Η ιστορική έξοδος των Ρώσων από την πατρίδα τους

Η ιστορική έξοδος των Ρώσων από την πατρίδα τους

Ο πόλεμος του Βλαντιμίρ Πούτιν έχει προκαλέσει μιαν ιστορική έξοδο του ίδιου του τού λαού. Τα πρώτα στοιχεία, λέει η Washington Post, δείχνουν ότι τουλάχιστον 500.000, και ίσως σχεδόν 1 εκατομμύριο, έφυγαν μέσα στον έναν χρόνο από την έναρξη της εισβολής

12' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Καθώς τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ουκρανία τον περασμένο Φεβρουάριο, αναγκάζοντας εκατομμύρια Ουκρανούς να ξεριζωθούν για να σώσουν τη ζωή τους, χιλιάδες Ρώσοι έσπευσαν επίσης να ετοιμάσουν τις βαλίτσες τους και να εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους, φοβούμενοι ότι το Κρεμλίνο θα έκλεινε τα σύνορα και θα επέβαλλε στρατιωτικό νόμο, όπως αναφέρει σε εκτενές της ρεπορτάζ η Washington Post.

Κάποιοι είχαν αντιταχθεί εδώ και καιρό στον αυξανόμενο αυταρχισμό και η εισβολή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Αλλοι οδηγήθηκαν από οικονομικά συμφέροντα, για να διατηρήσουν τα προς το ζην ή να ξεφύγουν από το πλήγμα των κυρώσεων. Στη συνέχεια, το περασμένο φθινόπωρο, η επιστράτευση παρακίνησε εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες να τραπούν σε φυγή.

Ο πόλεμος του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν έχει προκαλέσει μιαν ιστορική έξοδο του ίδιου του τού λαού. Τα πρώτα στοιχεία, λέει η Washington Post, δείχνουν ότι τουλάχιστον 500.000, και ίσως σχεδόν 1 εκατομμύριο, έφυγαν μέσα στον έναν χρόνο από την έναρξη της εισβολής – ένα παλιρροϊκό κύμα μετανάστευσης συγκρινόμενο με εκείνο της επανάστασης των Μπολσεβίκων του 1917 και της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ενωσης το 1991.

Τώρα, όπως τότε, οι αποχωρήσεις πρόκειται να επαναπροσδιορίσουν τη χώρα για γενιές. Και η μαζική μετανάστευση μπορεί να βρίσκεται ακόμη στα αρχικά της στάδια. Ο πόλεμος δεν φαίνεται να τελειώνει. Οποιαδήποτε νέα προσπάθεια επιστράτευσης από το Κρεμλίνο, γράφει η αμερικανική εφημερίδα, θα πυροδοτήσει νέες αποχωρήσεις από τη χώρα, καθώς και επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών, οι οποίες είναι αναμενόμενες όσο η σύγκρουση συνεχίζεται.

Οπως είναι φυσικό, τεράστια εκροή ανθρώπινου δυναμικού έχει διογκώσει τις υπάρχουσες κοινότητες των Ρώσων εμιγκρέδων σε όλο τον κόσμο και έχει δημιουργήσει νέες.

Ορισμένοι κατέφυγαν σε γειτονικές χώρες όπως η Αρμενία και το Καζακστάν, που έχουν τα σύνορά τους ανοιχτά για τους Ρώσους πολίτες. Κάποιοι με βίζα διέφυγαν στη Φινλανδία, στις χώρες της Βαλτικής ή σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Αλλοι τόλμησαν να πάνε πιο μακριά, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ισραήλ, την Ταϊλάνδη, την Αργεντινή. Δύο άνδρες από την Απω Ανατολή της Ρωσίας έπλευσαν μάλιστα με ένα μικρό σκάφος στην Αλάσκα.

Το οικονομικό κόστος, αν και τεράστιο, είναι αδύνατο να υπολογιστεί. Στα τέλη Δεκεμβρίου, το υπουργείο Επικοινωνιών της Ρωσίας ανέφερε ότι το 10% των εργαζομένων στον τομέα της πληροφορικής της χώρας είχε φύγει ανεπιστρεπτί το 2022. Το κοινοβούλιο της Ρωσίας συζητεί τώρα ένα πακέτο κινήτρων για να τους επαναπατρίσει.

Εχει γίνει βέβαια επίσης λόγος στο κοινοβούλιο για τιμωρία των Ρώσων που έφυγαν, αφαιρώντας τους τα περιουσιακά στοιχεία στην πατρίδα. Ο Πούτιν έχει αναφερθεί σε αυτούς που έφυγαν ως «αποβράσματα», σημειώνοντας ότι η έξοδός τους θα «καθαρίσει» τη χώρα – παρότι κάποιοι εξ όσων μετανάστευσαν δεν αντιτάχθηκαν στον πόλεμο.

Η ιστορική έξοδος των Ρώσων από την πατρίδα τους-1
Το διεθνές αεροδρόμιο Zvartnots στο Ερεβάν της Αρμενίας. Η χώρα έχει γίνει σημείο συγκέντρωσης εργαζομένων στον τομέα της τεχνολογίας που εγκαταλείπουν τη Ρωσία. (©Daro Sulakauri/The New York Times)

Με την κυβέρνηση να περιορίζει αυστηρά τη αντίθετη γνώμη και να εφαρμόζει ποινές για όσους επικρίνουν τον πόλεμο, όσοι παρέμειναν στην αποδεκατισμένη αντιπολίτευση ήρθαν επίσης αντιμέτωποι φέτος με ένα δίλημμα: φυλακή ή εξορία. Οι περισσότεροι επέλεξαν την εξορία. Ακτιβιστές και δημοσιογράφοι συγκεντρώνονται πλέον σε πόλεις όπως το Βερολίνο και οι πρωτεύουσες της Λιθουανίας, της Λετονίας και της Γεωργίας.

«Αυτή η έξοδος είναι ένα τρομερό πλήγμα για τη Ρωσία», είπε στην Washington Post η Ταμάρα Αϊντελμαν, Ρωσίδα ιστορικός που μετακόμισε στην Πορτογαλία μετά την εισβολή. «Η κοινωνική ομάδα που θα μπορούσε να αλλάξει κάτι στη χώρα έχει πλέον σβηστεί».

Ενώ οι Ουκρανοί πρόσφυγες γίνονται δεκτοί με ανοιχτές αγκάλες στη Δύση, πολλές χώρες αποφεύγουν τους Ρώσους, αβέβαιοι για το αν είναι φίλοι ή εχθροί και αν, μέχρις ενός σημείου, η χώρα είναι αναφανδόν υπεύθυνη. Ορισμένες χώρες έχουν μπλοκάρει τις αφίξεις επιβάλλοντας περιορισμούς εισόδου ή αρνούμενοι νέες βίζες, ορισμένες φορές σκορπώντας πανικό στους Ρώσους, ειδικά στους φοιτητές, που βρίσκονται ήδη στο εξωτερικό.

Εν τω μεταξύ, η εισροή Ρώσων σε χώρες όπως το Καζακστάν και το Κιργιστάν, που έστελναν από καιρό μετανάστες στη Ρωσία, έχει πυροδοτήσει πολιτικό τρόμο, δημιουργώντας πιέσεις στις σχέσεις μεταξύ της Μόσχας και των άλλων πρώην σοβιετικών κρατών. Οι τιμές των ακινήτων σε αυτές τις χώρες έχουν εκτοξευθεί, προκαλώντας εντάσεις με τους τοπικούς πληθυσμούς.

Σχεδόν έναν χρόνο μετά την έναρξη της εισβολής –και τη νέα εκροή Ρώσων– δημοσιογράφοι της Washington Post ταξίδεψαν στο Ερεβάν και το Ντουμπάι για να δουν από κοντά πώς τα καταφέρνουν οι μετανάστες και να ρωτήσουν αν σκοπεύουν ποτέ να επιστρέψουν. Το Ερεβάν, η πρωτεύουσα της Αρμενίας, πρώην σοβιετικής δημοκρατίας, είναι ένας προορισμός για Ρώσους με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες – μια ορθόδοξη χριστιανική χώρα όπου τα ρωσικά είναι η δεύτερη γλώσσα. Αντίθετα, το ακριβό Ντουμπάι, στον Περσικό Κόλπο, είναι κατά κύριο λόγο μουσουλμανικό, αραβόφωνο και προσελκύει πλουσιότερους Ρώσους που αναζητούν είτε λάμψη είτε επιχειρηματικές ευκαιρίες.

Η ρωσική μεσαία τάξη πάει στο Ερεβάν

Η ιστορική έξοδος των Ρώσων από την πατρίδα τους-2
Πλατεία στο Ερεβάν της Αρμενίας. Η Ρωσία αιμορραγεί από εξωστρεφείς νέους επαγγελματίες που ήταν μέρος μιας παγκόσμιας οικονομίας που έχει σε μεγάλο βαθμό αποκόψει τη χώρα τους. (©Daro Sulakauri/The New York Times)

Για πολλούς Ρώσους που έφυγαν, η Αρμενία ήταν μια σπάνια, εύκολη επιλογή. Είναι μία από τις πέντε πρώην σοβιετικές χώρες που επιτρέπουν στους Ρώσους να εισέλθουν μόνο με την ταυτότητά τους – κάτι που την καθιστά δημοφιλή προορισμό για πρώην στρατιώτες, πολιτικούς ακτιβιστές και άλλους η βιαστική απόδραση είναι εκ των ων ουκ άνευ.

Δεδομένης της κοινής θρησκείας και γλώσσας, οι Ρώσοι συνήθως δεν αντιμετωπίζουν εχθρότητα ή κοινωνικό στίγμα. Η απόκτηση αδειών παραμονής είναι επίσης απλή και το κόστος διαβίωσης είναι χαμηλότερο απ’ ό,τι στην Ε.Ε.

Το Ερεβάν έχει προσελκύσει χιλιάδες εργαζομένους στον τομέα της πληροφορικής, δημιουργικούς νέους και ανθρώπους της εργατικής τάξης, συμπεριλαμβανομένων οικογενειών με παιδιά, απ’ όλη τη Ρωσία, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει νέα σχολεία, μπαρ, καφέ και ισχυρά δίκτυα υποστήριξης.

Στην αυλή του «Ελεύθερου Σχολείου» για παιδιά από τη Ρωσία, που ιδρύθηκε τον Απρίλιο, ο Μαξίμ, διευθυντής κατασκευαστικής εταιρείας, περίμενε τον 8χρονο γιο του, Τιμοφέι. Το σχολείο ξεκίνησε με 40 μαθητές σε ένα διαμέρισμα. Τώρα, υπάρχουν σχεδόν 200 σε ένα πολυώροφο κτίριο στο κέντρο της πόλης.

Ο Μαξίμ, τον οποίο η Washington Post αναφέρει μόνο με το μικρό του όνομα για λόγους ασφαλείας, κατέφυγε στο Ερεβάν από το Βόλγκογκραντ για να αποφύγει την επιστράτευση τον περασμένο Σεπτέμβριο. «Φύγαμε για τον ίδιο λόγο που έφυγαν όλοι: ξαφνικά εμφανίστηκε ένας πραγματικός κίνδυνος στη χώρα για μένα και, πάνω απ’ όλα, για την οικογένειά μου», είπε.

Η οικογένεια έχει προσαρμοστεί χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στο Ερεβάν. Ολοι γύρω τους μιλούν ρωσικά. Ο Μαξίμ εργάζεται εξ αποστάσεως σε πρότζεκτ στη Ρωσία. Στον Τιμοφέι αρέσει το σχολείο και μαθαίνει αρμενικά. Ο Μαξίμ είπε ότι είναι σίγουρος ότι η οικογένεια δεν θα επιστρέψει στη Ρωσία.

«Ισως θα μεταφερθούμε κάπου αλλού, ίσως ακόμα και στην Ευρώπη, εάν τα πράγματα αρχίσουν να ομαλοποιούνται», είπε.

Σε ένα καταφύγιο στα περίχωρα του Ερεβάν, ο Αντρέι, 25 ετών, πρώην στρατιωτικός από την περιοχή του Ροστόφ της Ρωσίας, είπε ότι προσαρμόζεται επίσης στη νέα του ζωή, αφού είχε διαφύγει την επιστράτευση. «Δεν ήθελα να γίνω δολοφόνος σε αυτό τον εγκληματικό πόλεμο», είπε ο Αντρέι, ο οποίος αναφέρεται επίσης μόνο με το μικρό του όνομα για λόγους ασφαλείας.

Ο Αντρέι εργάζεται ως οδηγός ντελίβερι και μοιράζεται ένα μικρό δωμάτιο με άλλους δύο άντρες σε ένα καταφύγιο που δημιούργησε η Kovcheg, μια οργάνωση υποστήριξης για Ρώσους μετανάστες. «Πριν από τον πόλεμο δεν είχα ασχοληθεί ποτέ με την πολιτική, αλλά μετά την εισβολή άρχισα να διαβάζω για τα πάντα», είπε ο Αντρέι. «Νιώθω τόσο ντροπή γι’ αυτό που έχει κάνει η Ρωσία».

Εν τω μεταξύ, σε έναν συνεργατικό χώρο στο κέντρο της πόλης, ομάδες Ρώσων ακτιβιστών οργανώνουν συζητήσεις, πολιτικές συναντήσεις και συνεδρίες θεραπείας. Στους τοίχους έχουν αναρτηθεί μηνύματα υποστήριξης για την Ουκρανία, μαζί με τη λευκή και τη μπλε σημαία που υιοθετήθηκε από την αντιπολίτευση της Ρωσίας. Σε μια συνάντηση στα τέλη Ιανουαρίου, δεκάδες Ρώσοι ήταν σκυμμένοι πάνω από τραπέζια, γράφοντας επιστολές σε πολιτικούς κρατουμένους στη Ρωσία.

«Οσο περισσότερα γράμματα τόσο το καλύτερο», είπε ο Ιβάν Λιουμπίμοφ, 37χρονος ακτιβιστής από το Εκατερίνμπουργκ. «Είναι σημαντικό να μην αισθάνονται ότι είναι μόνοι». Σήκωσε ψηλά ένα καρτούν με ένα χαμογελαστό πάντα. Για να παρακάμψουν τη λογοκρισία στη φυλακή, πρέπει να αποφεύγουν να γράφουν οτιδήποτε πολιτικό, αλλά τα σχέδια είναι βέβαιο ότι θα παραδοθούν.

Η Τάνια Ρασπόποβα, 26 ετών, έφτασε στο Ερεβάν τον περασμένο Μάρτιο με τον σύζυγό της, αλλά χωρίς σχέδιο, συντετριμμένη και φοβισμένη.

Στη συνέχεια, άκουσε ότι ένας άλλος μετανάστης αναζητούσε συνεργάτες για να στήσει ένα μπαρ, έναν χώρο όπου Ρώσοι ομογενείς μπορούσαν να συναντηθούν, και θέλησε να βοηθήσει. Το Tuf, που πήρε το όνομά του από τον ροζ ηφαιστειακό βράχο που είναι κοινός τόπος σε όλο το Ερεβάν, άνοιξε τις πόρτες του μέσα σε έναν μήνα.

Ξεκίνησαν με ένα φωτισμένο με νέον μπαρ και κουζίνα στο ισόγειο, που σύντομα επεκτάθηκε σε μια μικρή αυλή. Μετά άνοιξαν έναν δεύτερο όροφο και μετά έναν τρίτο. Στον επάνω όροφο υπάρχει τώρα ένα στούντιο ηχογράφησης, μία μπουτίκ ρούχων και ένα στούντιο για τατουάζ. Το βράδυ μιας Τετάρτης του περασμένου Ιανουαρίου, το μέρος ήταν γεμάτο με νεαρούς Ρώσους και Αρμένιους που τραγουδούσαν καραόκε, έπιναν κοκτέιλ και έπαιζαν πινγκ-πονγκ. «Εχουμε δημιουργήσει από τότε μια πολύ μεγάλη κοινότητα, μια μεγάλη οικογένεια», είπε η Ρασπόποβα. «Το Tuf είναι το νέο μας σπίτι».

Ρώσοι μεγιστάνες στο Ντουμπάι

Η ιστορική έξοδος των Ρώσων από την πατρίδα τους-3
Ενα σούπερ γιοτ που ανήκει στον Ρώσο ολιγάρχη Αντρέι Σκοχ στο Port Rashid στο Ντουμπάι, το οποίο έχει γίνει σημαντικός προορισμός για τους πλούσιους Ρώσους. (©Katarina Premfors/The New York Times)

Οι Ρώσοι είναι παντού στο Ντουμπάι: κουβαλούν τσάντες Dior που σκαρφαλώνουν πάνω από τις Louis Vuitton βαλίτσες στο αεροδρόμιο, κάνουν βόλτες σε εμπορικά κέντρα με αθλητικές φόρμες και τραβούν βίντεο για το TikTok και το Reel κοντά στον Burj Khalifa, τον δημοφιλή ουρανοξύστη της πόλης.

Οι πλούσιοι και ισχυροί της Ρωσίας έχουν μεταφερθεί εδώ και καιρό στο Ντουμπάι, αλλά η πόλη ήταν μόνο μία από τα πολλά hot spots. Αυτό άλλαξε όταν ο πόλεμος απέκοψε τους Ρώσους από τη Δύση.

Χιλιάδες άνθρωποι επέλεξαν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα –τα οποία δεν εντάχθηκαν στις δυτικές κυρώσεις και εξακολουθούν να έχουν απευθείας πτήσεις προς τη Μόσχα– ως το νέο τους σπίτι. Οι Ρώσοι απολαμβάνουν ταξίδια χωρίς βίζα για 90 ημέρες και είναι σχετικά εύκολο να λάβουν εθνική ταυτότητα μέσω επιχειρήσεων ή επενδύσεων, για μεγαλύτερη σε διάρκεια διαμονή.

Το υψηλό κόστος ζωής σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ακτιβιστές ή δημοσιογράφοι. Το Ντουμπάι είναι παράδεισος και «παιδική χαρά» για Ρώσους επιχειρηματίες τεχνολογίας, δισεκατομμυριούχους υπό κυρώσεις, ατιμώρητους εκατομμυριούχους, διασημότητες και influencers.

Λίγο μετά την εισβολή, οι συζητήσεις στην εύπορη γειτονιά Λίμνες του Πατριάρχη της Μόσχας στράφηκαν στις καλύτερες συμφωνίες ακινήτων στο Ντουμπάι, είπε η Νατάλια Αρχαγγέλσκαγια, η οποία διευθύνει το Antiglyanets, ένα χλευαστικό και επιδραστικό κανάλι στο Telegram που επικεντρώνεται στην ελίτ της Ρωσίας. Εναν χρόνο αργότερα, οι Ρώσοι ξεπέρασαν τους Βρετανούς και τους Ινδούς ως τους κορυφαίους αγοραστές ακινήτων του Ντουμπάι, ρωσικά γιοτ ελλιμενίζονται στη μαρίνα και ιδιωτικά τζετ κάνουν ζιγκ-ζαγκ μεταξύ Ντουμπάι και Μόσχας.

Οι Ρώσοι μπορούν ακόμη να αγοράσουν διαμερίσματα, να ανοίξουν τραπεζικούς λογαριασμούς και να βρουν επώνυμα δερμάτινα είδη που αγόραζαν στο παρελθόν στη Γαλλία.

«Το Ντουμπάι βασίζεται στην ιδέα ότι άνθρωποι με χρήματα έρχονται εδώ», είπε η Αρχαγγέλσκαγια.

Ο αγκάλιασμα των ξένων επιχειρήσεων από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχει δελεάσει ένα ρεύμα Ρώσων εργαζομένων στον τομέα της πληροφορικής που επιδιώκουν να κόψουν τους δεσμούς με τη Ρωσία και να παραμείνουν συνδεδεμένοι με τις παγκόσμιες αγορές. Οι νεοφυείς επιχειρήσεις αναζητούν χρηματοδότηση από επιταχυντές που υποστηρίζονται από το κράτος. Οι μεγαλύτερες εταιρείες καταδιώκουν πελάτες για να αντικαταστήσουν αυτούς που χάθηκαν λόγω κυρώσεων.

Ενα διαμέρισμα στον 40ό όροφο σε έναν από τους πύργους του Jumeirah Beach Residence, με εκπληκτική θέα, προορίζεται για εβδομαδιαίες συναντήσεις ανοιχτές σε νεοφερμένους από τον τομέα της πληροφορικής. Ενα θυελλώδες απόγευμα του Ιανουαρίου, ο διοργανωτής Ιβάν Φεντιάκοφ, ο οποίος είναι επικεφαλής εταιρείας συμβούλων, χαιρέτησε τους καλεσμένους, φορώντας ένα μαύρο φούτερ με κουκούλα, με τυπωμένο το «Ολοι καταλαβαίνουν τα πάντα» – μια φράση που διαδόθηκε από τον Αλεξέι Πιβοβάροφ, Ρώσο δημοσιογράφο που χαρακτηρίστηκε από τη Μόσχα ξένος πράκτορας και του οποίου το κανάλι στο YouTube έχει 3,5 εκατομμύρια συνδρομητές.

Περίπου 10 άτομα κατέφτασαν για να συζητήσουν ευκαιρίες στην Ινδία, η οποία διατηρεί δεσμούς με τη Ρωσία παρά τον πόλεμο. Οι περισσότεροι εξέφρασαν πικρία για την πολιτική του Κρεμλίνου και νοσταλγία για τη Μόσχα όταν ήταν ένας φιλόδοξος παγκόσμιος κόμβος.

Η Αλεξάντρα Ντορφ, επιχειρηματίας στον τομέα της πληροφορικής, μετακόμισε στο Ντουμπάι με τα δύο της παιδιά τον περασμένο Απρίλιο. «Κανείς δεν ήξερε τι επρόκειτο να συμβεί στη συνέχεια», είπε η ίδια.

«Τα σύνορα μπορεί να έκλειναν απότομα. Επρεπε να παρθεί μια απόφαση, ή θα μείνεις ή θα φύγεις γρήγορα».

Το 2022, η Ντορφ διέκοψε όλους τους δεσμούς με τη Ρωσία: πούλησε το διαμέρισμα και το αυτοκίνητό της και βρήκε μια νέα δουλειά στο Ντουμπάι ως υπεύθυνη ανάπτυξης επιχειρήσεων σε μιαν εταιρεία που εστιάζει στην τεχνητή νοημοσύνη.

«Τους πρώτους δύο μήνες, είσαι διαρκώς αγχωμένος, τα παιδιά έχουν ξεφύγει από τον συνήθη τρόπο ζωής τους και δεν μπορείς να τα γράψεις σε σχολείο», είπε. «Αλλά το Ντουμπάι είναι ένας κόμβος που ανθεί».

«Το πιο σημαντικό πράγμα για μένα είναι να μπορώ να αναπτύξω διεθνή πρότζεκτ και να ενσωματώσω τα παιδιά μου σε μια παγκόσμια κοινότητα, ώστε να μεγαλώσουν σε ένα ελεύθερο περιβάλλον», πρόσθεσε.

Εκτός από τους ανθρώπους από τον τομέα της πληροφορικής, πολλοί Ρώσοι της μεσαίας τάξης… ακολούθησαν τα χρήματα στο Ντουμπάι – για δουλειές στη φιλοξενία, για να ανοίξουν ινστιτούτα ομορφιάς ή απλώς για να εργαστούν εξ αποστάσεως, μακριά από την πολεμοχαρή πατρίδα.

Ο Αρτεμ Μπαμπίνοφ, ιδρυτής ενός χώρου διαβίωσης στη Μόσχα που ονομάζεται Colife, άνοιξε ένα γραφείο στο Ντουμπάι λίγες μέρες πριν από την εισβολή, ελπίζοντας να προσελκύσει Βρετανούς ειδικούς στα χρηματοοικονομικά. Ο πόλεμος άλλαξε τα σχέδιά του και πλέον νοικιάζει δεκάδες ακίνητα με βραχυχρόνια μίσθωση, κυρίως σε Ρώσους γύρω στα 30. «Η κοινότητα εδώ είναι το κλειδί», είπε ο Μπαμπίνοφ. «Οι άνθρωποι χρειάζονται απλώς άλλους ανθρώπους».

Η τρίτη έξοδος των Ρώσων

Η ιστορική έξοδος των Ρώσων από την πατρίδα τους-4
Αποψη της αρμενικής πρωτεύουσας, Ερεβάν. (©AP Photo/Pavel Golovkin)

Οπως οι Λευκοί Ρώσοι εμιγκρέδες της εποχής των Μπολσεβίκων και οι μετασοβιετικοί μετανάστες της δεκαετίας του 1990, πολλοί από αυτούς που εγκατέλειψαν τη Ρωσία λόγω του πολέμου στην Ουκρανία είναι πιθανό να έχουν φύγει οριστικά.

Η Αϊντελμαν, η Ρωσίδα ιστορικός, είπε ότι όσο περισσότερο κρατάει ο πόλεμος τόσο πιο βαθιά θα είναι τα σημάδια. «Κάθε επιπλέον μήνας αναγκάζει τους ανθρώπους να συνηθίσουν να ζουν σε μια διαφορετική χώρα», είπε. «Βρίσκουν δουλειά εκεί, τα παιδιά τους πηγαίνουν σχολείο, αρχίζουν να μιλούν μια διαφορετική γλώσσα. Οσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος, όσο περισσότερο συνεχίζεται η δικτατορία στη χώρα, τόσο λιγότεροι θα επιστρέψουν».

Ωστόσο, η τεχνολογία κάνει αυτή την έξοδο διαφορετική από τις προηγούμενες, διασφαλίζοντας ότι οι Ρώσοι στο εξωτερικό θα παραμείνουν συνδεδεμένοι με το παρελθόν τους.

Ο Μάθιου Ροτζάνσκι, πρόεδρος του U.S. Russia Foundation, μιας ομάδας με έδρα την Ουάσιγκτον, είπε ότι οι Ρώσοι ομογενείς θα μπορούσαν να γίνουν «ένα αποθετήριο δεξιοτήτων για μια καλύτερη, πιο ελεύθερη, σύγχρονη Ρωσία». Προς το παρόν, ωστόσο, είπε ο Ροτζάνσκι, η εκροή στέλνει ένα σαφές μήνυμα.

«Είναι ιστορικές στιγμές», είπε. «Αυτοί οι άνθρωποι μιλούν διά της απουσίας τους. Φεύγουν εξαιτίας αυτού που κάνει το καθεστώς Πούτιν».

Πηγή: Washington Post

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή