Η εφαρμογή των παροχών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη του στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% του ΑΕΠ, σύμφωνα με την έκθεση για την Ελλάδα που εγκρίθηκε χθες από το Συμβούλιο ECOFIN.
Η έκθεση, που είναι μέρος της διαδικασίας του ευρωπαϊκού εξαμήνου, υιοθέτησε δύο βασικές συστάσεις. Πρώτον, κάλεσε την Ελλάδα να λάβει μέτρα για να αντιμετωπίσει τις «υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες, συνεχίζοντας και ολοκληρώνοντας τις μεταρρυθμίσεις σύμφωνα με τις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις», όπως αναφέρει, και δεύτερον, τονίζει ότι η Ελλάδα πρέπει να επικεντρώσει την προσοχή της σε μια σειρά από τομείς που μπορεί να ενισχύσουν τις επενδύσεις, όπως των βιώσιμων μεταφορών, της περιβαλλοντικής προστασίας, της ενεργειακής απόδοσης, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας των έργων διασύνδεσης, των ψηφιακών τεχνολογιών κ.ά
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τις παροχές της προηγούμενης κυβέρνησης, στην έκθεση τονίζεται ότι ο δημοσιονομικός αντίκτυπός τους θα υπερβεί το 1% του ΑΕΠ το 2019 και τα επόμενα έτη θέτοντας σε κίνδυνο την επίτευξη του συμφωνηθέντος στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα. Επιπλέον, τα νέα μέτρα αναμένεται να μειώσουν το διαρθρωτικό ισοζύγιο, εγείροντας ανησυχίες ως προς την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου το 2020.
Σε σχέση με την αγορά εργασίας, επισημαίνεται ότι, παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων που αντιπροσώπευαν το 70% των ανέργων στην Ελλάδα το 2018, είναι πολύ υψηλό, και η υψηλή ανεργία των νέων αλλά και η χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας αποτελούν επίσης πηγή ανησυχίας.
Σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις, η μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στο ελληνικό δικαστικό σύστημα, το οποίο παρά τις βελτιώσεις που έχουν γίνει, χρειάζεται ακόμη περισσότερη προσπάθεια, καθώς ο χρόνος για την έκδοση μιας απόφασης είναι συχνά υπερβολικά μεγάλος και οι εκκρεμείς υποθέσεις επηρεάζουν την παραγωγικότητα των δικαστηρίων.
Οσον αφορά τις επενδύσεις, στην έκθεση αναφέρεται ότι η αύξησή τους θα συμβάλει καθοριστικά στη στήριξη μιας πιο μακροπρόθεσμης ανάπτυξης και στη μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων. Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από υψηλή εισοδηματική ανισότητα και οι κοινωνικές μεταβιβάσεις έχουν ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά ως προς τον αντίκτυπο στη μείωση του κινδύνου φτώχειας στην Ε.Ε. (15,83% το 2017 έναντι μέσου όρου 33,98% στην Ε.Ε.).