Το σχέδιο «6+5»: Η μεγάλη χαμένη ευκαιρία του ποδοσφαίρου

Το σχέδιο «6+5»: Η μεγάλη χαμένη ευκαιρία του ποδοσφαίρου

Πριν από περίπου 15 χρόνια, το παγκόσμιο ποδόσφαιρο έχασε την ευκαιρία να ισχυροποιήσει τα εγχώρια πρωταθλήματα κόντρα στο χαοτικό παζάρι των μεταγραφών

8' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν ένας ποδοσφαιρικός κολοσσός, όπως η Μπαρτσελόνα, φθάνει στο σημείο να ξεπουλά όσο όσο παίκτες του προκειμένου να αντιμετωπίσει μια πρωτοφανή οικονομική κρίση και να στρέφεται σχεδόν ολοκληρωτικά στην περίφημη ακαδημία του, τη «Μασία», ο νους ταξιδεύει στο παρελθόν. Πριν από περίπου 15 χρόνια, το παγκόσμιο ποδόσφαιρο έχασε την ίσως μεγαλύτερη ευκαιρία του ώστε να ισχυροποιήσει τα εγχώρια πρωταθλήματα και τις εθνικές ομάδες κόντρα στο χαοτικό παζάρι των μεταγραφών των «ισχυρών» ομάδων, αλλάζοντας την Ιστορία.

Και μοιάζει εντελώς παράδοξο το γεγονός ότι αυτή η πολύ σημαντική προσπάθεια είχε πρωτεργάτη τον τότε πρόεδρο της FIFA, Ζεπ Μπλάτερ, το όνομα του οποίου συνδέθηκε με τη διαφθορά και βρέθηκε μέσα στα μεγαλύτερα σκάνδαλα της Ιστορίας.

Ο Ελβετός παράγοντας, σε μια… έκλαμψη διορατικότητας, κατάφερε το 2008, στο ετήσιο συνέδριο της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας ποδοσφαίρου στο Σίδνεϊ, να περάσει το σχέδιο με την κωδική ονομασία «6+5» με 155 ψήφους υπέρ, 5 κατά και 40 λευκά. Μια προσπάθεια που θα υποχρέωνε τις ομάδες κάθε πρωταθλήματος να έχουν στην 11άδα τους τουλάχιστον 6 γηγενείς παίκτες και 5 αλλοδαπούς.

Το θέμα της εύκολης αλλαγής υπηκοότητας αρκετών ποδοσφαιριστών απασχολούσε τότε τα μέλη της FIFA, αφού με το τότε ισχύον σύστημα, ένας παίκτης που δεν ήταν διεθνής με την πατρίδα του, είχε τη δυνατότητα να πάρει δεύτερη υπηκοότητα εφόσον ήταν κάτοικος της νέας χώρας για τουλάχιστον δύο χρόνια, ή είχε κάποιον γονέα από αυτήν τη χώρα, ή κάποιον παππού ή γιαγιά.

Βάσει του νέου σχεδίου, ο κανονισμός αυτός θα άλλαζε στα καταστατικά της FIFA και τα δύο χρόνια θα γίνονταν πέντε, ώστε να μειωθούν οι ανεξέλεγκτες αλλαγές.

«Ηταν μία συντριπτική πλειοψηφία, μία συντριπτική στήριξη. Είμαι σίγουρος ότι θα συμβεί. Είμαι αισιόδοξος γι’ αυτό. Λένε ότι είναι παράνομο. Για ποιον λόγο; Για ποιον και πότε; Κι αν υπάρχει νόμος, ξέρετε οι νόμοι μπορούν να αλλάξουν. Εχουμε τη στήριξη ανθρώπων, όλα σπουδαία ονόματα του ποδοσφαίρου και δεν θα μπορέσουμε να πείσουμε την Ε.Ε.;», τόνιζε τότε με έμφαση ο Μπλάτερ για το «6+5».

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστήριζε ότι το μέτρο είναι αντίθετο με την κοινοτική νομοθεσία περί ελεύθερης μετακίνησης εργαζομένων και πολύ σύντομα απέρριψε την πρόταση Μπλάτερ (αξίζει να σημειωθεί ότι το 2009, έρευνα της ΙΝΕΑ/the Institute for European Affairs έδειξε πως ο συγκεκριμένος κανονισμός δεν προσβάλλει τα εργασιακά δικαιώματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης).

Το σχέδιο Μπλάτερ ήταν σαφές: κάθε αρχική ενδεκάδα στο ποδόσφαιρο των συλλόγων θα έπρεπε να περιέχει τουλάχιστον έξι παίκτες που θα μπορούσαν να αγωνιστούν στην εθνική ομάδα της εκάστοτε χώρας

Ο τότε πρόεδρος της UEFA, Μισέλ Πλατινί, είχε υποστηρίξει αρχικά ότι παρόλο που το σχέδιο μπορεί να παραβιάζει τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ενωσης που επιτρέπουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, υπήρχαν περιθώρια στο νομικό πλαίσιο της Ε.Ε. για μια παραλλαγή του.

Οπως ήταν αναμενόμενο, η ισχυρότερη αντίσταση ήλθε από την Πρέμιερ Λιγκ, με τον διευθύνοντα σύμβουλό της, Ρίτσαρντ Σκούνταμορ, να διαμηνύει ότι το «6+5» τροφοδοτήθηκε από «ξενοφοβική ρητορική» και ότι δεν θα επέτρεπε ποτέ να περάσει κάτι τέτοιο. Λίγους μήνες μετά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσιζε ότι «το 6+5 της FIFA βασίζεται σε άμεσες διακρίσεις λόγω ιθαγένειας και, επομένως, αντίκειται σε μία από τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Ε.Ε.». Το 2010, η ιδέα θα έμπαινε το χρονοντούλαπο της Ιστορίας.

Τι θα συνέβαινε, όμως, αν εφαρμοζόταν το «6+5»; Εκείνο το διάστημα, η Μπαρτσελόνα, που σήμερα βουλιάζει στα χρέη, είχε χτίσει μια υπερ-ομάδα υπό την καθοδήγηση του Πεπ Γκουαρδιόλα με γηγενείς παίκτες όπως οι Βίκτορ Βαλντές, Κάρλες Πουγιόλ, Ζεράρ Πικέ, Σέρχιο Μπουσκέτς, Τσάβι, Αντρές Ινιέστα και Πέδρο και το 2011 κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ έχοντας 7 Ισπανούς παίκτες, έναντι μόλις τριών της φιναλίστ Γιουνάιτεντ.

Την επόμενη σεζόν, η Τσέλσι απέκλεισε την Μπαρτσελόνα, έχοντας μόλις τέσσερις Αγγλους στην 11άδα της και κατέκτησε το τρόπαιο απέναντι στη Μπάγερν, η οποία –προς τιμήν της– είχε στη σύνθεσή της Γερμανούς παίκτες όπως οι Μανουέλ Νόιερ, Φίλιπ Λαμ, Τζερόμ Μπόατενγκ, Μπάστιαν Σβάινσταϊγκερ, Τόνι Κρος, Τόμας Μίλερ. Η γερμανική ομάδα, παρ’ όλα αυτά, «απάντησε» το 2013 και στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ επικράτησε της Ντόρτμουντ.

Με το «6+5», η πανίσχυρη Ρεάλ θα έπρεπε να αλλάξει την πολιτική της, στρεφόμενη στην ισπανική αγορά αντί να αποκτήσει τους Κεντίρα, Μεσούτ Οζίλ και Ανχελ Ντι Μαρία. Το ίδιο και η Μπάγερν στη Γερμανία που θα μπορούσε να αποκτήσει τον Κεντίρα από τη Στουτγάρδη και τον Οζίλ από τη Βέρντερ.

Το ιταλικό ποδόσφαιρο ήταν αυτό που υπέστη τη μεγάλη πτώση. Την περασμένη σεζόν οι ιταλικές ομάδες έφθασαν στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ μόλις για τέταρτη και πέμπτη φορά από το 2010. Η Ιντερ είχε πέντε Ιταλούς στην ενδεκάδα της στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ της περασμένης σεζόν, ενώ η Γιουβέντους είχε τέσσερις το 2017 και τρεις το 2015. Η επιτυχία της εθνικής ομάδας στο Euro 2020 βρέθηκε ανάμεσα στις αποτυχημένες προκριματικές πορείες του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Η εφαρμογή ενός μέτρου για παίκτες από το εξωτερικό στην Πρέμιερ Λιγκ, φαίνεται πως θα βοηθούσε άλλα πρωταθλήματα, όπως η Serie A, να προσελκύσουν περισσότερους παίκτες υψηλότερου διαμετρήματος.

Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τι αλλαγές θα επέρχονταν στην κορυφή του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, όμως διά της… ατόπου απαγωγής, μπορούμε να φανταστούμε ότι σε κάποιες Λίγκες, ίσως είχαμε μεγαλύτερη ποικιλία και περισσότερες ευκαιρίες.

Ακόμη και σε πρωταθλήματα όπως το πορτογαλικό, το δίπολο Μπενφίκα – Πόρτο, το οποίο βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές από τη Ν. Αμερική, θα μπορούσε να είχε «κλονισθεί» από τη Σπόρτινγκ Λισαβόνας.

Στο Βέλγιο αναδυόταν μια εξαιρετική γενιά Βέλγων και Κροατών παικτών. Αντερλεχτ και Ντιναμό Ζάγκρεμπ ίσως να είχαν κρατήσει τους καλύτερους παίκτες τους για περισσότερο χρόνο, ίσως να πραγματοποιούσαν μια αξιοπρεπή πορεία στην Ευρώπη, πριν τους «διώξουν» αρκετά νωρίς στα μεγαλύτερα πρωταθλήματα με χαμηλότερες τιμές.

Είναι σίγουρο, όμως, ότι ο μεγαλύτερος αντίκτυπος του «6+5» θα ήταν αισθητός στην Πρέμιερ Λιγκ, όπου όλοι οι κορυφαίοι σύλλογοι θα είχαν αναγκαστεί να κάνουν σημαντικές επενδύσεις σε εγχώρια ταλέντα σε μια εποχή που υπήρχαν λίγοι αναδυόμενοι ποιοτικοί Αγγλοι παίκτες.

Η εθνική Αγγλίας παίζοντας άθλιο ποδόσφαιρο αποκλείστηκε από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014, ύστερα από μόλις δύο αγώνες και τέθηκε εκτός Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος από την Ισλανδία δύο χρόνια αργότερα, την ώρα που μια νέα εξαιρετική γενιά Γερμανών και Ισπανών παικτών ευημερούσε.

Το «6+5» ίσως φρέναρε προς όφελος όλων και το μεταγραφικό μπαράζ της Μάντσεστερ Σίτι. Ακόμα και αν είχε στη σύνθεσή της παίκτες όπως οι Ζαμπαλέτα, Κομπανί, Γιάγια Τουρέ, Δαβίδ Σίλβα και Αγουέρο, οι «Πολίτες» στις αρχές της δεκαετίας του 2010 θα ήταν πιο αδύναμοι χωρίς την ενίσχυση των Κλισί, Κολάροφ, Ντε Γιονγκ, Νασρί, Τζέκο. Θα αναγκάζονταν να επενδύσουν σε περισσότερα αγγλικά ταλέντα εκτός των Χαρτ, Ρίτσαρντς, Λέσκοτ, Γκάρεθ Μπάρι, Μίλνερ.

Εδώ βέβαια τίθεται κι ένα άλλο ερώτημα: Τι θα συνέβαινε αν περνούσε το «6+5» σχετικά με τους παίκτες διπλής υπηκοότητας; Θα επέλεγαν τη χώρα των γονιών τους ή θα προτιμούσαν αυτή στην οποία γεννήθηκαν ή εργάστηκαν, μόνο και μόνο επειδή ήταν μεγαλύτερη δύναμη ποδοσφαιρικά; Πιθανότατα, ο Ντιντιέ Ντρογκμπά και ο Γουίλφριντ Ζάχα θα μπορούσαν να αγωνίζονται με τη Γαλλία και την Αγγλία αντίστοιχα και όχι στην πατρίδα τους, την Ακτή Ελεφαντοστού. Ο Ερλινγκ Χάαλαντ, γεννημένος στο Λιντς, μπορεί να φορούσε τη φανέλα της Αγγλίας και όχι της Νορβηγίας, προκειμένου να κυνηγήσει το όνειρό του να παίξει στην Πρέμιερ Λιγκ.

Σύμφωνα με το έγκυρο CIES Football Observatory, η Βραζιλία, η Γαλλία και η Αργεντινή είναι οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς ποδοσφαιριστών, όπως και η Αγγλία (οι περισσότεροι παίκτες, βέβαια, μετακινούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο ή στην Ιρλανδία), η Γερμανία, η Ισπανία, η Κολομβία, η Κροατία, η Σερβία, η Ολλανδία, η Ουρουγουάη, η Νιγηρία, η Πορτογαλία, η Γκάνα, το Βέλγιο και η Δανία.

Σαφώς, θα υπήρχαν λιγότερες ευκαιρίες για ξένους παίκτες στα «μεγάλα πέντε» πρωταθλήματα της Ευρώπης, όμως θεωρητικά, αυτό θα είχε βελτιώσει την ποιότητα, για παράδειγμα, των πρωταθλημάτων της Κροατίας, της Σερβίας και της Ολλανδίας, όπως επίσης κι εκείνα της Βραζιλίας και της Αργεντινής. 

Από τις 26 ομάδες στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2022, μόνο τρεις Βραζιλιάνοι και ένας Αργεντινός είχαν συμβόλαιο σε συλλόγους της πατρίδας τους. Το γεγονός ότι η Αργεντινή κέρδισε το τουρνουά μπορεί να υποδηλώνει ότι η εθνική της ομάδα είναι μια ισχυρή βιομηχανία προώθησης παικτών προς την Ευρώπη. Δεν θα πρέπει όμως να αγνοηθεί ότι αυτός ήταν ο πρώτος θρίαμβος της Νότιας Αμερικής σε Παγκόσμιο Κύπελλο εδώ και 20 χρόνια, κάτι που αποδεικνύει πως η αθρόα εξαγωγή ταλέντων στην Ευρώπη έχει βλάψει τις ομάδες της Νότιας Αμερικής σε διεθνές αλλά και εγχώριο επίπεδο.

Η αποτυχία της Αγγλίας

Το αγγλικό ποδόσφαιρο είχε ήδη αναγκαστεί να λάβει μέτρα λόγω της αποτυχίας της εθνικής ομάδας να προκριθεί στο Euro 2008 και του ραγδαία μειωμένου αριθμού προώθησης εγχώριων παικτών στην Πρέμιερ Λιγκ. Μια πολύ ακριβή επένδυση στην ανάπτυξη των Νέων χρειάστηκε χρόνια για να αποδώσει καρπούς, αλλά τελικά το αγγλικό ποδόσφαιρο δημιούργησε μια πολύ μικρή γενιά παικτών όπως οι Μπουκάγιο Σάκα, Αλεξάντερ – Αρνολντ, Μπέλιγκχαμ και Φιλ Φόντεν. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε 10 αγώνες το περασμένο Σαββατοκύριακο, μόνο πέντε από τις 20 ομάδες (Μπόρνμουθ, Εβερτον, Λούτον Τάουν, Νιούκαστλ Γιουνάιτεντ και Σέφιλντ Γιουνάιτεντ) ξεκίνησαν τους αγώνες τους με έξι ή περισσότερους Αγγλους παίκτες.

Την τελευταία δεκαετία, το ποσοστό των Αγγλων παικτών στην αρχική ενδεκάδα ομάδων της Πρέμιερ Λιγκ, κυμάνθηκε μεταξύ 29% και 38%. Σύμφωνα με το σχέδιο «6+5», θα ήταν τουλάχιστον 54,5 % Αγγλοι παίκτες σε κάθε αρχική ενδεκάδα για κάθε παιχνίδι, κάτι που με βεβαιότητα θα είχε εκτοξεύσει την ποιότητα της Λίγκας στις αρχές έως τα μέσα της δεκαετίας του 2010. 

Και οπωσδήποτε η λίστα των κορυφαίων του Τσάμπιονς Λιγκ την περασμένη δεκαετία θα είχε λίγο λιγότερη Ρεάλ Μαδρίτης, λίγο λιγότερη Πρέμιερ Λιγκ, λίγο περισσότερες ευκαιρίες για εκείνους τους συλλόγους που, όπως η Ντόρτμουντ υπό τον Κλοπ, η Ατλέτικο υπό τον Σιμεόνε και ο Αγιαξ υπό τον Ερικ τεν Χαγκ, έχτισαν ομάδες γύρω από εγχώρια ταλέντα και θα ανέτρεπαν το κατεστημένο του χρήματος.

Εάν η Μπαρτσελόνα και στη συνέχεια η Μπάγερν είχαν την ευκαιρία του «6+5» στις αρχές της δεκαετίας του 2010, ίσως ύστερα από μια περίοδο ισπανικής και γερμανικής κυριαρχίας στη διεθνή σκηνή, να είχαμε εισέλθει σε μια χρυσή περίοδο για το… άφαντο γαλλικό ποδόσφαιρο και για την Παρί Σεν Ζερμέν.

Υπό την ιδιοκτησία του Καταριανού πρόεδρου της ομάδας, Νάσερ Αλ-Κελαϊφί, η PSG πέρασε τα τελευταία χρόνια προσπαθώντας να δημιουργήσει μια ομάδα αστέρων, ικανή να κατακτήσει το πρώτο της Τσάμπιονς Λιγκ. Υστερα από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες ο Κελαϊφί παραδέχθηκε το 2022 ότι έπρεπε ακόμα να δημιουργήσουν «μια πραγματική ομάδα, να βρουν ένα πραγματικό συλλογικό πνεύμα με παίκτες που είναι περήφανοι που εκπροσωπούν την PSG και έτοιμοι να αγωνίζονται καθημερινά», εκδηλώνοντας τη φιλοδοξία του για μια ομάδα με μόνο Παριζιάνους παίκτες…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή