Αναδιάταξη ισορροπιών στην ελληνική Δικαιοσύνη

Αναδιάταξη ισορροπιών στην ελληνική Δικαιοσύνη

4' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αιφνιδιαστική παραίτηση του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας Νίκου Σακελλαρίου, που προκάλεσε αντιδράσεις και σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως, έφερε και πάλι στο προσκήνιο την κατάσταση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στον ευαίσθητο και νευραλγικό θεσμικά χώρο της Δικαιοσύνης, όπου οι φωνές για απόπειρες παρεμβάσεων και για παρεμβάσεις είναι συχνές και οι τριβές, ακόμα και οι αντιπαραθέσεις, της κυβέρνησης με δικαστικούς παράγοντες φαινόμενο όχι σπάνιο.

Αλλωστε, όλο και πιο συχνά, δικαστικές ενώσεις με ανακοινώσεις τους επικρίνουν προσπάθειες που στρέφονται κατά της θεσμικής ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, ενώ ο παραιτηθείς πρόεδρος του ανωτάτου δικαστηρίου, τουλάχιστον δύο φορές δημόσια, πριν από την παραίτησή του, είχε τοποθετηθεί με σαφείς αιχμές για παρεμβάσεις στο έργο της Δικαιοσύνης, τη μία μάλιστα από αυτές παρουσία του υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή κατά τη διάρκεια συνέλευσης δικαστικής ένωσης στα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.

Ενέργειες δικαστικών παραγόντων και εισαγγελικών λειτουργών, δικαστικές αποφάσεις και έρευνες που κατά καιρούς διατάσσονται, πυροδοτούν το πολιτικό κλίμα και τροφοδοτούν την αντιπαράθεση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, με επαναλαμβανόμενες τις καταγγελίες για «εργαλειοποίηση» της Δικαιοσύνης προς επίτευξη πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Η υπόθεση της Novartis, που προέκυψε στο πολιτικό πεδίο από δικαστικές ενέργειες, αποτέλεσε ίσως την πλέον εμβληματική περίπτωση, όπου η πολιτική αντιπαράθεση χτύπησε «κόκκινο» και υπήρξαν βαριές αιχμές ότι η Δικαιοσύνη ταυτίστηκε ή, τέλος πάντων, διευκόλυνε τις κυβερνητικές επιδιώξεις.

Το κλίμα πόλωσης που προκαλείται στις πολιτικές αντιπαραθέσεις από δικαστικές ενέργειες, όπως εκτιμούν γνώστες του χώρου της Δικαιοσύνης, δεν είναι λίγες οι φορές που μεταφέρεται και μέσα στο δικαστικό σώμα, με δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς να βρίσκονται στη μία ή στην άλλη όχθη, πριμοδοτώντας διχαστικές λογικές που δεν ταιριάζουν στη λειτουργία του θεσμού. Ισως η περίπτωση παράτασης του ορίου ηλικίας των ανώτατων δικαστικών και πέραν του συνταγματικού ορίου των 67 χρόνων, να αποτέλεσε το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα σκληρής εσωτερικής αντιπαράθεσης μέσα στη Δικαιοσύνη και ειδικά στον Αρειο Πάγο.

Σημαντικές διεργασίες

Και ενώ δικαστικοί και δικαστικές ενώσεις –οι τελευταίες φανερά και δημόσια– πολύ συχνά έχουν θέσει θέματα παρεμβάσεων και άσκησης πιέσεων, κάνοντας έκκληση να αφεθούν οι δικαστές να κάνουν τη δουλειά τους, το κλίμα μέσα στη Δικαιοσύνη τελευταία εμφανίζει μεταβολές, που δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητες. Διεργασίες, που είναι πλέον ορατές, σηματοδοτούν αλλαγές στην τοποθέτηση δικαστικών παραγόντων σε πολλά θέματα, τα οποία, ενώ μοιάζουν εκ πρώτης όψεως να αφορούν καθαρά εσωτερικά ζητήματα της Δικαιοσύνης, εντούτοις σηματοδοτούν σημαντικότερες μεταβολές και δυναμικές, που εκτιμάται ότι ασκούν ήδη επιρροή με αντανάκλαση σε χειρισμούς θεμάτων και υποθέσεων που διαθέτουν και πολιτικά χαρακτηριστικά.

Οπως εκτιμούν γνώστες του χώρου, οι διεργασίες αυτές θεωρούνται σημαντικές, με δεδομένο πως η Δικαιοσύνη τα τελευταία χρόνια έχει εκ των πραγμάτων επιρροή στο πολιτικό παιχνίδι και ενέργειές της «χρησιμοποιούνται» από τα πολιτικά κόμματα, αν δεν προκαλούνται κιόλας, στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης και της πολιτικής κόντρας.

Η προαγωγή του εισαγγελέα Εφετών Ισίδωρου Ντογιάκου, από τις πλέον γνωστές φυσιογνωμίες της εισαγγελικής αρχής, πριν από λίγες ημέρες σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου με συντριπτική μάλιστα πλειοψηφία, 13 ψήφους ανώτατων δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, και με μειοψηφία μόνον της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου και του προέδρου του ανωτάτου δικαστηρίου, αποτελεί, κατά πολλούς, μία ενδεικτική περίπτωση για το πώς διαμορφώνονται πλέον τα πράγματα μέσα στη Δικαιοσύνη και μάλιστα στο ανώτατο επίπεδο.

Η προαγωγή Ντογιάκου στο ανώτατο δικαστήριο, ο οποίος είχε συγκρουστεί με την επίτιμη πρόεδρο του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου και είχε στη συνέχεια υποστεί πολλές πειθαρχικές διώξεις και επιθέσεις, εκτιμάται ως σημαντική εξέλιξη με ευρύτερη σημασία.

Το ίδιο και η προαγωγή από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου –και πάλι με συντριπτική πλειοψηφία– του εισαγγελέα Παναγιώτη Αθανασίου, ο οποίος είχε διατελέσει επικεφαλής των οικονομικών εισαγγελέων, η θητεία του δεν ανανεώθηκε και επιπλέον παραλείφθηκε από τις προαγωγές σε εισαγγελέα Εφετών, αν και κατά τη διάρκεια της καριέρας του είχε χειριστεί σημαντικότατες υποθέσεις. Ο ίδιος στη συνέχεια προσέφυγε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου και το αποτέλεσμα ήταν να λάβει 55 ψήφους ανωτάτων δικαστικών που ψήφισαν υπέρ της προαγωγής του, ενώ μόνον οκτώ ψήφισαν κατά, μεταξύ των οποίων η εισαγγελέας και ο πρόεδρος του ανωτάτου δικαστηρίου.

Κρίσιμες εκλογές

Ενώ μέσα στη Δικαιοσύνη οι δυναμικές που αναπτύσσονται, όπως εκτιμούν πολλοί, σχετίζονται και με το γενικότερο πολιτικό περιβάλλον, η εκλογική διαδικασία που ολοκληρώνεται αυτή την Κυριακή για την Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων δεν στερείται σημασίας. Η μεγαλύτερη δικαστική ένωση με περισσότερα από 3.000 μέλη, δικαστές και εισαγγελείς, που καλύπτει όλες τις βαθμίδες της ποινικής και πολιτικής Δικαιοσύνης, υπήρξε τα τελευταία χρόνια σταθερή στις θέσεις της σε ό,τι αφορά τους εσωτερικούς συσχετισμούς στο δικαστικό σώμα, καταγγέλλοντας δημόσια φαινόμενα και προσπάθειες επηρεασμού της Δικαιοσύνης «και απέξω αλλά και από μέσα». Κατά τη διάρκεια της θητείας της επιτίμου προέδρου του Αρείου Πάγου, μάλιστα, η διοίκηση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ήρθε πολλές φορές αντιμέτωπη με πρακτικές που είχαν επικριθεί και δημόσια με ανακοινώσεις της για διάφορα θεσμικά και όχι μόνον θέματα. Οι παρεμβάσεις της ήταν τόσες που είχε δεχθεί κριτική –και από τον υπουργό Δικαιοσύνης– ότι το παρακάνει με τις ανακοινώσεις και με το ότι δεν αφήνει να πέσει τίποτα κάτω. Πάντως, η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων την τριετία που μας πέρασε άσκησε επιρροή στις εξελίξεις μέσα στη Δικαιοσύνη και οι σημερινές εκλογές εκτιμώνται ως σημαντικές. Σε κάθε περίπτωση, οι θέσεις της Ενώσεως Δικαστών και Εισαγγελέων προβλημάτισαν πολλές φορές την κυβέρνηση, αλλά και ηγετικούς παράγοντες της Δικαιοσύνης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί νέα δικαστική ένωση από ανώτατους δικαστικούς, επί θητείας της επιτίμου προέδρου του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θάνου, η οποία δεν μπόρεσε ακόμα να βρει τον «βηματισμό» της, ενώ μετά την αποχώρησή της, φαίνεται πως η ίδρυσή της μοιάζει να είχε στοιχεία συγκυριακού χαρακτήρα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή