Μια νέα υποθαλάσσια Ρεβυθούσα στην Καβάλα

Μια νέα υποθαλάσσια Ρεβυθούσα στην Καβάλα

4' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σχέδιο επαναξιοποίησης του εξαντλημένου κοιτάσματος φυσικού αερίου της Νοτίου Καβάλας, ως υπόγειας αποθήκης του, εξετάζει το ΤΑΙΠΕΔ με στόχο την οριστικοποίησή του πριν από τα τέλη του έτους. Για τη διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ, στο οποίο έχει περιέλθει το κοίτασμα της Ν. Καβάλας από το 2011, η αξιοποίησή του έχει τεθεί ως προτεραιότητα και θα αποτελέσει το επόμενο μεγάλο στοίχημα μετά την ολοκλήρωση των εμβληματικών ιδιωτικοποιήσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη.

Το υποθαλάσσιο κοίτασμα της Ν. Καβάλας ανακαλύφθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970, στο πλαίσιο των ερευνών και των γεωτρήσεων της ευρύτερης περιοχής του Πρίνου. Η εκμετάλλευση του κοιτάσματος ξεκίνησε το 1981 και το μέγιστο της παραγωγής του έφθασε τα 250.000 κυβικά μέτρα/ ημέρα την περίοδο 1989-1991. Η παραγωγή ήταν προσαρμοσμένη στις ανάγκες του τοπικού εργοστασίου λιπασμάτων της Βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων, αφού μέχρι τότε δεν υπήρχαν υποδομές και αγορά φυσικού αερίου στην Ελλάδα. Οι πρώτες συζητήσεις για αξιοποίηση του, ως αποθήκης φυσικού αερίου, ξεκίνησαν το 2010 μεταξύ υπουργείου Ενέργειας και Εnergean Oil, η οποία διαθέτει άδεια εκμεταλλεύσεως βάσει σύμβασης παραχώρησης με το ελληνικό Δημόσιο από το 1999 που τα κοιτάσματα Πρίνου και Ν. Καβάλας παραχωρήθηκαν στην Kαβάλα Οϊλ. Οι πρώτες μελέτες, ωστόσο, είχαν γίνει στις αρχές του 2000 από την πολυεθνική Shell για λογαριασμό της ΔΕΠΑ, οι οποίες όμως έδειξαν ότι η ανάπτυξη της ελληνικής αγοράς φυσικού αερίου δεν μπορεί να στηρίξει το έργο της αποθήκευσης αερίου εμπορικά. Το πρώτο σχέδιο για την αξιοποίηση και τη μετατροπή του κοιτάσματος σε αποθήκη αερίου καταρτίστηκε από την Εnergean και στηρίχθηκε σε μελέτη που εκπονήθηκε από την Technip/Genesis. Το σχέδιο αναφερόταν σε επενδύσεις 350-400 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία αποθήκης που θα μπορούσε να διοχετεύει στο εθνικό σύστημα φυσικού αρείου περί τα 7 εκατ. κ.μ. αερίου.

Μία ακόμη μελέτη πραγματοποιήθηκε από το υπουργείο Ενέργειας υπό την εποπτεία της κ. Σοφίας Σταματάκη, ως προέδρου τότε της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ). Η μελέτη αυτή παρουσιάστηκε στη Βουλή το 2011 και πάνω σε αυτή ξεκίνησαν εκ νέου οι συζητήσεις για την υπόγεια αποθήκη. Ωστόσο το ΤΑΙΠΕΔ, βάσει μελέτης που ανέθεσε το ίδιο στη φινλανδική εταιρεία Poyry, η οποία έδειξε ότι το έργο δεν είναι βιώσιμο, αποφάσισε το 2015 να «παγώσει» το project.

Σήμερα, βγαίνει από τον πάγο για να αποτελέσει ένα ακόμη στρατηγικής σημασίας έργο που θα συμπληρώσει το clasters των υποδομών που αναπτύσσονται στη Β. Ελλάδα, δηλαδή των αγωγών Tap και IGB και του τερματικού σταθμού υγροποιημένου φυσικού αερίου Αλεξανδρούπολης και της αναβαθμισμένης εγκατάστασης του τερματικού σταθμού της Ρεβυθούσας στον Κόλπο των Μεγάρων. Η υπόγεια αποθήκη της Καβάλας έχει ενταχθεί στη λίστα των έργων κοινού ενδιαφέροντος (PCI) από τον Οκτώβριο του 2017, αφού σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες υποδομές φυσικού αερίου μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στον στόχο για ασφάλεια του εφοδιασμού και διαφοροποίησης των πηγών της ευρωπαϊκής αγοράς.

Οι υπόγειες αποθήκες φυσικού αερίου διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον εφοδιασμό της ενεργειακής αγοράς σε περιόδους αυξημένης ζήτησης και παράλληλα διασφαλίζουν την απρόσκοπτη τροφοδοσία των ευάλωτων καταναλωτών. Τα εξαντλημένα κοιτάσματα αποτελούν διεθνώς την πιο διαδεδομένη και ασφαλή κατηγορία δημιουργίας υπόγειων αποθηκών φυσικού αερίου, δεδομένου ότι η φύση έχει φροντίσει για τη φυσική αποθήκευση κοιτασμάτων στη διάρκεια του γεωλογικού χρόνου χωρίς να επιτρέπει στα αέρια να διαφεύγουν στο περιβάλλον, λόγω των στεγανών πετρωμάτων που καλύπτουν τους ταμιευτήρες. Το κοίτασμα της Καβάλας θεωρείται το πιο κατάλληλο για αποθήκευση στον ελληνικό χώρο. Τεχνικά, η μετατροπή προβλέπει σύνδεση της υπόγειας αποθήκης με τις εγκαταστάσεις του ΔΕΣΦΑ. Το εναπομείναν αέριο στο κοίτασμα (148 κ.μ. αερίου) θα χρησιμοποιηθεί ως μέρος του αερίου βάσης. Μέσω των εγκαταστάσεων του ΔΕΣΦΑ στον ταμιευτήρα θα αποθηκεύονται 360 εκατ. κ.μ. αερίου, με ημερήσια παροχή τουλάχιστον 4 εκατ. κ.μ. για 90 ημέρες, σε δύο ετήσιους κύκλους, που ανεβάζουν την ετήσια δυναμικότητα στα 720 εκατ. κ.μ. Η εισπίεση του αερίου στον ταμιευτήρα θα γίνεται σε περιόδους χαμηλής τιμής του φυσικού αερίου και η διοχέτευσή του, αντίστοιχα, στην αγορά μέσω του αγωγού σε περιόδους ανόδου των τιμών ή περιόδους κρίσεων.

Το ελληνικό σύστημα φυσικού αερίου στηρίζεται σήμερα σε ποσοστό 75% στην τροφοδοσία του από αέριο που διέρχεται από αγωγούς, ενώ οι εγκαταστάσεις της Ρεβυθούσας μπορούν να διασφαλίσουν αποθέματα για περιορισμένες ημέρες. Η υπόγεια αποθήκη της Καβάλας μπορεί να διασφαλίσει στρατηγικά αποθέματα για τη χώρα και παράλληλα να ενισχύσει τη λειτουργία της Ρεβυθούσας και μελλοντικά του τερματικού Σταθμού Αλεξανδρούπολης και τον στρατηγικό τους ρόλο για την τροφοδοσία των Βαλκανίων, αφού θα μπορούν να διαθέτουν μέσω των νέων αγωγών μεγαλύτερες ποσότητες φυσικού αερίου.Τόσο η εν λόγω υποδομή όσο και τα υπό σχεδιασμό συστήματα διαμετακόμισης φυσικού αερίου, τα οποία προβλέπεται να διέλθουν μέσω της ελληνικής επικράτειας, αναμένεται να αναβαθμίσουν ουσιαστικά τον ενεργειακό γεωστρατηγικό ρόλο της χώρας.

Υπάρχουν 650 υπόγειες αποθήκες σε όλο τον κόσμο

Οι αποθήκες φυσικού αερίου αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ε.Ε. κυρίως μετά τη ρωσο-ουκρανική κρίση του 2009, ενώ δυναμική ανάπτυξη εμφανίζουν παγκοσμίως τα υπόγεια έργα αποθήκευσης αερίου. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το συνολικά αποθηκευμένο φυσικό αέριο συγκεντρώνεται σε 650 διαφορετικούς υπόγειους χώρους, οι οποίοι είναι είτε εξαντλημένα κοιτάσματα αερίου και πετρελαίου είτε υδροφόροι ορίζοντες, καθώς επίσης και τεχνητοί υπόγειοι θάλαμοι ή εγκαταλελειμμένα ορυχεία. Η χρήση υπόγειων χώρων για αποθήκευση φυσικού αερίου είναι μια τεχνική που εφαρμόζεται διεθνώς για περισσότερο από 40 χρόνια. Σε σχέση με το υγροποιημένο φυσικό αέριο οι υπόγειες αποθήκες υπερτερούν ως προς τη διάρκεια αποθήκευσης (οι σταθμοί υγροποιημένου φυσικού αερίου προσφέρουν προσωρινή μόνο αποθήκευση, η οποία πρέπει να ανανεώνεται συνεχώς), την ευκολία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, την απουσία οπτικής όχλησης, αλλά και ως προς το λειτουργικό κόστος.

Στην Ευρώπη σήμερα υπάρχουν περίπου 110 υπόγειες αποθήκες σε περισσότερες από 15 χώρες. Σημαντική αύξηση στη δυναμικότητα των αποθηκών έχει αναπτυχθεί μετά το 2010 στην Ευρώπη, μεταξύ των οποίων και σε χώρες της ευρύτερης περιοχής, όπως η Ιταλία, η Ρουμανία και η Σερβία. Δυναμικά στα στρατηγικής σημασίας έργα της αποθήκευσης φυσικού αερίου μπαίνει και η Κροατία, αλλά και η γειτονική Τουρκία, ενώ κράτη όπως η Αυστρία έχουν διαχρονικά επενδύσει σε υπόγειες αποθήκες αερίου (Μπαουμγκάρντεν) διαδραματίζοντας κομβικό ρόλο στην ασφάλεια εφοδιασμού της Κεντρικής Ευρώπης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή