Γιατί βάλτωσε το Κίνημα Αλλαγής;

Γιατί βάλτωσε το Κίνημα Αλλαγής;

3' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

​​Ενας χρόνος πέρασε από τη στιγμή που εκλέχτηκε η Φώφη Γεννηματά πρόεδρος του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς, του Κινήματος Αλλαγής όπως, μάλλον ανέμπνευστα, το βάφτισαν. Η συμμετοχή 200.000 ανθρώπων και το γενικότερο ενδιαφέρον που προκάλεσε εκείνη η εμπειρία συμμετοχικής δημοκρατίας, γέννησαν σε αρκετούς προσδοκίες πως η νέα πολιτική οργάνωση θα μπορούσε να σφραγίσει με την παρουσία της τα πολιτικά πράγματα.

Κι όμως σήμερα όλοι διαπιστώνουν πως το ΚΙΝΑΛ μαραζώνει. Δεν είναι μόνο οι δημοσκοπήσεις που αποτυπώνουν την απώλεια δυναμικής, ούτε καν η αποχώρηση δύο εκ των υποψηφίων προέδρων (Θεοδωράκης, Ραγκούσης). Είναι το βαρύ κλίμα που εκπέμπει ο χώρος. Παρά τις κατά καιρούς ενέσεις κομματικού πατριωτισμού, στις συζητήσεις μεταξύ στελεχών και απλών μελών του κόμματος καταγράφεται απογοήτευση, ενώ δεν λείπουν τα ερωτήματα για το πότε το ΚΙΝΑΛ θα διασπαστεί εκ νέου. Ο περιορισμένος αριθμός βουλευτικών εδρών που θα εκλέξει το κόμμα αποτελεί εμπόδιο στην ανανέωση του κόμματος, ενώ όλοι αναμένουν πως στις δημοτικές εκλογές το φλερτ των ασφυκτιούντων στελεχών της Αυτοδιοίκησης με τον ΣΥΡΙΖΑ θα ενταθεί. Διάχυτη είναι η αίσθηση πως το ΚΙΝΑΛ κλείνει σιγά σιγά τον κύκλο του και όλοι μεταθέτουν τις εξελίξεις για μετά τις εθνικές εκλογές. Για τη στασιμότητα αυτή ευθύνονται πέντε βασικοί παράγοντες.

1. Η ηγεσία δεν έχει απήχηση. Δεν χρειάζεται να αναλύσουμε εκτεταμένα ό,τι γίνεται αντιληπτό με την πρώτη ματιά. Ούτως ή άλλως, οι προσδοκίες ήταν εξαρχής περιορισμένες. Ακόμη και οι φανατικότεροι υποστηρικτές της ηγεσίας τον περυσινό Νοέμβριο είχαν στραμμένο το βλέμμα τους στο παρελθόν (συμβολισμός του ονόματος) παρά στο μέλλον. Επιπλέον, αρκετοί από αυτούς που υποστήριξαν τη Γεννηματά, την επέλεξαν ως μια μεταβατική κατάσταση ή απλώς ως το «γνωστό» απέναντι στο «αβέβαιο» και «άγνωστο» που συνιστούσαν οι «ξένοι» (Καμίνης, Θεοδωράκης) ή οι νέοι (Ανδρουλάκης).

2. Το ΚΙΝΑΛ δεν πέτυχε να ενοποιηθεί. Οι νεοφερμένοι δεν κατάφεραν να φέρουν μαζί τους την ευρύτερη αύρα και επιρροή τους και δεν μπόλιασαν τους «μέσα» με τους «έξω», ενώ το εξαρχής δύσκολο εγχείρημα του να συγκολληθούν ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι απέτυχε παταγωδώς. Επιπλέον, η ολοφάνερη αδυναμία να συνυπάρξουν διαφορετικά κομμάτια μέσα στο ΠΑΣΟΚ (η υπόγεια σύγκρουση παπανδρεϊκών και βενιζελικών δεν έχει κοπάσει) ενισχύει την αίσθηση του κατακερματισμού.

3. Οι προγραμματικές θέσεις δεν αποτυπώνουν καμία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Οι θέσεις του ΚΙΝΑΛ είναι ένα ψηφιδωτό από συνταγές παλιομοδίτικης σοσιαλδημοκρατίας με πινελιές εκσυγχρονισμού, εθνικισμού και παλαιοκομματισμού, οι οποίες σερβίρονται στους ψηφοφόρους α λα καρτ, στη γραμμή «αν δεν σας αρέσουν οι θέσεις μας έχουμε κι άλλες». Σε κάθε θέμα που καίει, το ΚΙΝΑΛ δεν εκφράζει κάποια κατεύθυνση, απλώς ισορροπεί ή κρύβεται για να μην αναλάβει κόστος (βλ. σύμφωνο συμβίωσης, Μακεδονικό κ.λπ.).

4. Το στελεχιακό δυναμικό του κόμματος αντανακλά το παλιό και φθαρμένο. Ενα σημαντικό και προβεβλημένο τμήμα του δυναμικού του ΚΙΝΑΛ έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο. Παραπέμπει στο παρελθόν, στις «ένδοξες μέρες» του ΠΑΣΟΚ. Το διακύβευμα της διεύρυνσης με «νέο αίμα» απασχόλησε μόλις το ένα τέταρτο των ψηφοφόρων που προσήλθαν πέρυσι στις εκλογές του νέου φορέα. Επιπλέον, η γερασμένη ηλικιακά κομματική βάση, που κινητοποιήθηκε για να μην της πάρουν «οι ξένοι» το κόμμα και φαντασιώνεται επιστροφή στη χρυσή εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου, εμποδίζει την ανανέωση του κόμματος. Από πλευράς ηλικιακής σύνθεσης, το ΚΙΝΑΛ είναι το ΚΚΕ του κέντρου.

5. Τα ΚΙΝΑΛ δεν έχει ανταγωνιστή στην Κεντροαριστερά, έχει κηδεμόνα. Η μετακίνηση του ΣΥΡΙΖΑ προς τη σοσιαλδημοκρατία μπορεί να μην αρέσει στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ και στους φίλους του στη Ν.Δ., όμως είναι πλέον μια κατάσταση που αναγνωρίζεται ευρέως, ιδιαίτερα στους κύκλους των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών. Η άρνηση του ΚΙΝΑΛ να αντιληφθεί την πραγματικότητα δεν είναι νέο φαινόμενο. Τη δεκαετία του ’70, ο Ζίγδης αλλά και διακεκριμένοι εκφραστές της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας όπως ο Πεσμαζόγλου, ο Χ. Πρωτόπαπας και άλλοι, επέμεναν να αντιμετωπίζουν το ΠΑΣΟΚ ως «εισβολέα». Στις εκλογές του 1977, το ΠΑΣΟΚ κέρδισε το 25% ενώ η ΕΔΗΚ 11% (για να μην πούμε για το ΚΟΔΗΣΟ το 1981, 0,73%). Τότε τελείωσε η συζήτηση για το ποιος θα ήταν ο κύριος φορέας της Κεντροαριστεράς για τις επόμενες δεκαετίες.

Κάπως έτσι θα γίνει και στις επόμενες εκλογές.

Την ώρα που η ευρωπαϊκή Δεξιά μετακινείται δεξιότερα λόγω της απειλητικής ανάδυσης ισχυρών εθνικολαϊκιστικών δυνάμεων, οι ευρύτερες εξελίξεις στον χώρο της ευρωπαϊκής και βορειοαμερικανικής Αριστεράς προκαλούν μεγάλο ενδιαφέρον. Η παρακμή της σοσιαλδημοκρατίας αλλά και η ώσμωσή της με άλλα προοδευτικά ρεύματα, η εξοικείωση της ριζοσπαστικής Αριστεράς με την εμπειρία της διακυβέρνησης και η δυναμική επανεμφάνιση των Πράσινων δημιουργούν νέες συνθήκες. Η Κεντροαριστερά διεθνώς ανανεώνεται αναζητώντας τη διατύπωση μιας νέας, προοδευτικής παγκόσμιας ατζέντας. Μέσα σε όλη αυτήν τη δημιουργική αναστάτωση, ο επαρχιωτισμός του ΚΙΝΑΛ δείχνει τόσο παλιομοδίτικος, τόσο ξεπερασμένος.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Κεράλα στην Ινδία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή