Οι λοξές, οπτικές γωνίες της πόλης

Οι λοξές, οπτικές γωνίες της πόλης

2' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παρατηρώ τις νέες οπτικές φυγές πάνω από το σώμα της πόλης, από ταράτσες που ανοίγονται σε καινοφανείς σχέσεις γεωμετρίας βλέμματος και αισθήσεων. Παρατηρώ την ανάγκη, την αγωνία, το παιχνίδι για τις νέες, βουβές διαρρήξεις μέσα στο σώμα της πόλης, που εκσπούν σε ξέφωτα και νέες τεθλασμένες. Οπως αυτή, που ανακάλυψα πρόσφατα, από ένα παράθυρο της Οικίας Κατακουζηνού, Αμαλίας 4, προς το κωδωνοστάσιο της Ρωσικής Εκκλησίας στη Φιλελλήνων.

Η Αθήνα έχει διαθέσει το σώμα της για πειράματα που οργανώνονται από ανήσυχα μυαλά με ένα κινητό, με μία κάμερα, με ένα φανταστικό σημειωματάριο για ακουαρέλες ή σκίτσα στο κεφάλι. Η πόλη έχει χιλιοτσαλακωθεί και ξεδιπλωθεί σε άπειρα σχήματα και συντεταγμένες και κάθε φορά προβάλλει μια «άλλη» και κάθε φορά είναι η «ίδια», αυτή που ξέρουμε και αυτή που μας ορίζει (για να την ορίζουμε).

Μαζί με τις νέες, λοξές, γωνίες από ταράτσες ξενοδοχείων και roof garden, στο Αthens Gate, στο New Hotel, στο Fresh, στο Titania, μαζί με την κουλτούρα του A for Athens, που πολλαπλασιάζεται (ως διάθεση, ως αίτημα), μαζί με το χειρουργικό φωτογραφικό πρότζεκτ «Αθήνα Θέα» της Γιάννας Ανδρεάδη, τις λήψεις από ταράτσες του Θοδωρή Γεωργακόπουλου, τις αρχιτεκτονικές συλλογές του Νίκου Καβαδά, την τράπεζα δεδομένων της Δέσποινας Δρεπανιά, τις αντιπαραβολές του Θανάση Βέμπου, τις πλήρεις καταγραφές της Ειρήνης Γρατσία, τις γοητευτικές εμμονές δεκάδων ακόμη παλαιο- και νεο-Αθηναίων, αχνοφαίνεται από τον βυθό με τάσεις άνωσης, η παλιά πόλη των οικογενειακών αφηγήσεων.

Και μαζί με τις νέες, οπτικές γωνίες, που λίγο λίγο, σαν σταγόνες αρσενικό σ’ ένα ποτήρι, σταλάζουν μέσα μας και αποκτούν σχήμα και γίνονται ένας άλλος χάρτης αισθημάτων για το άστυ, αναδεύεται το παλιό ίζημα ή η παλιά επιθυμία, η θολή γνώση και η θαμπή ανάμνηση σαν άχνα σ’ ένα τζάμι. Οσο πιο ισχυρή γίνεται η επιθυμία για τη «νέα» Αθήνα, τροπαιοφόρο πάνω από τον ευτελισμό της, άλλο τόσο καθολική απλώνεται, χωρίς ήχο, χωρίς απαίτηση, αλλά αμετάκλητη, η περιέργεια, η έλξη, η μυστηριώδης σκιά γύρω από την πόλη που μας διέφυγε.

Η λανθάνουσα πόλη επιζεί μέσα από την εσωτερική προβολή σε μία αθέατη οθόνη που έχει την κλίμακα μιας άλλης Αθήνας. Τη βλέπω όταν περπατάω στο Σύνταγμα ή στην Ομόνοια και, σχεδόν, κάθε φορά φέρνω στον νου τα κτίρια που έπεσαν, ακόμη και όσα εξαερώθηκαν πριν από την έλευσή μου στον κόσμο. Και μόνο αυτό το γεγονός δυναμώνει μέσα μου την πεποίθηση για τους κυκλωτικούς μηχανισμούς της τεθλασμένης «μνήμης» που με ένα βραχίονα παίρνει χυμούς από το βίωμα και με έναν άλλο βραχίονα τρέφεται από τη διήγηση. Ολο αυτό το μείγμα εικόνων, ακουσμάτων, θραυσματικών αντιπαραβολών και ασθματικών αναγωγών τρέφεται από την υπερβολή, μέσα από τη διαστρέβλωση, και νομιμοποιείται από την ανάγκη, μέσα από την έλλειψη.

Μένει, όμως, κάτι νέο. Ενα νέο κοίτασμα, μια νέα κορδέλα που ξετυλίγεται πάνω από τις σκεπές και τις ταράτσες της πόλης και που δίνει μια ανάσα και μια αίσθηση προσδοκίας, τόσης ώστε να γεννά, πλέον, σχεδόν αυτόματα νέα αισθήματα για την Αθήνα. Ξαναζωγραφίζεται ο χάρτης και κάθε μέρα γεννά «λοξές» ματιές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή