισμένοι να εφαρμόσουν όλους τους όρους των κρατικών προγραμμάτων. Αποτέλεσμα: Περισσότεροι από 3.000 χρήστες ηρωίνης (αριθμός που αυξάνεται συνεχώς) περιμένουν να ενταχθούν σε προγράμματα απεξάρτησης με μεθαδόνη. Το πόση υποκρισία κρύβουν αυτά τα προγράμματα θα το πούμε άλλοτε, όταν ενημερωθώ καλύτερα.

Μια άλλη, περισσότερο ιατρική παρά… ιδεολογικοθρησκευτική μέθοδος, είναι με την ανταγωνιστική στην ηρωίνη ουσία, τη ναλτρεξόνη (και όχι συναγωνιστική όπως είναι η μεθαδόνη). Ψυχίατροι σε όλον τον κόσμο παρατήρησαν ότι ο κυριότερος λόγος που οι χρήστες δεν παίρνουν την απόφαση να κόψουν την ηρωίνη και να ενταχθούν σε ψυχοθεραπευτικό πρόγραμμα είναι ο τρόμος από το σωματικό στερητικό σύνδρομο. Η ναλτρεξόνη δεν σημαίνει απεξάρτηση, αλλά καταργεί ή απαλύνει το σωματικό στερητικό σύνδρομο, δημιουργώντας έτσι καταλληλότερο έδαφος για την ψυχοκοινωνική απεξάρτηση.

Το υπουργείο Υγείας βάφτισε και αυτήν την ουσία «ναρκωτικό» απαγόρευσε τη χρήση της και ο εισαγγελέας παραπέμπει… επί κακουργήματι μερικούς ψυχιάτρους που θέλησαν να την εφαρμόσουν. Αν μια θεραπευτική μέθοδος δεν εφαρμοσθεί σε ευρεία κλίμακα ή έστω σε πειραματική, με μεθοδικότητα και επιστημονική ελευθερία, κανείς δεν ξέρει την αποτελεσματικότητά της. Ομως τα ναρκωτικά είναι μια τόσο σοβαρή υπόθεση που κανείς δεν δικαιούται να είναι δογματικός. Δεκάδες χιλιάδες χρήστες ηρωίνης και οι οικογένειές τους (και πολύ περισσότερες στο μέλλον) περιμένουν στη… λίστα αναμονής του ΟΚΑΝΑ και του ΚΕΘΕΑ! Γιατί ο χρήστης ηρωίνης, στην απελπισία του δεν έχει το δικαίωμα να ζητήσει έστω μόνο ανακούφιση ή να επιλέξει αυτός τη μέθοδο απεξάρτησης;

Συνταγή ήττας, η στρατηγική πόλωσης που ακολουθεί ο κ. Σημίτης

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή