Πρωταθλητής στη «μάχη» κατά του ρατσισμού

Πρωταθλητής στη «μάχη» κατά του ρατσισμού

7' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ουάσιγκτον, 28 Αυγούστου 1963. Εξω από το Μνημείο του Λίνκολν, χιλιάδες άνθρωποι έχουν συγκεντρωθεί για να ακούσουν μια ιστορική ομιλία. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ διακηρύσσει το όνειρό του. Το όνειρο που διδάσκει «ότι όλοι οι άνθρωποι γεννήθηκαν ίσοι». Ανάμεσα στο πλήθος του κόσμου υπάρχει και ένας, ο οποίος κάλλιστα θα μπορούσε να είχε μείνει αμέτοχος στον αγώνα κατά του ρατσισμού και να απολαμβάνει τις δάφνες της αθλητικής του δραστηριότητας. Ομως, ο Μπιλ Ράσελ, ο Αφροαμερικανός «θρύλος» των Μπόστον Σέλτικς ήταν εκεί. Πάντα στην πρώτη γραμμή στη μάχη κατά του ρατσισμού, πάντα συνεπής σε κάθε του αναμέτρηση.

Γεννημένος στις 12 Φεβρουαρίου 1934 στο Μονρό της Λουιζιάνας, ο Ράσελ βίωσε από νωρίς τις συνέπειες του ρατσισμού. Τα περιστατικά ήταν σχεδόν καθημερινά. Οταν μια φορά ο πατέρας του σταμάτησε σε ένα πρατήριο καυσίμων, ο ιδιοκτήτης αρνήθηκε να τον εξυπηρετήσει και του είπε να περιμένει, μέχρι να τελειώσει με όλους τους λευκούς πελάτες του. Οταν ο Τσαρλς Ράσελ επιχείρησε να φύγει, ο ιδιοκτήτης τον σημάδεψε με μία καραμπίνα και τον ανάγκασε να περιμένει. Το 1942 η οικογένεια Ράσελ πήρε την απόφαση να φύγει από τη «σκληρή» Λουιζιάνα και να μετακομίσει στο Οκλαντ, όπου είχαν καταφύγει αρκετοί Αφροαμερικανοί προκειμένου να βρουν δουλειά. Και εκεί, όμως, η κατάσταση δεν ήταν εύκολη, με την οικογένεια να ζει στα όρια της φτώχειας. Ο θάνατος του πατέρα του, το 1946, κλόνισε τον Ράσελ ο οποίος, παρότι ήταν πιο «δεμένος» με τη μητέρα του, τον θαύμαζε για τη δύναμη και την αποφασιστικότητά του.

Οι εκπληκτικές αθλητικές ικανότητές του δεν πέρασαν απαρατήρητες. Ηταν γρήγορος, με μεγάλο άλμα και τεράστια χέρια. Ιδανικός για να παίξει μπάσκετ. Ομως, «κοβόταν» συνέχεια από τις ομάδες του γυμνασίου του, αφού δεν μπορούσε να… κατανοήσει πώς παίζεται το άθλημα. Στο λύκειο Μακ Λίμοντς, ο προπονητής, Τζορτζ Πόουλς, αποφάσισε να ασχοληθεί σοβαρά μαζί του και να του μάθει τα βασικά του μπάσκετ. Η εξέλιξη του Ράσελ ήταν ραγδαία. Πρώτα, εκμεταλλευόμενος τα αθλητικά του προσόντα, μετατράπηκε σε έναν απροσπέλαστο αμυντικό και αργότερα, στο κολέγιο του Σαν Φρανσίσκο, έμαθε και τα μυστικά της επίθεσης.

Τα εμπόδια, όμως, στον δρόμο προς την καταξίωση δεν είχαν τελειωμό. Ακόμα και όταν ο Ράσελ άρχισε να «φτιάχνει» το όνομά του σε κολεγιακό επίπεδο, δεν απέφυγε τις ρατσιστικές επιθέσεις. Το κολέγιο του Σαν Φρανσίσκο ήταν ένα από τα λίγα τα οποία βασίζονταν σε Αφροαμερικανούς παίκτες. Αυτό, το έκανε αυτόματα και… στόχο. Το 1954 ένα ξενοδοχείο στο Οκλαντ αρνήθηκε να δώσει δωμάτια στον Ράσελ και τους υπόλοιπους μαύρους συμπαίκτες του, με αποτέλεσμα όλη η ομάδα (σε ένδειξη συμπαράστασης) να κατασκηνώσει εκτός του ξενοδοχείου. Εκείνη η ομάδα, βασιζόμενη στον Ράσελ, κέρδισε τα πρωταθλήματα το 1955 και το 1956, αγνοώντας τα πάμπολλα προβλήματα που της παρουσιάζονταν. Ο Ράσελ στο Σαν Φρανσίσκο, παράλληλα με το μπάσκετ, έπαιρνε μέρος και σε αγωνίσματα του στίβου με αρκετές διακρίσεις στα 400 μέτρα και στο άλμα εις ύψος. Οταν αποφοίτησε το 1956, αρνήθηκε την πρόταση των Χάρλεμς και αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στα ντραφτ του ΝΒΑ. Μια μεγάλη καριέρα βρισκόταν στην αρχή της, έστω κι αν το χρώμα του εξακολουθούσε να είναι… εμπόδιο. Το ΝΒΑ άνοιξε τις πύλες του, το 1956, όταν μέσα από ένα… ντόμινο ανταλλαγών, κατέληξε στους Μπόστον Σέλτικς (Νο. 2) του Ρεντ Αουερμπαχ.

Η κόντρα με τον Τσάμπερλεν

Μία από τις μεγαλύτερες και αλησμόνητες κόντρες στο ΝΒΑ είναι αυτή του Μπιλ Ράσελ με τον Ουίλτ Τσάμπερλεν. Οι «τιτανομαχίες» των δύο κορυφαίων σέντερ έχουν μείνει στην ιστορία, με τον Τσάμπερλεν να βγαίνει συνήθως νικητής στις μονομαχίες του με τον Ράσελ, αλλά τον Ράσελ να βγαίνει νικητής από το παρκέ. Οι Σέλτικς τη δεκαετία του ’60 ήταν ανίκητοι και ο Τσάμπερλεν αδυνατούσε να «σπάσει» το κατεστημένο είτε με τη φανέλα της Φιλαδέλφειας είτε με αυτήν των Λέικερς. Το κατάφερε μόλις δύο φορές (1967 – Φιλαδέλφεια, 1972 – Λέικερς). Η κόντρα αυτή, μέχρι το 1969, ήταν καθαρά αγωνιστική, αφού εκτός γηπέδων οι δύο «θρύλοι» του παγκόσμιου μπάσκετ διατηρούσαν άριστες φιλικές σχέσεις. Στους τελικούς του 1969, όμως, το γυαλί… έσπασε. Στο 7ο παιχνίδι της σειράς, ο Τσάμπερλεν, φανερά καταπονημένος από το τραυματισμένο γόνατό του και με τους Λέικερς πίσω στο σκορ, αποχώρησε από την αναμέτρηση έξι λεπτά πριν από το τέλος της. Ο Ράσελ τον κατηγόρησε για υποκρισία και ο Τσάμπερλεν απάντησε κάνοντας λόγο για «πισώπλατη μαχαιριά». Μια φιλική σχέση μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μετατράπηκε σε μια κόντρα δίχως λογική. Οι δύο άντρες έκαναν να μιλήσουν πάνω από 20 χρόνια και μια απόπειρα επαναπροσέγγισης από τον Ράσελ βρήκε… τοίχο. Ο Τσάμπερλεν απαιτούσε μία συγγνώμη την οποία δεν άκουσε ποτέ. Οταν το 1999 πέθανε ο πρώην σέντερ των Λέικερς, ο Ράσελ αρκέστηκε να πει ότι ποτέ δεν θεωρούσε τον Τσάμπερλεν αντίπαλό του και ότι απεχθανόταν αυτόν τον όρο.

Αγωνίστηκαν αντίπαλοι σε 142 αγώνες με τον Ράσελ να επικρατεί στους 84.

Η αναγνώριση και οι σχέσεις «οργής» με τη Βοστώνη

Το 1956 ήταν αρχηγός της Εθνικής ομάδας των ΗΠΑ, η οποία κατέκτησε διά περιπάτου το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης. Η συμμετοχή του ήταν στο «αέρα» ώς την τελευταία στιγμή, αφού έχοντας υπογράψει επαγγελματικό συμβόλαιο με τους Σέλτικς απαγορευόταν να μετέχει στην ομάδα των ΗΠΑ, η οποία «κατέβαζε» στους αγώνες ερασιτέχνες παίκτες από κολέγια. Ο Ράσελ δήλωσε πως αν δεν αγωνιζόταν με την ομάδα μπάσκετ, θα έπαιρνε μέρος στο άλμα εις ύψος, κάτι που δεν χρειάστηκε να γίνει αφού τελικά τα… γραφειοκρατικά προβλήματα ξεπεράστηκαν.

Ο Ράσελ ενσωματώθηκε στους Σέλτικς, όταν τελείωσε το Ολυμπιακό τουρνουά της Μελβούρνης, τον Δεκέμβριο του 1956. Από την πρώτη κιόλας χρονιά μπήκαν οι βάσεις της πράσινης «δυναστείας». Εκείνο το πρωτάθλημα, ακολούθησαν άλλα 10 στη 13χρονη παρουσία του στο «τριφύλλι». Σύμφωνα με τη λογική ο Ράσελ θα έπρεπε να είναι ένας από τους πιο αγαπητούς ανθρώπους στη Βοστώνη. Η δράση όμως έφερε… αντίδραση. Εγινε σκληρός με τους λευκούς και συχνά καταφερόταν εναντίον τους. Λέγεται, πως αρνούνταν να υπογράψει αυτόγραφα σε μικρά παιδιά και πως γενικότερα είχε επιθετική συμπεριφορά στους λευκούς. Ο Ράσελ δεν ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στο κοινό της Βοστώνης και το διαπίστωσε στον μέγιστο βαθμό, όταν ένα βράδυ κάποιοι εισήλθαν στην οικία του, έγραψαν ρατσιστικά συνθήματα στους τοίχους και έσπασαν τα τρόπαιά του. «Η Βοστώνη είναι μια υπαίθρια αγορά ρατσισμού», ήταν η απάντηση του παίκτη που έριχνε κι άλλο λάδι στη φωτιά.

Ακόμη κι όταν οι Σέλτικς απέσυραν τη φανέλα του το 1972, εκείνος αρνήθηκε να παραβρεθεί στην τελετή, διαμαρτυρόμενος για τον ρατσισμό που είχε βιώσει στην πόλη. Το 1999, η τελετή… επαναλήφθηκε με τον Ράσελ να δίνει το «παρών» και να δηλώνει πως η Βοστώνη έχει κάνει τεράστια βήματα προόδου σε αυτόν τον τομέα. Μάλιστα, αποφασίστηκε το άγαλμά του να κοσμεί τον εξωτερικό χώρο έξω από το μέγαρο της Βοστώνης. Την πρόταση έκανε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, όταν βράβευσε τον Ράσελ με το «Μετάλλιο της Ελευθερίας» το οποίο αποτελεί την ύψιστη τιμή για έναν πολίτη των ΗΠΑ.

Επίσης, το 2009 το βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη των τελικών φέρει το όνομά του, μία διάκριση που ποτέ δεν πήρε ο ίδιος καθώς το βραβείο θεσμοθετήθηκε την τελευταία χρονιά της καριέρας του, το 1969. Ο Ράσελ, όμως, δεν ήταν μόνο ένας μαχητής της κοινωνίας. Ηταν και ένας εκ των σημαντικότερων παικτών του ΝΒΑ, κατακτώντας 11 πρωταθλήματα σε 13 χρόνια με μοναδικά στατιστικά. Στους Σέλτικς ήταν ο ηγέτης που καθοδηγούσε την ομάδα στα εύκολα και τα δύσκολα. Το απέδειξε με τον πιο περίτρανο τρόπο το 1966. Εκείνη την χρονιά ο προπονητής των Κελτών, Ρεντ Αουερμπαχ, αποφάσισε να αποσυρθεί. Πρώτα θέλησε να παραδώσει τα «κλειδιά» της ομάδας στον παλιό του παίκτη, Φρανκ Ράμσεϊ ο οποίος όμως αρνήθηκε επειδή ήταν απασχολημένος με τις επιχειρήσεις του. Δεύτερη επιλογή του Αουερμπαχ ήταν ο επίσης πρώην παίκτης του, Μπόμπο Κιούσι. Η άρνηση αυτή τη φορά ήρθε επειδή ο Κιούσι δεν ήθελε να αναλάβει τον δύσκολο ρόλο του προπονητή, έχοντας υπό τις οδηγίες του τους πρώην συμπαίκτες του. Τρίτη επιλογή ήταν ένας επίσης πρώην Κέλτης, ο Τομ Χέινσον, ο οποίος αρνήθηκε λόγω της παρουσίας του… δύστροπου Ράσελ με τον οποίον δεν είχαν τις καλύτερες σχέσεις. Ωστόσο, ο Χέινσον πρότεινε στον Αουερμπαχ να αναλάβει την ομάδα ο «άσπονδος» φίλος του, Ράσελ, τον οποίο θεωρούσε καταλληλότερο γι αυτή τη θέση! Στα 32 του έγινε ο πρώτος Αφροαμερικανός προπονητής στο ΝΒΑ, διατηρώντας παράλληλα τη θέση του στο ρόστερ της ομάδας. Την πρώτη χρονιά δεν κατάφερε να κατακτήσει το πρωτάθλημα, αλλά τις επόμενες δύο απέδειξε πως κατείχε και προπονητικές ικανότητες. Ειδικά, η σειρά των τελικών του 1969, απέναντι στους Λέικερς του Ουίλτ Τσάμπερλεν, έχει μείνει στην ιστορία, με τον Ράσελ να κατακτά, ίσως το πιο απροσδόκητο πρωτάθλημα στην καριέρα του. Ηταν η τελευταία του παράσταση, αφού από την επόμενη μέρα αποσύρθηκε με ξαφνικό τρόπο από τα κοινά της ομάδας…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή