Η μνήμη σφυρηλατεί το μέλλον

Η μνήμη σφυρηλατεί το μέλλον

3' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ​​απόφαση της γερμανικής Βουλής να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Αρμενίων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, 100 χρόνια μετά τη σφαγή άνω του ενός εκατομμυρίου ανθρώπων, κλείνει έναν μεγάλο κύκλο και ανοίγει έναν άλλον. Φέρνει σε αντιπαράθεση δύο κόσμους και δύο τρόπους διαχείρισης των δυσκολιών της Ιστορίας, δυσκολίες που κάθε έθνος καλείται να αντιμετωπίσει. Είναι καλύτερο να αναγνωρίζουμε τα λάθη του παρελθόντος ή να πορευόμαστε με την πεποίθηση ότι είμαστε άσπιλοι, ότι όσα συνέβησαν ήταν ευθύνη ξένων και των εσωτερικών συνεργών τους; Αντέχουμε την αλήθεια; Η απάντηση καθορίζει εάν παραμένουμε δέσμιοι μιας συγκεκριμένης αντίληψης της Ιστορίας μας ή εάν θα μπορέσουμε να διαχειριστούμε έτσι τη μνήμη ώστε να γνωρίζουμε ποιοι είμαστε και ποιες οι δυνάμεις μας για να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε σημερινές προκλήσεις.

Η Γερμανία άντεξε το βάρος της ευθύνης της για το Ολοκαύτωμα, όχι με το να αρνείται όσα έπραξε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο –πράγμα που δεν θα της επέτρεπαν οι νικητές ούτως ή άλλως– αλλά με την πλήρη αποδοχή της ενοχής της. Σε αυτό συνέβαλε και το μάθημα που αποκόμισαν οι νικητήριες χώρες από τα λάθη της εξοντωτικής για τη Γερμανία Συνθήκης των Bερσαλλιών λίγες δεκαετίες νωρίτερα. Η Γερμανία όχι μόνο άντεξε την ενοχή, την ξένη κατοχή και τον διαμελισμό, αλλά, με τη βοήθεια των πρώην εχθρών της, αφοσιώθηκε στην ανοικοδόμησή της. Το θαύμα που συνετελέσθη δεν ήταν μόνο οικονομικό – νέες γενιές Γερμανών μεγάλωσαν με μια αντίληψη εαυτών και μια σχέση με τον κόσμο, που ήταν τελείως διαφορετικές από αυτές των προγόνων τους. Το ότι ήταν επιτυχημένη η μεταμόρφωση είναι αυταπόδεικτο. Σήμερα η Γερμανία βρίσκεται σε μεταίχμιο – είναι η πλουσιότερη και συνεπώς η ισχυρότερη χώρα της Ευρώπης, αλλά δεν είναι έτοιμη να αναλάβει την ευθύνη. Την αμφιθυμία αυτή τη ζούμε στο πετσί μας στην Ελλάδα· η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος δανειστής μας, καθορίζει τις συμφωνίες/μνημόνια και, την ίδια ώρα, δεν θέλει να φαίνεται ότι είναι η ηγετική δύναμη. Ενώ μπόρεσε να διαχειριστεί το αιματοβαμμένο παρελθόν της, δεν μπορεί ακόμη να απαλλαγεί από οικονομικές εμμονές, να επενδύει περισσότερα χρήματα, να στηρίζει την κατανάλωση, να ξοδεύει ώστε να ενθαρρύνει τη δική της ανάπτυξη αλλά και των πιο αδύναμων εταίρων της.

Οι μνήμες της κατάρρευσης πριν από την άνοδο των ναζί ακόμη παίζουν ρόλο…

Η Τουρκία, επίσης, βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, όπως έχουμε σημειώσει και στο παρελθόν. Η κυριαρχία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι απόλυτη, αλλά η χώρα είναι πολωμένη μεταξύ των οπαδών του, που θέλουν μεγαλύτερο ρόλο του Ισλάμ σε κάθε έκφανση της ζωής, και όσων ήλπιζαν ότι η χώρα θα προχωρούσε προς την ένταξη στην Ε.Ε. με ό,τι θα σήμαινε αυτό για τις προσωπικές ελευθερίες όλων των κατοίκων της Τουρκίας. Ο έντονος εθνικισμός, όμως, είναι ενωτικό στοιχείο και δύσκολα μπορεί κανείς να τον τιθασεύσει. Οι οργίλες αντιδράσεις στον τουρκικό Τύπο, ο οποίος σχεδόν ομόφωνα καταδίκασε την απόφαση της γερμανικής Βουλής, υπογραμμίζουν πόσο ευαίσθητο παραμένει το θέμα της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Ο τουρκικής καταγωγής Γερμανός βουλευτής και εκ των αρχηγών των Πρασίνων, Τζεμ Οζντεμίρ, έγινε στόχος πολλών επιθέσεων για τη στήριξη που παρείχε στο ψήφισμα. (Αρκεί να σκεφθεί κανείς τι γίνεται εδώ όποτε Ελληνας πολιτικός ή διανοούμενος εκφράσει γνώμη αντίθετη με το κοινό αίσθημα για να καταλάβει το μέγεθος της τόλμης Τούρκων ή ανθρώπων τουρκικής καταγωγής, που επιχειρηματολογούν υπέρ της αναγνώρισης της γενοκτονίας).

Η Τουρκία γεννήθηκε από τις στάχτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και θεμέλιος μύθος παραμένει ότι ο νικηφόρος στρατός υπό τον Κεμάλ κατατρόπωσε τους ξένους εισβολείς και ο ηγέτης επέβαλε ένα νέο καθεστώς, απαλλαγμένο απ’ όλα τα κακά του παρελθόντος. Εκτοτε, δεν έγινε καμία ουσιαστική προσπάθεια να αναγνωριστούν λάθη ή εγκλήματα. Η άρνηση γίνεται παγίδα, απαγορεύοντας οποιαδήποτε δυνατότητα «συνθηκολόγησης». Η ειρωνεία, όμως, είναι ότι η γενοκτονία οδήγησε πολλούς επιζήσαντες Αρμένιους να εγκατασταθούν σε άλλες χώρες, όπου απέκτησαν χρήμα και επιρροή και κράτησαν άσβεστη τη μνήμη, την ανάγκη να κερδίσουν την αναγνώριση του εγκλήματος εναντίον του λαού τους. (Ποιος πιέζει με παρόμοιο τρόπο για να αναγνωριστούν τα εγκλήματα ρωσικών, κινεζικών και άλλων κυβερνήσεων ενάντια στον ίδιο τους τον λαό;) Οσο οι Τούρκοι επιχειρούν να διαχειριστούν τη μνήμη μέσω της άρνησης, άλλο τόσο οι Αρμένιοι επιμένουν στην αναγνώριση.

Στον σύγχρονο κόσμο είναι κοινή αντίληψη πλέον ότι μόνο με την ειλικρινή αντιμετώπιση του παρελθόντος μπορούν έθνη (όπως και άτομα) να πετύχουν τη συμφιλίωση και να εξασφαλίσουν τη συνεργασία. Αυτό λειτούργησε θετικά στην περίπτωση της Γερμανίας. Η Τουρκία βρίσκεται μακριά από μια τέτοια εξέλιξη και θα πορευτεί για αρκετό χρόνο ακόμη χωρίς τα όπλα της συμφιλίωσης και της συνεργασίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή