Τέσσερις «ελληνικές» εκθέσεις στην Ουάσιγκτον

Τέσσερις «ελληνικές» εκθέσεις στην Ουάσιγκτον

4' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια που πρέπει να κάνει η Ελλάδα μετεκλογικά είναι κολοσσιαία και θα χρειασθεί βοήθεια για να τα καταφέρει, καθώς μάλιστα η δημοσιονομική προσαρμογή θα έχει μεγάλο κόστος. Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας συζήτησης ακαδημαϊκών και αξιωματούχων των ΗΠΑ στο φθινοπωρινό οικονομικό συνέδριο του ινστιτούτου Brookings. Στο κλειστό συνέδριο, πρώην και νυν στελέχη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), της Fed και του Λευκού Οίκου εξέφρασαν ανησυχία για την ελληνική οικονομία, συναίσθηση των δυσκολιών αλλά και απογοήτευση για τα πολιτικά παιχνίδια στο εσωτερικό της χώρας.

Το ινστιτούτο παρήγγειλε τέσσερις εργασίες για την ελληνική κρίση χρέους και η συζήτηση που ακολούθησε την παρουσίασή τους ήταν αποκαλυπτική του πόσο κοντά βρέθηκε η Ελλάδα στην έξοδο από την Ευρωζώνη τον περασμένο Ιούλιο, αλλά και της αβεβαιότητας που εξακολουθεί να υπάρχει σχετικά με το μέλλον της χώρας. Μάλιστα, οι περισσότερες αναλύσεις κατέληξαν ότι το ελληνικό χρέος χρειάζεται ελάφρυνση.

Διπλή επίθεση

Πρώην Αμερικανοί αξιωματούχοι εμφανίσθηκαν πάντως απογοητευμένοι από τη μικροπολιτική αντιμετώπιση της κρίσης από τους Ελληνες πολιτικούς, που εκτιμούν ότι έχει τρομερές συνέπειες για την οικονομία.

Δεν ψέγουν όμως μόνο τον κ.Αλέξη Τσίπρα για την προεκλογική του στάση, αλλά και τον προκάτοχό του Αντώνη Σαμαρά για τη στάση του προτού αναλάβει την πρωθυπουργία, αλλά και για την υπαναχώρηση από τις μεταρρυθμίσεις μετά τις Ευρωεκλογές του 2014.

Την ίδια στιγμή, κάποιες από τις εργασίες που παρουσιάσθηκαν αναπαράγουν την εικόνα της μονίμως χρεωμένης χώρας, όπως η εργασία της καθηγήτριας του Harvard Κάρμεν Ράινχαρντ που κάνει μία ιστορική ανάλυση των ελληνικών αναδιαρθρώσεων του χρέους για να καταλήξει στο εμπειρικό συμπέρασμα πως όταν αυτές περιλάμβαναν «κούρεμα» ήταν πιο αποτελεσματικές.

Από μία άλλη σκοπιά, στην εργασία της η Μπέατρις Βέντερ ντι Μάουρο του πανεπιστημίου του Mainz σημειώνει τους ευνοϊκούς όρους του ελληνικού χρέους, αλλά τονίζει ότι εξακολουθεί να χρειάζεται αναδιάρθρωση. Οπως σημειώνει, με τα υπάρχοντα δεδομένα η αποπληρωμή θα διαρκέσει πολλές δεκαετίες, κάτι που ενέχει κινδύνους αν αλλάξουν οι πολιτικοί συσχετισμοί.

Σύμφωνα με την κ. Βέντερ ντι Μάουρο, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να εξετάσουν μία ελάφρυνση του χρέους αντίστοιχη με εκείνη που προβλέπεται για τις φτωχότερες χώρες ύστερα από μία μακρά περίοδο κατά την οποία η Ελλάδα επιδείξει καλές πολιτικές. Μία άλλη ιδέα που ακούστηκε στο συνέδριο ήταν η σύνδεση των διαρθρωτικών αλλαγών με την απομείωση του χρέους.

Οσο για τη μελέτη της πρώην οικονομικής συμβούλου του Λευκού Οίκου Λίντα Τέσαρ που διαχειριζόταν μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες την ελληνική κρίση χρέους, σε αυτή τονίζει ότι δεν υπάρχουν εύκολες επιλογές. Το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής που χρειάζεται για τη μείωση του χρέους είναι πολύ μεγάλο και επώδυνο. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, όλα τα δημοσιονομικά μέτρα οδηγούν σε μείωση της ανάπτυξης τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, και αν καθυστερήσουν θα προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερη οικονομική δυσχέρεια στο μέλλον.

Το συμπέρασμα

Ολα αυτά καταλήγουν στο συμπέρασμα δύο οικονομολόγων ελληνικής καταγωγής: Ο Ελληνοκύπριος νομπελίστας Χριστόφορος Πισσαρίδης και ο καθηγητής του πανεπιστημίου Tufts Γιάννης Ιωαννίδης τόνισαν στην εργασία τους ότι η αναδιάρθρωση του χρέους μπορεί να είναι αναγκαία, αλλά δεν είναι αρκετή: Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις για να ενισχυθεί η παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Στην εργασία τους δείχνουν μάλιστα ότι έχουν ήδη γίνει σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα. Η «τραγωδία» είναι όμως, όπως λέει στην «Κ» ο κ. Ιωαννίδης, ότι έχασαν την αξιοπιστία τους καθώς έγιναν πρώτα στην αγορά εργασίας, μειώνοντας την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, και όχι στις αγορές προϊόντων που πρέπει να ανοίξουν καθώς κρατούν υψηλά τις τιμές, με παράλληλη διαχείριση του κόστους της μετάβασης.

Πρώτα «δείγμα γραφής», μετά το χρέος

Το ΔΝΤ θέλει να δει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η Αθήνα στο πλαίσιο του νέου ευρωπαϊκού προγράμματος να πραγματοποιούνται προτού συμμετάσχει σε αυτό. Οπως τόνισαν συμμετέχοντες στο συνέδριο, αν και συχνά η έμφαση δίδεται στην προϋπόθεση της αναδιάρθρωσης του χρέους, πριν από αυτή υπάρχει ο σκόπελος της ολοκλήρωσης των προαπαιτούμενων της πρώτης αξιολόγησης. Αν αυτά δεν ικανοποιηθούν, τίθενται ερωτήματα για την παρουσία του στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα. «Αν δεν πεισθεί από τις μεταρρυθμίσεις, το ΔΝΤ θα είναι πάρα πολύ σκληρό» λέει χαρακτηριστικά πηγή της «Κ». Οπως προσθέτει, αυτό θα θέσει στους Ευρωπαίους το δίλημμα αν θέλουν να συνεχίσουν μόνοι τους το πρόγραμμα – χωρίς το ΔΝΤ αλλά και τις πιέσεις του για την αναδιάρθρωση του χρέους. Πάντως, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Τζέρι Ράις απαντώντας σε ερώτηση για την πιθανότητα αναδιαπραγμάτευσης επιμέρους μέτρων του προγράμματος στο πλαίσιο των δικών του αξιολογήσεων δήλωσε ότι «είμαστε πάντα υποστηρικτικοί και θα παραμείνουμε υποστηρικτικοί».

Οπως τόνισε ο κ. Ράις, ο διεθνής οργανισμός συνεργάσθηκε με την κυβέρνηση και θα εργασθεί και με τη νέα κυβέρνηση, όποια και αν είναι αυτή. Σύμφωνα με πληροφορίες, το ΔΝΤ επρόκειτο να αποστείλει κατόπιν ελληνικού αιτήματος μία τεχνική επιτροπή για τη διαχείριση της άρσης των κεφαλαιακών ελέγχων, μία διαδικασία στην οποία βοήθησε και την Κύπρο, καθώς και μία ακόμη επιτροπή για τη φορολογία. Αφησε ανοιχτό όμως το ενδεχόμενο να καθυστερήσουν η αξιολόγηση και η αναδιάρθρωση του χρέους, καθώς το προηγούμενο χρονοδιάγραμμα είχε καθορισθεί πριν από την προκήρυξη των εκλογών, με τον κ. Ράις να τονίζει ότι το ΔΝΤ σέβεται και περιμένει την ολοκλήρωση της πολιτικής διαδικασίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή