Ποδόσφαιρο: Οι παίκτες που απέδρασαν από την πιο επικίνδυνη χώρα του κόσμου

Ποδόσφαιρο: Οι παίκτες που απέδρασαν από την πιο επικίνδυνη χώρα του κόσμου

Ο δρόμος της διαφυγής από την Ερυθραία προς το όνειρο μιας καλύτερης ποδοσφαιρικής ζωής

11' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Βλέπω παντού πιθανούς κατασκόπους και εχθρούς», λέει κομπιάζοντας ο Ντέιβιντ. «Τις προάλλες, ένας τύπος με κοιτούσε περίεργα, οπότε έφυγα χωρίς να τελειώσω το πρωινό μου και μπήκα σε ένα ταξί – ζητώντας από τον οδηγό να με πάει σε λάθος διεύθυνση».

Ο Ντέιβιντ, δεν είναι κάποιος κατάσκοπος, που προσπαθεί να ξεφύγει από μια συνομωσία, όπως συμβαίνει σε πολλές ταινίες του Χόλιγουντ. Είναι απλά, ένας ποδοσφαιριστής από την Ερυθραία, ένας πρόσφυγας που πιστεύει ότι οι κυβερνητικοί πράκτορες εξακολουθούν να τον παρακολουθούν, παρόλο που έφυγε από τη χώρα πριν από πολύ καιρό και τώρα βρίσκεται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Η ζωή του θα μπορούσε να είναι ταινία. Ομως δεν θα έμοιαζε με κατασκοπική, αλλά μάλλον με τραγωδία…

Αν και έχει ζητήσει άσυλο στο εξωτερικό, οι φόβοι του τον αναγκάζουν να σφηνώνει πολλά βράδια πίσω από την πόρτα του δωματίου μια καρέκλα. Πολλά άλλα έχει ξυπνήσει ιδρωμένος, νομίζοντας ότι οπλισμένοι άνδρες έχουν εισβάλλει να τον πάρουν και να τον γυρίσουν πίσω. Πριν δει πάντως τον εφιάλτη τον είχε ζήσει…  

Στο μυαλό του είναι ακόμα η ανάμνηση των 18 μηνών εκπαίδευσης στο στρατιωτικό στρατόπεδο Sawa στην Ερυθραία, όπου, από την ηλικία των 15 ετών, ξυπνούσε κάθε πρωί πριν από την ανατολή του ήλιου για εκπαίδευση. Στο καθημερινό πρόγραμμα ήταν και το αλύπητο ξύλο από τους ανώτερους αν δεν εκτελούσε τις εντολές τους. Υπήρχαν ολοήμερες πεζοπορίες χωρίς φαγητό ή νερό, στις επιχειρήσεις είδε πράγματα που δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεχάσει. Σφαγές, βασανισμοί, βιασμοί…

Το μέλλον του ήταν ήδη υποθηκευμένο, αν και συνεχίζει να επιμένει ότι ήταν ένας από τους τυχερούς.

Απελευθέρωση

Ενώ η στρατιωτική θητεία μπορεί να είναι μια ατελείωτη δουλοπαροικία στην Ερυθραία, εκείνος απελευθερώθηκε, όπως πιστεύει, επειδή είχε ήδη αρχίσει να αποδεικνύει το ταλέντο του ως ποδοσφαιριστής. Ωστόσο, υπήρχε πάντα η απειλή να τον στείλουν πίσω, ακόμη και αφού κλήθηκε να παίξει για την εθνική ομάδα της Ερυθραίας.

Μετά το Sawa, δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται να φύγει από την Ερυθραία, μια χώρα που κατατάσσεται ως το λιγότερο ελεύθερο κράτος στον κόσμο στον Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα του 2021, πίσω από τη Βόρεια Κορέα και άλλες χώρες που είναι γνωστές για την καταπίεση και τη φυλάκιση των εκπροσώπων του Τύπου.

Η απόδραση για τον Ντέιβιντ είχε γίνει «εμμονή». Ηξερε βέβαια ότι όσοι προσπαθούσαν να φύγουν από τα σύνορά της κινδύνευαν με επ’ αόριστον κράτηση. Είχε ακούσει για υπόγειες φυλακές και έναν θάλαμο βασανιστηρίων γνωστό ως «φούρνο» λόγω των συνθηκών καύσωνα. Γι’ αυτό, όταν μια μέρα ταξίδεψε στο εξωτερικό για να παίξει για την Ερυθραία, αποφάσισε να κάνει την κίνησή του: έφυγε από το ξενοδοχείο της ομάδας στη μέση της ημέρας δήθεν για να πάει να ψωνίσει αναμνηστικά. Δεν επέστρεψε.

Είναι ένας από τους 80 και πλέον ποδοσφαιριστές που έχουν διαφύγει από τη χώρα ενώ βρίσκονται σε άλλα κράτη από το 2007.

Ο Ντέιβιντ, το όνομα του οποίου έχει αλλάξει κατόπιν αιτήματός του για την προστασία της ταυτότητάς του, περιγράφει τον εαυτό του ως «πατριώτη» και επιμένει ότι θα ήταν τιμή για αυτόν να εκπροσωπήσει την Ερυθραία ως ποδοσφαιριστής. Αλλά πιστεύει ότι δεν μπορεί να επιστρέψει ποτέ.

Σε συνέντευξη που έδωσε στο «The Athletic» δεν αποκάλυψε για λόγους ασφαλείας το όνομά του, ούτε είπε που ζει ή που αγωνίζεται τώρα. Οπως επίσης δεν επιβεβαίωσε αν κάποιος άλλος από την ομάδα δραπέτευσε μαζί του. Λέει ότι τόσο ο ίδιος όσο και οι συμπατριώτες του είναι μαθημένοι να μην εμπιστεύονται τους δημοσιογράφους επειδή στη χώρα τους δεν υπάρχει ελεύθερος Τύπος και όποιος προσπαθεί να πει την αλήθεια καταπιέζεται.

Οταν το Σάββατο ξεκινήσει το τελευταίο Κύπελλο Εθνών Αφρικής (AFCON) στην Ακτή Ελεφαντοστού, η Ερυθραία δεν θα είναι εκεί. Δεν έχει προκριθεί ποτέ σε ένα μεγάλο διεθνές τουρνουά, αλλά, αυτή τη φορά, δεν μπήκε καν στη διαδικασία των προκριματικών, αφού η Συνομοσπονδία Αφρικανικού Ποδοσφαίρου (CAF) επιβεβαίωσε ότι η χώρα δεν διαθέτει γήπεδο που να πληροί τις απαιτήσεις ασφαλείας για τη φιλοξενία εντός έδρας αγώνων.

Επίσης, η Ερυθραία δεν διεκδικεί την είσοδο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026. Τον Νοέμβριο, η Εθνική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου της Ερυθραίας (ENFF) απέσυρε τη συμμετοχή της μέσω μιας σύντομης ανακοίνωσης που εξέδωσαν οι διοργανώτριες αρχές του παγκόσμιου ποδοσφαίρου FIFA και CAF, η οποία ανέφερε απλώς ότι «όλοι οι αγώνες της Ερυθραίας έχουν ακυρωθεί».

Ο Ντέιβιντ ερμηνεύει την πιο πρόσφατη υποχώρηση της Ερυθραίας ως αντίδραση της κυβέρνησης που φοβάται ότι πολλοί παίκτες θα έβρισκαν την ευκαιρία να αποδράσουν και να ζητήσουν σε άλλη χώρα πολιτικό άσυλο. Είχε συμβεί άλλωστε το 2019, όταν δύο παίκτες, μετά από αγώνα με την Ναμπίμπια για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2019, το έσκασαν και κατέφυγαν στην Ουγκάντα. Τρεις μήνες αργότερα, άλλοι επτά παίκτες διέφυγαν στην ίδια χώρα.

Σε πέντε περιπτώσεις από το 2009, ποδοσφαιριστές από την Ερυθραία χρησιμοποίησαν την ευκαιρία να αναζητήσουν καταφύγιο αλλού αντί να επιστρέψουν σε μια χώρα που συχνά αναφέρεται από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης ως η «Βόρεια Κορέα» της Αφρικής.

Ο στρατός έχει συμβάλει καθοριστικά στην εξουσία του προέδρου της Ερυθραίας, Ισαΐα Αφεγουέρκι, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν η χώρα απέκτησε την ανεξαρτησία της από τη γειτονική Αιθιοπία μετά από έναν πόλεμο που διήρκεσε 30 χρόνια. Αν και αρχικά παρουσιάστηκε ως άνθρωπος του λαού, η Ερυθραία έχει μετατραπεί σε ένα αυταρχικό κράτος υπό τον Αφεγουέρκι, χωρίς εθνική συνέλευση, σύνταγμα ή ανεξάρτητη δικαιοσύνη.

Εκροή

Σύμφωνα με έκθεση που συνέταξε το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, σχεδόν 40.000 Ερυθραίοι προσπάθησαν να διασχίσουν τη Μεσόγειο για να φτάσουν στην Ευρώπη μόνο το 2014. Δύο χρόνια αργότερα, ο ΟΗΕ υποστήριξε ότι στην Ερυθραία είχαν διαπραχθεί εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας με «εκτεταμένο και συστηματικό τρόπο».

Μέχρι το 2018, μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ της Ερυθραίας και της Αιθιοπίας οδήγησε στο άνοιγμα των συνόρων της και στην έξοδο από τη χώρα 5.000 ανθρώπων την ημέρα. Εκείνη τη χρονιά, μισό εκατομμύριο κάτοικοι έφυγαν – το ένα δέκατο του πληθυσμού της.

Ωστόσο, ο Ντέιβιντ, μαζί με άλλες πηγές από την Ερυθραία που έχουν συζητήσει τις εμπειρίες υπό τον όρο της ανωνυμίας, έχει μιλήσει για την «παράνοια» πολλοί άνθρωποι να είναι ευγνώμονες στον Αφεγουέρκι για τη διατήρηση της κυριαρχίας της χώρας. Ο πρόεδρος διατηρεί την υποστήριξη μιας κυρίως μεγαλύτερης γενιάς, έχοντας δημιουργήσει με επιτυχία την εικόνα του πολιορκημένου ηγέτη, ο οποίος καταπολεμά με επιτυχία τις απειλητικές εξωτερικές δυνάμεις στο όνομα της ανεξαρτησίας, διατηρώντας παράλληλα τη βασική στρατηγική της θέση στο Κέρας της Αφρικής.

Αυτό σημαίνει ότι ορισμένοι πρόσφυγες παραμένουν πιστοί σε αυτόν, ακόμη και μετά την επανεγκατάστασή τους σε άλλες χώρες. Λένε ότι δεν αναζήτησαν μέλλον αλλού εξαιτίας του Αφεγουέρκι, αλλά εξαιτίας των ενεργειών άλλων χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Αιθιοπίας που δεν έχει πρόσβαση στην ξηρά, η οποία απειλεί να δημιουργήσει λιμάνι στο έδαφος της Ερυθραίας.

Ο Ντέιβιντ γνωρίζει ανθρώπους που έχουν δεχτεί λεκτική και σωματική βία στο δρόμο επειδή είπαν δημοσίως τις ιστορίες τους. «Ποτέ δεν ξέρεις ποιος διαβάζει, ποιος ακούει, τι σκέφτεται και τι θα κάνει με αυτές τις πληροφορίες», λέει.

Για όποιον θέλει να δραπετεύσει από τη χώρα, η μόνη επιλογή είναι η παράνομη οδός: Ρισκάροντας τη διέλευση των συνόρων προς την Αιθιοπία ή το Σουδάν, στα δυτικά, πριν ταξιδέψει βόρεια, προσπαθώντας να φτάσει στη Μεσόγειο μέσω της Λιβύης, όπου η ΕΕ έχει δεσμεύσει σχεδόν 100 εκατ. ευρώ για τη χρηματοδότηση της ακτοφυλακής της χώρας.

Η επένδυση αυτή βοήθησε στην παράκαμψη του διεθνούς δικαίου που ορίζει ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιστραφούν σε χώρες που κινδυνεύει η ζωή τους. Αντ’ αυτού, αφού συλληφθούν στη θάλασσα, οι πρόσφυγες μεταφέρονται πίσω στη Λιβύη, όπου, μεταξύ 2017 και 2022, περισσότεροι από 100.000 άνδρες, γυναίκες και παιδιά έχουν φυλακιστεί, ουσιαστικά επειδή βρίσκονταν εκεί παράνομα – αν και χωρίς επίσημες κατηγορίες ή δίκες για να αμφισβητηθεί η φυλάκισή τους.

Οι «τυχεροί»

Ο Χέρμον θεωρεί τον εαυτό του στην κατηγορία των «τυχερών», παρά τις κακουχίες που έχει βιώσει. Για να διασφαλίσει την ασφάλεια ενός μικρού αριθμού μελών της οικογένειάς του που άφησε πίσω στην Ερυθραία, χρησιμοποιεί μόνο το μικρό του όνομα και ζητά να αλλάξουν ορισμένες λεπτομέρειες στην ιστορία του για να προστατευτούν οι ταυτότητες άλλων ανθρώπων που συνδέονται μαζί του.

Δεν ήταν διεθνής ποδοσφαιριστής, αλλά το ταξίδι του δείχνει τι έπρεπε να περάσουν πολλοί άνθρωποι στη χώρα του στην προσπάθειά τους να βγουν έξω. Ηταν, ωστόσο, ένας επίδοξος ποδοσφαιριστής και ονειρευόταν να παίξει στην Αγγλία λόγω του θαυμασμού του για τον Γουέιν Ρούνεϊ. Λέει ότι αυτό δεν επρόκειτο ποτέ να συμβεί αν παρέμενε στην Ερυθραία.

Από την ηλικία των επτά ετών δούλευε σε μια φάρμα και στα 13 του αντιμετώπιζε την προοπτική της κατάταξης στο στρατό, ο οποίος, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, εξέταζε τα αγόρια μόνο ανάλογα με το αν ήταν «αρκετά δυνατοί για να κρατήσουν όπλο».

Ζούσε σε μια πόλη της αγοράς κοντά στα σύνορα με την Αιθιοπία. Η απόφασή του να φύγει ήταν αυθόρμητη: τροφοδοτήθηκε από μια συζήτηση με πέντε φίλους του ένα βράδυ, ενώ έπαιζαν ποδόσφαιρο. Ο πληθυσμός της πόλης μειωνόταν κατακόρυφα και ο Χέρμον λέει ότι βλέποντας τους φίλους του να φεύγουν χωρίς αυτόν θα ένιωθε σαν εγκατάλειψη, αφήνοντάς τον να σκέφτεται μόνο ένα ατελείωτο μέλλον στο στρατό. Κανένα από τα αγόρια δεν είπε στους γονείς του τι επρόκειτο να κάνει και κανένα από αυτά δεν ήξερε πραγματικά πού θα πήγαινε. Ηταν οκτώ ώρες με τα πόδια μέχρι τα σύνορα και ο Χέρμον θυμάται τα συναισθήματα ενθουσιασμού και φόβου όταν έφτασε στον ποταμό Tekeze, ο οποίος λειτουργεί ως φράγμα μεταξύ της Ερυθραίας και της Αιθιοπίας.

Για τρεις μήνες, μετακινήθηκε μεταξύ στρατοπέδων προσφύγων. Ένα από αυτά ήταν γεμάτο ελονοσία, την οποία και κόλλησε. Αυτό τον έκανε να σκεφτεί να επιστρέψει στην Ερυθραία, αλλά η οικονομική υποστήριξη του αδελφού του, που είχε ήδη δημιουργήσει μια επιτυχημένη ζωή κάπου στη Μέση Ανατολή έχοντας εγκαταλείψει νωρίτερα την Ερυθραία, του επέτρεψε να φτάσει στο Σουδάν, αφού πλήρωσε σε έναν λαθρέμπορο 2.000 λίρες, τις μισές προκαταβολικά και τις μισές κατά την άφιξη. Λέει ότι γνωρίζει και άλλους πρόσφυγες που είπαν ψέματα για το ύψος των οικονομικών τους και κατέληξαν να πληρώνουν με μέρη του σώματός τους.

Στο Σουδάν, αισθάνθηκε ιδιαίτερα ευάλωτος. Υπήρχε η απειλή του ΙΚ και άλλων ένοπλων μαχητικών ομάδων. Ως χριστιανός, ο Χέρμον ήξερε ότι αν τον έβρισκε το ΙΚ, θα έπρεπε να ασπαστεί το Ισλάμ ή να αντιμετωπίσει τον θάνατο. Πρόσφυγες όπως αυτός γίνονταν επίσης στόχος της αστυνομίας για εκβιασμό. Το ταξίδι από την έρημο στα σύνορα με τη Λιβύη διήρκεσε τρεις εβδομάδες. Δεν υπήρχε σχεδόν τίποτα να φάει ή να πιει και δεν υπήρχε προστασία από τον καυτό ήλιο. Άνθρωποι πέθαιναν μπροστά του, από δίψα και πείνα. Το πίσω μέρος του φορτηγού με το οποίο ταξίδευε ήταν γεμάτο και αν κάποιος έπεφτε, ο οδηγός δεν σταματούσε.

Λέει ότι ήταν τυχερός που η παραμονή του στη Λιβύη διήρκεσε μόλις μια εβδομάδα. Σε ένα στρατόπεδο κράτησης έξω από την Τρίπολη, την πρωτεύουσα, ορισμένοι από τους πρόσφυγες είχαν τάσεις αυτοκτονίας μετά από χρόνια κράτησης. Πολλοί από τους άνδρες είχαν ξυλοκοπηθεί, ενώ οι γυναίκες βιάστηκαν και τα παιδιά βασανίστηκαν.

Οι πρόσφυγες προέρχονταν από όλη την Αφρική. Κάποιοι από αυτούς είχαν καταφέρει να επιβιβαστούν σε ένα πλοίο, για να το κατασχέσουν στη θάλασσα και να το στείλουν πίσω στη Λιβύη. Κάποιοι είχαν κάνει αυτό το αποθαρρυντικό ταξίδι περισσότερες από μία φορές. Ο Χέρμον πέρασε τα 14α γενέθλιά του περιτριγυρισμένος από ανθρώπους που δεν γνώριζε, χωρίς να ξέρει πού πήγαινε και πότε θα ξεκινούσε το επόμενο σκέλος αυτού του ταξιδιού.

Χωρίς την οικονομική υποστήριξη του αδελφού του, πιστεύει ότι δεν θα είχε καταφέρει ποτέ να φύγει από τη Λιβύη – σίγουρα όχι τόσο γρήγορα όσο κατάφερε. Μέσα σε μια εβδομάδα, βρισκόταν σε ένα επιδιορθωμένο σκάφος που περιπλανιόταν στη Μεσόγειο τη νύχτα. Χρειάστηκαν 12 ώρες για να φτάσει στη Σικελία και στην Κατάνια. Στον εκεί καταυλισμό προσφύγων Cara Mineo, του είπαν ότι θα έπρεπε να μείνει μέχρι να μεγαλώσει αρκετά για να φύγει. Ενδεχομένως, αυτό θα σήμαινε τετραετή κράτηση. Αποφάσισε να δραπετεύσει, πληρώνοντας μια νιγηριανή συμμορία για να ανοίξει μια τρύπα σε έναν φράχτη μέσα στη νύχτα.

Μαζί με άλλους δύο πρόσφυγες, έσπευσαν βόρεια, χρησιμοποιώντας ταξί, λεωφορεία και τρένα για να φτάσουν στην ηπειρωτική χώρα. Στη Ρώμη, ένας ιδιοκτήτης εστιατορίου τον λυπήθηκε και πλήρωσε το ταξίδι για το Παρίσι. Είχε ακούσει για τη λεγόμενη ζούγκλα έξω από το Καλέ. Εκεί, πλήρωσε λαθρέμπορους για να τον μεταφέρουν στη Βρετανία με φορτηγό, αλλά πέντε μήνες αργότερα εξακολουθούσε να περιμένει. Οταν η γαλλική κυβέρνηση άρχισε να διαλύει τον καταυλισμό, διαπιστώθηκε ότι ήταν ανήλικος και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μεταφερθεί μαζί με περίπου 30 άλλα παιδιά σε μια άλλη εγκατάσταση στη νότια Γαλλία, κοντά στην Τουλούζη.

Στο πίσω μέρος του μυαλού του, ο Χέρμον εξακολουθούσε να ονειρεύεται να γίνει ποδοσφαιριστής. Μετά από τρεις μήνες, δραπέτευσε και πάλι από τον καταυλισμό μέσα στη νύχτα, ταξιδεύοντας ανατολικά προς τη Μασσαλία. Κάποια στιγμή κατάφερε να κρυφτεί, μαζί με μερικά άλλα παιδιά, σε ένα φορτηγό με ιταλικές πινακίδες, χωρίς να έχει ιδέα που πήγαινε. Το ταξίδι που ακολούθησε διήρκεσε 14 ώρες. Μπορούσε να ακούσει ότι βρισκόταν σε ένα πλοίο.

Κατά τη διάρκεια μιας επιθεώρησης, μπόρεσε να κρυφτεί σε ένα ποδιά. Οταν άνοιξε η πίσω πόρτα του φορτηγού, ο Χέρμον αιφνιδίασε τον οδηγό και άρχισε να τρέχει. Ηταν σαφές ότι βρισκόταν στο Αγγλία, αλλά δεν μιλούσε τη γλώσσα ούτε καταλάβαινε τι του έλεγαν. Ενας από τους συνταξιδιώτες του είχε τον αριθμό τηλεφώνου ενός συγγενή του στο Μάντσεστερ και αφού επικοινώνησε, ζητώντας το κινητό ενός περαστικού, κατάλαβαν ότι βρισκόταν στο Λίβερπουλ. Για τον Χέρμον ήταν από τις πιο ευτυχισμένες της ζωής του, καθώς το είδωλό του, ο Ρούνεϊ, είχε ξεκινήσει την καριέρα του από την Εβερτον.

Στο Λίβερπουλ, ο Χέρμον γράφτηκε σε μια ακαδημία ποδοσφαίρου, όπου έπαιξε αγώνες εναντίον των ομάδων μερικών από τους πιο διάσημους συλλόγους της βορειοδυτικής Αγγλίας. Εχοντας ζητήσει πολιτικό άσυλο, συνδυάζει τώρα τις σπουδές για ένα πτυχίο στη διοίκηση επιχειρήσεων με μια εργασία πλήρους απασχόλησης σε μια αποθήκη. Επίσης, τώρα μιλάει αγγλικά.

«Το ταλέντο δεν είναι το πρόβλημα στην Ερυθραία», τονίζει. «Ισως αν η εθνική έπαιζε θα κατάφερνε να μπει στις πρώτες 100 ομάδες του κόσμου, αν αυτό είχε κάποιο νόημα. Ομως δυστυχώς τίποτα από αυτά που συμβαίνουν στην χώρα μας δεν βγάζει νόημα», θα πει με παράπονο…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή