«Απόνερα» και στην ελληνική αγορά ακινήτων είναι πιθανό να προκύψουν από τα όσα δραματικά εκτυλίσσονται τους τελευταίους μήνες στη Βενεζουέλα. Η δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση της χώρας έχει οδηγήσει σε λήψη ακραίων μέτρων, για να αντιμετωπιστούν οι συνθήκες έκτακτης ανάγκης. Μεταξύ αυτών και η επίταξη κτιρίων και ακινήτων ιδιωτών «για κοινωνικούς σκοπούς». Σε αυτά, αν πιστέψει κανείς τα όσα ακούγονται στα γραφεία στελεχών της ελληνικής αγοράς ακινήτων, περιλαμβάνονται και ακίνητα που ανήκουν στον ομογενή επιχειρηματία κ. Θεόδωρο Δουζόγλου, ο οποίος από το 2015 μέχρι σήμερα έχει «ταράξει τα νερά» και στην Ελλάδα προχωρώντας σε αγορές ακινήτων αξίας άνω των 60 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα, ορισμένοι φτάνουν να προχωρούν και ένα βήμα παρακάτω, εκτιμώντας ότι, εφόσον συνεχιστεί η υφιστάμενη κατάσταση στη Βενεζουέλα, ο κ. Δουζόγλου είναι πιθανό να αναθεωρήσει και τον εν Ελλάδι σχεδιασμό του, πιθανώς ρευστοποιώντας κάποιο από τα εδώ περιουσιακά του στοιχεία, προκειμένου να συνεχίσει να χρηματοδοτεί το επενδυτικό του πρόγραμμα. Αλλωστε, όπως όλα δείχνουν, το επιχειρηματικό μέλλον του εν λόγω επιχειρηματία είναι πλέον συνυφασμένο με την Ελλάδα και όχι με τη Βενεζουέλα, τουλάχιστον για τα επόμενα χρόνια και μέχρις ότου η χώρα της Λατινικής Αμερικής κατορθώσει να επιστρέψει στην ομαλότητα. Πολλοί μάλιστα συνδέουν την επέκταση του κ. Δουζόγλου στην ελληνική αγορά ακινήτων, όχι μόνο με την αλλαγή του εγχώριου πολιτικού σκηνικού το 2015 και τις στενές σχέσεις την ελληνικής κυβέρνησης με το καθεστώς Μαδούρο, αλλά και με τη σταδιακή επιδείνωση των πολιτικών και οικονομικών συνθηκών στη Βενεζουέλα. Η εξέλιξη αυτή υποχρέωσε τον κ. Δουζόγλου, ο οποίος φέρεται να έχει σημαντικές διασυνδέσεις με το υφιστάμενο καθεστώς, να ενισχύσει την εν Ελλάδι παρουσία του, με αποτέλεσμα ήδη από το 2017 να έχει ουσιαστικά μεταφέρει στην Αθήνα την έδρα των δραστηριοτήτων του, αναζητώντας ευκαιρίες κυρίως στην αγορά ακινήτων και στον τουρισμό.
Πριν από περίπου τέσσερα χρόνια, το 2015, απέκτησε το ιστορικό ξενοδοχείο Πεντελικόν στο Κεφαλάρι, πλειοδοτώντας σε σχετικό πλειστηριασμό. Το ακίνητο πέρασε στον έλεγχο του επιχειρηματία μέσω της Alpha Bank, έναντι υποχρεώσεων ύψους 26 εκατ. ευρώ των προηγούμενων ιδιοκτητών του. Ενα χρόνο αργότερα, τον Μάιο του 2016, ο κ. Δουζόγλου αποκτά το ξενοδοχείο Λητώ στη Μύκονο, καταβάλλοντας περί τα 17 εκατ. ευρώ, σε σχετικό διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ. Λίγους μήνες αργότερα, ο κ. Δουζόγλου αγόρασε από τον ΟΤΕ κτίριο 1.400 τ.μ. στη συμβολή των οδών Σταδίου 15 και Ανθίμου Γαζή, πλησίον της Παλαιάς Βουλής. Το τίμημα εκτιμάται ότι προσέγγισε τα 13 εκατ. ευρώ, ενώ άλλοι το ανεβάζουν στα 17 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για νεοκλασικό κτίριο των αρχών της δεκαετίας του ’30, σε ιδιαίτερα προνομιακό σημείο. Η πιο πρόσφατη κίνηση του κ. Δουζόγλου πραγματοποιήθηκε το 2017 και αφορά ένα ακόμα ξενοδοχειακό ακίνητο, το Mistral, τριών αστέρων και δυναμικότητας 74 δωματίων, στην περιοχή της Καστέλλας, έναντι 6 εκατ. ευρώ.
Μέχρι σήμερα κι ενώ έχουν μεσολαβήσει σχεδόν δύο χρόνια από την τελευταία εξαγορά, κανένα από τα παραπάνω ακίνητα δεν έχει λειτουργήσει. Για παράδειγμα, το Πεντελικόν, το οποίο θα μπορούσε να αποφέρει σημαντικά έσοδα στον κ. Δουζόγλου, παραμένει μέχρι και σήμερα με κλειστές πόρτες. Μάλιστα, στελέχη του κλάδου επισημαίνουν ότι το εν λόγω ακίνητο προσφέρει και τις μεγαλύτερες υπεραξίες κι έτσι είναι στην πρώτη θέση της λίστας με τα ακίνητα που ενδεχομένως επιλέξει να πωλήσει ο ομογενής επιχειρηματίας. Αντιστοίχως, το πρώην κτίριο του ΟΤΕ στη Σταδίου αποτελεί «φιλέτο», το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί τόσο ως ξενοδοχείο όσο και ως κτίριο γραφείων. Πάντως, ο κ. Δουζόγλου έχει εντάξει τέσσερα επενδυτικά σχέδια, συνολικής αξίας 45 εκατ. ευρώ, στις διατάξεις του αναπτυξιακού νόμου. Τα σχέδια αφορούν κυρίως τουριστικά ακίνητα, όπως, για παράδειγμα, την ανακαίνιση του ξενοδοχείου Mistral στην Καστέλλα και του Λητώ στη Μύκονο.
Το πακέτο των 45 εκατομμυρίων ευρώ
Σε κάθε περίπτωση, το εν λόγω ακίνητο αναμένεται να διατεθεί ως μέρος ενός ευρύτερου χαρτοφυλακίου ακινήτων που διαθέτει η Alpha Bank. Τα στελέχη της τράπεζας προσδοκούν επανάληψη της πρόσφατης επιτυχημένης πώλησης ενός «πακέτου» ακινήτων στο fund Brooke Lane Capital αντί ποσού 95 εκατ. ευρώ.