Βραδεία είναι η αύξηση της απασχόλησης στα 34 κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ, ενώ εντείνεται η ανισότητα στις αποδοχές και σημειώνεται άνοδος της μερικής απασχόλησης, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του οργανισμού. Παράλληλα, όπως επισημαίνεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ για την προοπτική της απασχόλησης το 2015, το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων έχει φθάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα στα περισσότερα κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ, με άνοδο 77,2% από το 2007, γεγονός που δυσχεραίνει την επανένταξη των ατόμων αυτών στην αγορά εργασίας.
Τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας εντοπίζονται στον ευρωπαϊκό Νότο λόγω του βάθους της ύφεσης των προηγούμενων ετών, ενώ η μικρή αύξηση των πραγματικών μισθών είναι πηγή ανησυχίας για όλη την Ευρωζώνη. Αν και ο ΟΟΣΑ προβλέπει πως το συνολικό ποσοστό ανεργίας θα έχει υποχωρήσει σταδιακά στο 6,6% μέχρι τα τέλη του 2016, στην Ισπανία θα παραμείνει άνω του 20%. Η ανεργία των νέων αποτελεί μια ακόμη πρόκληση για τις κυβερνήσεις που θα πρέπει να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο κινήτρων όπου ο κατώτατος μισθός θα ενισχύει τις καθαρές αποδοχές των εργαζομένων και θα περιορίζει, παράλληλα, τις εισφορές των εργοδοτών.
Το τέταρτο τρίμηνο του 2014, η ανεργία στα 34 κράτη-μέλη διαμορφώθηκε στο 7,1%, δηλαδή παραμένει κατά 1,6% υψηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα. Αφενός, ο αριθμός των ανέργων διαμορφώθηκε στα 42 εκατομμύρια άτομα τον Μάιο του 2015, αντανακλώντας πτώση κατά 3 εκατ. από τα 45 εκατ. του 2014. Αφετέρου, οι άνεργοι παραμένουν κατά 10 εκατ. περισσότεροι από τα προ κρίσης επίπεδα. Ενα ιδιαίτερα ακανθώδες κεφάλαιο είναι οι μακροχρόνια άνεργοι που υπολογίζονται στα 15,7 εκατ. άτομα. Το τέταρτο τρίμηνο του 2014, ειδικότερα, πάνω από το ένα τρίτο των ανέργων ήταν εκτός αγοράς εργασίας για περισσότερο από ένα 12μηνο.
Στην έκθεση του ΟΟΣΑ διαπιστώνεται πως η αγορά εργασίας επικεντρώνεται πιο πολύ στη μερική απασχόληση και «αποστασιοποιείται» από τη μεταποίηση και τις κατασκευές, δυσχεραίνοντας τις δυνατότητες για την εύρεση θέσεων πλήρους απασχόλησης. Ειδικότερα, η μερική απασχόληση έχει αυξηθεί από το 18,6% λίγο πριν από την κρίση στο 20,6% σήμερα.
Στο σύνολο του ΟΟΣΑ, η αύξηση των πραγματικών μισθών υποχώρησε από το 1,8% την περίοδο 2000-07 στο 0,5% από τότε μέχρι τα τέλη του 2014. Η Εσθονία παρουσίασε τη μεγαλύτερη μείωση λόγω της δραματικής συρρίκνωσης της οικονομίας και της αύξησης της ανεργίας κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Στην έκθεση του οργανισμού συσχετίζεται η υποτονική αύξηση των μισθών με την διευρυνόμενη εισοδηματική ανισότητα. Σήμερα, όπως τονίζεται, το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών είναι το μεγαλύτερο της τελευταίας 30ετίας. Το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ έχει διαθέσιμο εισόδημα 9,5 φορές υψηλότερο από το 10% των φτωχότερων.
Στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ένα στα επτά άτομα απασχολείται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Μέχρι το τρίτο τρίμηνο του 2014, τα υψηλότερα ποσοστά παρουσίαζαν η Πολωνία (28,6%), η Ισπανία (23,9%), η Πορτογαλία (21,7%) και η Ολλανδία (21,5). Τέλος, ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι κατώτατος μισθός ισχύει στα 26 από τα 34 κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας που εισήγαγε αυτό το καθεστώς τον Ιανουάριο του 2015. Παρατηρεί δε πως ήταν ένα θετικό βήμα εφόσον οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας προστάτευαν τους εργαζόμενους σε συγκεκριμένες εταιρείες.