Το άλλο «JO» του 1940

4' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στον τόπο τους έγιναν μερικές από τις πιο σκληρές μάχες του B΄ Παγκόσμιου Πολέμου (της περιόδου πριν από το Ρωσικό Μέτωπο). Είπαν κι αυτοί τα δικά τους JO (όχι). Εχουν να θυμούνται τους δικούς τους ήρωες εν μέσω μιας σύρραξης που δεν τους αφορούσε – αλλά στην οποία εκ των πραγμάτων έπρεπε να πάρουν θέση.

Δεν ήταν η πρώτη φορά. Το πιο γνωστό αλβανικό ρητό, το «Καλύτερα με τον διάβολο που ξέρεις», είναι ενδεικτικό των συνθηκών κάτω από τις οποίες διαμορφώθηκε η Αλβανία τον 20ό αιώνα – οι αντιλήψεις των ανθρώπων της και η συλλογική μνήμη.

Οι Αλβανοί συνήθιζαν να επιλέγουν τον «διάβολο» με τον οποίο θα ζούσαν επειδή σπάνια είχαν άλλη επιλογή. Οι χαλαροί δεσμοί των αλβανικών «φυλών» (μάλλον πατριών), οι μεγάλες θρησκευτικές ακόμη και γλωσσικές διαφορές μεταξύ τους και ο μικρός αριθμός τους σε σχέση με τους γείτονες δύσκολα ισοσκελίζονταν από τις πολεμικές τους ικανότητες.

Η ιταλική κατάκτηση της Αλβανίας είχε ξεκινήσει πολύ πριν από τις 7 Απριλίου 1939, όταν έπειτα από βομβαρδισμό, 40.000 Ιταλοί στρατιώτες αποβιβάστηκαν στον Αυλώνα και σχεδόν περπατώντας κατέλαβαν το μικρό βασίλειο.

Ηδη από το 1926 η Ιταλία προέβαλλε ως περίπου επικυρίαρχος της Αλβανίας. Μέχρι την εισβολή του ’39 το 92,1% των αλβανικών εξαγωγών και το 82,5% των εισαγωγών διεξαγόταν με την Ιταλία.

Η επίλεκτη αλβανική προεδρική φρουρά, που εξοπλίστηκε και οργανώθηκε από Ιταλούς αξιωματικούς και παρέλασε με τις φουστανέλες της στο Κολοσσαίο υπό τις ιαχές του πλήθους, ήταν ένα δείγμα της «νέας εποχής». Οι Ιταλοί οργάνωσαν και ενέταξαν στις μεραρχίες τους δέκα αλβανικά τάγματα, μια «πλωτή» ταξιαρχία και άγνωστο αριθμό χωροφυλάκων. Συνολικά 338 Αλβανοί αξιωματικοί και 4.220 υπαξιωματικοί και οπλίτες προετοιμάστηκαν για να βρεθούν απέναντι στον ελληνικό στρατό.

Μέχρι τότε, οι Αλβανοί περίπου υπέμεναν τον ιταλικό ζυγό – ελάχιστες πράξεις αντίστασης καταγράφηκαν και οι λιγοστές που έγιναν μάλλον υπερτιμήθηκαν μετέπειτα από τη χοτζική ιστοριογραφία.

Αλλωστε, ακόμη και πολύ αργότερα στην Αλβανία οι Ιταλοί παραμένουν στη μνήμη και ως «αυτοί που έκαναν έργα», ενώ πολλές προφορικές παραδόσεις έχουν να κάνουν με το καταφύγιο που προσέφεραν Αλβανοί χωρικοί στους καταδιωκόμενους από γερμανικά στρατεύματα Ιταλούς.

Αλλά εκείνες τις κρίσιμες βδομάδες του ’40 καταγράφηκαν και τα πρώτα (σημαντικά;) «JO». Δύο αλβανικά τάγματα, τα TOMORI και TARABOSHI, που σχεδόν με τη βία εστάλησαν στα σύνορα αρνήθηκαν να πολεμήσουν. Σύμφωνα με την αλβανική ιστοριογραφία μεταφέρθηκαν από τους Ιταλούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Αλβανία. (Σύμφωνα πάντως με άποψη στην ελληνική ιστοριογραφία μεταφέρθηκαν στην περιοχή της Κορυτσάς.)

Πάντως, τα «JO» καταγράφηκαν στα επίσημα Ιταλικά Αρχεία. Σύμφωνα μάλιστα με τον πρώτο τη τάξει στην ιταλική στρατιωτική ιεραρχία στρατάρχη Badoglio «(…) Οι Αλβανοί στρατιώτες που υπό τη μορφή ταγμάτων συμμετείχαν στις δικές μας μεραρχίες ή αποδείχθηκαν άπιστοι και δόλιοι, καθώς επιδόθηκαν σε πράξεις δολιοφθοράς εναντίον μας, ή πέρασαν στις γραμμές των Ελλήνων. Τότε αναγκαστήκαμε να αποσύρουμε τις αλβανικές δυνάμεις και εν μέρει να τις αφοπλίσουμε».

Πιθανόν ο στρατάρχης για ευνόητους λόγους να υπερβάλλει. Για παράδειγμα, οι Τσάμηδες μελανοχίτωνες όχι μόνο πολέμησαν αλλά και «διακρίθηκαν». [Ωστόσο, αξίζει να καταγραφεί πως οι Τσάμηδες ουδέποτε έγιναν πλήρως αποδεκτοί από τις κλειστές αλβανικές κοινωνίες του Νότου. Υπενθυμίζεται πως ο Χότζα φρόντισε μετά τον πόλεμο να μεταφέρει πολλούς στον (παρ-) άξενο αλβανικό Βορρά].

Πάντως, οι «πατέρες» της χοτζικής ιστοριογραφίας S. Puta και A. Pollo θα δώσουν το βάρος τους αλλού: Στο «αμέσως μετά». Ετσι, ενώ από «την πρώτη στιγμή του πολέμου μαζικά οι Αλβανοί ξεσηκώθηκαν και ενώθηκαν με τους Ελληνες», πολύ γρήγορα «απογοητεύθηκαν επειδή είδαν ότι και οι Ελληνες έρχονταν ως κατακτητές».

Αλλωστε οι μνήμες από τη σύντομη ελληνική κατοχή του αλβανικού Νότου το 1915 δεν είχαν διαγραφεί. Κι αν αποσιωπάται από την «επίσημη» ελληνική ιστορία, το αντίθετο συμβαίνει με την αλβανική: τότε, χιλιάδες Αλβανοί πρόσφυγες από τον υπό ελληνική κατοχή Νότο καταδιώχθηκαν και κατέφυγαν εξαθλιωμένοι στους ελαιώνες του Αυλώνα, όπου πολλοί πεθαναν από εξάντληση και ασιτία, κυρίως γυναικόπαιδα.

Το δεύτερο ελληνικό «όχι» αφορούσε το ’40 τους Αλβανούς. Ηταν σε βρετανική πρόταση να οργανωθούν «στην πλάτη» των Ιταλών αλβανικά σώματα σαμποτάζ για να διευκολυνθούν οι ελληνικές επιθέσεις στο κύριο μέτωπο. Το επανέλαβαν οι ελληνικές αρχές και στην πρόταση του βασιλιά Ζώγου να εξοπλίσει και να στείλει αλβανικό σώμα δίπλα στον ελληνικό στρατό. Το ελληνικό «όχι» δεν είχε να κάνει μόνο με την αναξιοπιστία του Αχμέτ Ζώγου.

(Οπως πιθανόν και να μην είναι τυχαίο πως αλβανική εθνική εορτή συμπίπτει με την -στα αλβανικά- «κατάκτηση» -στα ελληνικά- «απελευθέρωση» της Κορυτσάς από τον ελληνικό στρατό.)

Αυτές τις «λεπτές» παραλείψεις ή υπερβολές θα τις βρει κανείς πολλές φορές εκατέρωθεν των κοινών μας ιστορικών συνόρων.

Αλλά και οι μνήμες από τη σύντομη ελληνική παρουσία δεν είναι κοινές. Στην Ελλάδα έχει υπερτονιστεί, σχεδόν μονοπωλεί τη μνήμη, το κλίμα των πρώτων ημερών της ελληνικής παρουσίας, όταν ακόμη ήταν χορτάτοι και ξεκούραστοι οι Ελληνες στρατιώτες. Αντίθετα, στη αλβανική μνήμη έχει επικρατήσει το «μετά», όταν η επιμελητεία είχε σχεδόν καταρρεύσει και οι Ελληνες πλιατσικολογούσαν όλο και περισσότερο τα ζώα και τα τρόφιμα των ντόπιων ή τους εξανάγκαζαν πολλές φορές αμισθί να συμμετέχουν σε στρατιωτικά έργα.

Στην αλβανική ιστορία έχει υποτιμηθεί αρκετά το μέγεθος της ελληνικής στρατιωτικής επιτυχίας. Ομως κι εμείς εδώ παραβλέπουμε πως η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που εορτάζει όχι το τέλος, αλλά την αρχή του B΄ Παγκόσμιου Πολέμου! (Πάντως ούτε και το τέλος «συμπίπτει» σε όλες τις χώρες).

Ιnfo

– Miranda Vickers, «Οι Αλβανοί», Αθήνα 1997, εκδ. Οδυσσέας

– Γιάννη Γιαννουλόπουλου, «Εχω μια αδελφή, κουκλίτσα αληθινή…» (υπο δημοσίευση), εκδ. Βιβλιόραμα

– Δημητρίου Λουκάτου, «Οπλίτης στο αλβανικό μέτωπο», Αθήνα 2001, εκδ. Ποταμός

– S. Pollo, A. Puto, «Ιστορία της Αλβανίας», Θεσσαλονίκη, εκδ. Εκδοτική Ομάδα

– Ζαχαρία N. Τσιρπανλή, «Ελληνες και Ιταλοί στα 1940-41», Θεσσαλονίκη 2004, εκδ. University Studio Ρress

ΥΓ.: H στήλη ευχαριστεί θερμά τον ιστορικό Ηλία Σκουλίδα, τον καθηγητή Χάγκεν Φλάισερ και τις εκδόσεις ΙΣΝΑΦΙ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή