«Η παρόρμηση και η τυφλότητα υπάρχουν και σήμερα»

«Η παρόρμηση και η τυφλότητα υπάρχουν και σήμερα»

3' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ο Ευριπίδης τα είπε όλα 2.500 χρόνια πριν: Για να σωθείς πρέπει να σώσεις», λέει στην «Κ» η Αμαλία Μουτούση, η φετινή «Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων». «Η Ιφιγένεια και ο Ορέστης προσπαθούν να απαλλαγούν από το βάρος της κληρονομιάς τους. Ο Ευριπίδης προτείνει μια διαυγή ερμηνεία των συνθηκών που ζουν οι ήρωες και όχι μια προσκόλληση στο παρελθόν. Επί της ουσίας προτείνει να μην επαναλαμβάνουμε τα λάθη του παρελθόντος. Ομως είναι δεδομένο ότι κουβαλάμε τη μυθολογία του παρελθόντος», συμπληρώνει ο Θωμάς Μοσχόπουλος, μεταφραστής και σκηνοθέτης της καλοκαιρινής παράστασης του ΚΘΒΕ, με την οποία θα συμμετάσχει στο φετινό Φεστιβάλ Επιδαύρου την προσεχή Παρασκευή και Σάββατο 7 και 8 Αυγούστου.

Η «Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων» ανήκει στα όψιμα έργα του Ευριπίδη, καθώς η διδασκαλία της τοποθετείται περίπου στο 412 π.Χ. Κεντρικοί άξονες της πλοκής του έργου είναι η αναγνώριση και η περιπέτεια, που διαδέχονται η μία την άλλη και κρατούν τον θεατή σε διαρκή αγωνία και εναλλαγή συναισθημάτων. Ο Ορέστης (τον ενσαρκώνει ο Γιώργος Χρυσοστόμου) με τον Πυλάδη (Μιχάλης Συριόπουλος) φτάνουν στην Ταυρίδα της Σκυθίας ύστερα από χρησμό του Απόλλωνα, με στόχο να πάρουν από τον ναό της θεάς Αρτεμης το ιερό ξόανό της. Ιέρεια της θεάς στον ναό είναι η Ιφιγένεια, την οποία έσωσε η Αρτεμη, ύστερα από τα τραγικά γεγονότα στην Αυλίδα. Καθήκον της Ιφιγένειας είναι να θυσιάζει στη θεά όλους τους ξένους που φθάνουν στην Ταυρίδα. Την ίδια μοίρα θα έχουν ο Ορέστης και ο Πυλάδης που συλλαμβάνονται, όμως όταν η Ιφιγένεια πληροφορείται ότι έρχονται από το Αργος, αποφασίζει να σώσει τον έναν από τους δύο για να μεταφέρει γράμμα στην πατρίδα της. Ακολουθεί η αναγνώριση των δύο αδελφών και η απόφαση της Ιφιγένειας να ξεγελάσει τον βασιλιά της Ταυρίδας Θόα (Γιώργος Κολοβός) για να διαφύγουν οι τρεις τους από τη χώρα. Οταν το σχέδιο αποκαλύπτεται (στους ρόλους των δύο αγγελιοφόρων ο Χρίστος Στυλιανού και ο Αναστάσης Ροϊλός), ο Θόας διατάζει να κυνηγήσουν τους τρεις συντρόφους. Τελικά έρχεται η από μηχανής παρέμβαση της Αθηνάς (Αννα Καλαϊτζίδου) για να δώσει ευτυχή λύση στο δράμα.

«Η Ιφιγένεια είναι γέννημα θρέμμα της κόρης του Τυνδάρεω, αληθινό παιδί της μεγάλης και καταραμένης των Ατρειδών, καθώς κουβαλά όλα τα τραγικά χαρακτηριστικά της. Θυσιαζόμενη στην Αυλίδα έχει μετατραπεί σε θύτη στην Ταυρίδα. Ομως από την αρχή του έργου παρακαλεί να σωθεί, θέλει να ξεφύγει από την προγονική κατάρα και τα καταφέρνει. Σώζεται επειδή ακριβώς σώζει τον αδελφό της και τον Πυλάδη.

Ο Ευριπίδης διαπραγματεύεται το θέμα της θυσίας με τέτοιον τρόπο ώστε η θυσία να ενώνει και όχι να διχάζει», λέει η Αμαλία Μουτούση.

«Στην εποχή μας, οι ανθρωποθυσίες συμβαίνουν και ίσως πιο βίαια σε σχέση με άλλες εποχές. Ας μην παραβλέπουμε ότι σε μια μάχη σώμα με σώμα, όπως γίνονταν σε άλλες εποχές, υπάρχει η πιθανότητα του ελέους εκ μέρους του θύτη. Η παρόρμηση και η τυφλότητα υπάρχουν και σήμερα. Ομως, τι μορφή έχουν οι σφαγές σήμερα, τι σημαίνει βαρβαρότητα σήμερα;» σχολιάζει ο Θωμάς Μοσχόπουλος, τονίζοντας τη σημασία του Χορού για το πώς προσλαμβάνουν την παράσταση οι θεατές. Ο Χορός στην «Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων» (κίνηση-χορογραφίες Σοφία Πάσχου, μουσική Κορνήλιος Σελαμσής) είναι δούλοι, η όψη των οποίων –με τα κουρεμένα μαλλιά– παραπέμπει σε εικόνες σύγχρονης δουλείας. Εντυπωσιακό, άλλωστε, στοιχείο της παράστασης είναι ότι το κοστούμι του Θόα είναι από περούκες, από μεγάλους βοστρύχους και φαίνεται σαν γούνα (κοστούμια Κλαιρ Μπρέισγουελ, σκηνικά Ευαγγελία Θεριανού).

«Θα μπορούσα να σκεφτώ ένα ανέβασμα αρχαίας τραγωδίας που οι ρόλοι θα παίζονται από οθόνες και όλοι εμείς θα είμαστε ο Χορός που παρακολουθεί και αδυνατεί να παρέμβει για τη μοίρα του», αναφέρει ο κ. Μοσχόπουλος. Πόσο εύκολο είναι σήμερα να δημιουργηθούν γέφυρες ανάμεσα στον Χορό και τον θεατή; «Είναι δύσκολο, διότι έχουμε ξεμάθει, δεν έχουμε καλή σχέση με την έννοια του δημόσιου χώρου. Επειδή ιδιωτεύουμε, δεν έχουμε την παιδεία του ανοιχτού χώρου. Απαιτείται διάθεση, αίσθημα για άνοιγμα. Ο δημόσιος χώρος προκαλεί φόβο, αναστολή που κάποιος πρέπει να υπερβεί», παρατηρεί ο ίδιος.

«Το έργο μάς μιλά για πρόσωπα που ξεφεύγουν από την προγονική κατάρα. Σπάνε τον κύκλο του αίματος», λέει η Αμαλία Μουτούση. Και καταλήγει: «Αυτό σημαίνει την έξοδο από το κακό, την άνοιξη».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή