Χρυσωρυχείο ή Ρουμανία του Τσαουσέσκου;

Χρυσωρυχείο ή Ρουμανία του Τσαουσέσκου;

2' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η είδηση για την οριακή αύξηση της ανεργίας τον Ιανουάριο, ύστερα από 14 μήνες αργής και βασανιστικής αποκλιμάκωσης, έρχεται να επιβεβαιώσει αυτό που κάθε Ελληνας παρατηρεί στον περίγυρό του: η χλιαρή ανάκαμψη του 2014 έχει δώσει τη θέση της σε μια νέα περιδίνηση, που αποτυπώνεται στο «πάγωμα» της πραγματικής οικονομίας.

Σε αυτό το ελάχιστα ενθαρρυντικό σκηνικό, το υπουργείο Πολιτισμού έχει τη δυνατότητα να παίξει τον δικό του ρόλο, ρόλο εποικοδομητικό και ψυχολογικά κρίσιμο για τους πολίτες.

Ακούω τις ενστάσεις του καλοπροαίρετου αναγνώστη: Εδώ πνιγόμαστε και θα περιμένουμε από τον Πολιτισμό για να μας σώσει; Δεν υποστηρίζω αυτό. Για πολλές κυβερνήσεις, το υπουργείο Πολιτισμού ήταν ένας «περιφερειακός» φορέας άσκησης κυβερνητικής πολιτικής. Αυτό δεν πρέπει να μας στενοχωρεί, γιατί το ίδιο συμβαίνει σε πολλές προηγμένες χώρες της Δύσης.

Υπάρχει, όμως, η γνωστή ιδιαιτερότητα της Ελλάδας και αναφέρομαι στον πλούτο της αρχαιολογικής, κυρίως, κληρονομιάς. Ταυτόχρονα, δεν αμφισβητείται η απελπιστική δημοσιονομική πραγματικότητα της χώρας.

Τα όσα εν συντομία αναφέρονται στη συνέχεια είναι γνωστά εδώ και χρόνια. Εχουν επισημανθεί, δε, εξακολουθητικά από τις κατά καιρούς πολιτικές ηγεσίες του υπουργείου Πολιτισμού. Η Ελλάδα, δέσμια ανθεκτικών ιδεοληψιών και πρωτοφανούς ανικανότητας να κεφαλαιοποιήσει οικονομικά το πολιτιστικό της απόθεμα, γυροφέρνει άτολμα μεταρρυθμίσεις αυτονόητες σε άλλες χώρες της Δύσης, που αφορούν στη λειτουργία των μουσείων, την εμπορική αξιοποίηση αντιγράφων και όχι μόνο, καθώς και την εξυπηρέτηση των επισκεπτών μας. Είναι ενδεικτικό ότι την προηγούμενη χρονιά πανηγυρίζαμε γιατί 33 μεγάλα μουσεία και σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι δεν έκλειναν από τις 3 το μεσημέρι στους μήνες της τουριστικής αιχμής.

Αντίθετα με συναδέλφους του στο Υπουργικό Συμβούλιο, ο νέος αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού, Νίκος Ξυδάκης, έχει φροντίσει να δώσει ένα ευδιάκριτο σήμα ανοικτού πνεύματος και επίγνωσης του διεθνούς περιβάλλοντος. Κι αν οι πρόσφατες (επιτυχημένες) στελεχώσεις εποπτευόμενων φορέων του υπουργείου Πολιτισμού είναι θεωρητικά μια «ανώδυνη» υπόθεση, στη συνάντησή του με τους δημοσιογράφους έβαλε στο τραπέζι θέματα που δύσκολα θα έβαζε υπουργός της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Μιλάω για τον άμεσο εκσυγχρονισμό του ΤΑΠ, του ταμείου που διαχειρίζεται τα έσοδα από τα εισιτήρια των μουσείων – αρχαιολογικών χώρων και των πωλητηρίων, αλλά και την αναθεώρηση του νομοθετικού πλαισίου των μεγάλων μουσείων (στο πρότυπο του Μουσείου της Ακρόπολης), έτσι ώστε να αποκτήσουν μεγαλύτερη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια.

Ολα αυτά ακούγονται στα αυτιά πολλών ως «καλές προθέσεις», αλλά στις σημερινές συνθήκες έχουν κι αυτές τη σημασία τους.

Πρέπει, όμως, επιτέλους, να τελειώνουμε με τα μισόλογα και να ειπωθεί με ένταση το αυτονόητο: τα μεγάλα Μουσεία μπορούν και πρέπει να γίνουν οικονομικά ανεξάρτητα, τα πωλητήρια οφείλουν να μετεξελιχθούν σε αυτοτελείς μονάδες ισχυρής κερδοφορίας, το κράτος να δράσει άμεσα και αποφασιστικά για να σταματήσει ένα εν δυνάμει, για τη χώρα, χρυσωρυχείο να θυμίζει μια απέραντη Ρουμανία του Τσαουσέσκου.

Ισως ένας υπουργός της Αριστεράς να μπορεί να το πετύχει πιο εύκολα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή