Η «νοσταλγία της αυτοκρατορίας» βασική τροχοπέδη του ΠΑΣΟΚ

Η «νοσταλγία της αυτοκρατορίας» βασική τροχοπέδη του ΠΑΣΟΚ

3' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι μεγάλες αυτοκρατορίες κατέρρευσαν επειδή δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα των εθνικών κρατών. Για το ΠΑΣΟΚ το πρόβλημα είναι διαφορετικό: η μεγάλη δυσκολία του είναι να προσαρμοστεί στην απώλεια της πολιτικής του κυριαρχίας στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Η «νοσταλγία της αυτοκρατορίας» αποτελεί βασική τροχοπέδη στην ανάκαμψή του.

Την εποχή της παντοδυναμίας του ήταν ένα μεγάλο πολυσυλλεκτικό κόμμα, στο οποίο συνυπήρχαν διαφορετικά ιδεολογικά ρεύματα. Ο λαϊκισμός και ο εκσυγχρονισμός αποτελούσαν τις αντιφατικές σταθερές της πολιτικής του. Μια διαρκής άσκηση ισορροπίας την οποία εκτελούσε με αξιοπρόσεκτη συνέπεια. Το συνεκτικό στοιχείο ήταν, βέβαια, η προοπτική της εξουσίας, ακριβώς δηλαδή το στοιχείο το οποίο απουσιάζει σήμερα. Αυτό έχει επιπτώσεις.

Η πρώτη και πιο σημαντική είναι ότι δεν αρκεί πλέον να κάνει αντιπολίτευση για να περιμένει να έρθει η σειρά του να κυβερνήσει. Αν θέλει να επιβιώσει πρέπει να αποκτήσει πολύ διακριτό πολιτικό στίγμα, να αποφασίσει σε ποιους απευθύνεται. Και η πρόσφατη ιστορία, οι θέσεις που πήρε στη διάρκεια της κρίσης, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια επιλογής. Ο μεσαίος μεταρρυθμιστικός χώρος, με ισότιμη έμφαση και στα δύο χαρακτηριστικά, είναι ο μόνος στον οποίο μπορεί να έχει απήχηση. Είναι όμως ένας χώρος με πολλές ιδιαιτερότητες.

Η πρώτη έχει να κάνει με τη συγκυρία. Παραδοσιακά οι πολίτες αυτού του χώρου ψηφίζουν «οπορτουνιστικά» με κριτήριο δηλαδή όχι τόσο την πίστη σε έναν κομματικό φορέα όσο το τι θεωρούν καλύτερο για τη χώρα. Και σήμερα η πολιτική σταθερότητα, το να αποφύγουμε να μπούμε ξανά σε περιπέτειες οι οποίες θα θέσουν υπό αμφισβήτηση όσα έχουν επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια, είναι η άμεση προτεραιότητά τους. Αυτό είναι και το μεγάλο επιχείρημα που θα αξιοποιήσει ο κ. Μητσοτάκης στις προσεχείς εκλογές: αυτοδυναμία ή πολιτική αστάθεια και αβεβαιότητα.

Θα χρειαστεί ένα νέο πρόσωπο, που δεν θα αναμασά την ξύλινη γλώσσα του κομματικού σωλήνα και δεν θα κουβαλά αμαρτίες του παρελθόντος.

Για να το αντιμετωπίσει η Κεντροαριστερά, θα πρέπει να γίνει η ίδια παράγοντας σταθερότητας. Που πάει να πει να εγκαταλείψει τους μικρομεγαλισμούς, ότι θα διεκδικήσει την τρίτη εντολή ή τα περί «στρατηγικών αντιπάλων» που τη στέλνουν όμηρο στον ΣΥΡΙΖΑ. Κυρίως, όμως, να ξεκαθαρίσει ότι ανεξάρτητα από το εκλογικό σύστημα και ανάλογα με το αποτέλεσμα, θα στηρίξει κυβέρνηση συνεργασίας και μάλιστα με προοπτική τετραετίας.

Η δεύτερη ιδιαιτερότητα του χώρου είναι, φυσικά, οι μεταρρυθμίσεις. Αυτό έχει σχέση με τον τρόπο που ασκεί αντιπολίτευση. Το όχι σε όλα, οι αυξήσεις στους μισθούς χωρίς μέριμνα για την ανταγωνιστικότητα και τις θέσεις εργασίας, η εμμονή σε παράλογα «κεκτημένα» η σύμπλευση με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες που αντιδρούν στην αξιολόγηση και στον εκσυγχρονισμό του δημοσίου τομέα και η εχθρότητα στην ιδιωτική πρωτοβουλία δεν μπορεί να υπαγορεύουν την πολιτική του. Ενα μικρό κόμμα που προσπαθεί να επιβιώσει ανάμεσα στις συμπληγάδες του δικομματισμού, οφείλει να έχει το θάρρος να πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα και στην αντιπολιτευτική πεπατημένη.

Σε σχέση με τις εκλογές του 2019, οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν κατά πάσα πιθανότητα σε συνθήκες περισσότερο ευνοϊκές για την Κεντροαριστερά. Τότε ένα μέρος των ψηφοφόρων της στήριξε Μητσοτάκη για να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα οι αντιφάσεις στη Νέα Δημοκρατία έχουν έρθει στην επιφάνεια. Ο Μπογδάνος ήταν ίσως μια ακραία περίπτωση. Η πρόσφατη συνέντευξη του κ. Σαμαρά, ωστόσο, έδειξε ότι υπάρχουν ισχυρότερες εσωκομματικές αντιστάσεις στο κεντρώο άνοιγμα του κ. Μητσοτάκη. Ενα κόμμα, λοιπόν, το οποίο θα μπορούσε ταυτόχρονα να διασφαλίζει την πολιτική σταθερότητα αλλά και να αποτελεί αντίβαρο στη Δεξιά, θα ήταν δυνατόν να διεκδικήσει τον ρόλο του ρυθμιστή.

Οι θέσεις από μόνες τους όμως δεν αρκούν. Σε εποχή ρευστότητας και κατακερματισμού του πολιτικού σκηνικού, με τον κομματικό πατριωτισμό σε αποδρομή, ο ρόλος της ηγεσίας είναι καθοριστικός. Θα χρειαστεί ένα νέο πρόσωπο, που θα μπορέσει να απευθυνθεί με αξιοπιστία στους ψηφοφόρους. Ενα πρόσωπο που δεν θα αναμασά την ξύλινη γλώσσα του κομματικού σωλήνα και δεν θα κουβαλά αμαρτίες του παρελθόντος. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί το δυσκολότερο όλων.

* Ο κ. Παντελής Καψής είναι δημοσιογράφος, πρώην υπουργός.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή