Ακούραστος εργάτης και «σημαία» μιας χώρας

Ακούραστος εργάτης και «σημαία» μιας χώρας

5' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηταν μια μέρα σαν αύριο, 23 Φεβρουαρίου, όταν ο Στάνλεϊ Μάθιους άφηνε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 85 ετών τον χειμώνα του 2000. Πολλοί τον μνημονεύουν ως έναν εκ των κορυφαίων Αγγλων ποδοσφαιριστών όλων των εποχών, άλλοι ως έναν από τους ανθρώπους που αγάπησε το ποδόσφαιρο περισσότερο και από τον ίδιο του τον εαυτό.

Γεννημένος την 1η Φεβρουαρίου του 1915, ο Μάθιους ήταν δεδομένο πως θα ασχοληθεί με τον αθλητισμό. Ο πατέρας του ήταν κουρέας και μποξέρ και επιχείρησε να μυήσει τον Στάνλεϊ στην πυγμαχία. Ο μικρός Μάθιους δεν έβρισκε κανένα ενδιαφέρον στο συγκεκριμένο άθλημα, δηλώνοντας εξ αρχής τη θέλησή του να μάθει τα μυστικά της στρογγυλής θεάς. Ο πατέρας του δεν ήταν αντίθετος, αρκεί να έδειχνε από τα πρώτα χρόνια πως αξίζει να παίζει αυτό το άθλημα.

Πηγαίνοντας σχολείο, επελέγη στην εθνική ομάδα των μαθητών, αγωνιζόμενος μόλις στα 13 του με την Αγγλία σε αγώνα εναντίον της Ουαλλίας. Το 1932, υπογράφει με τη Στόουκ Σίτι που ήταν η ομάδα της περιοχής του, μόλις στα 17 του χρόνια. Αρχίζει να παίρνει τις πρώτες του συμμετοχές και κερδίζει την άνοδο στην πρώτη κατηγορία την επόμενη χρονιά. Ταυτόχρονα σκοράρει και με την Εθνική, στην οποία αγωνίζεται στα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του.

Επειδή η Στόουκ δεν ήταν ανταγωνιστική ομάδα και εξαιτίας της δίψας του Μάθιους να κατακτήσει τίτλους, ζητά μεταγραφή το 1937. Περισσότεροι από 4.000 φίλοι της Στόουκ μαζεύονται έξω από το προπονητικό κέντρο, ζητώντας από τον Μάθιους να μείνει στην ομάδα και εκείνος το πράττει, υπό την πίεση των αντιδράσεων.

Ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, βρίσκει τον Μάθιους στην καλύτερη ποδοσφαιρική του ηλικία, χωρίς όμως να διεξάγονται ποδοσφαιρικές αναμετρήσεις. Υπηρετεί στη βασιλική Αεροπορία και συμμετέχει σε φιλικούς αγώνες, όπως η συντριπτική πλειονότητα των κορυφαίων ποδοσφαιριστών της εποχής.

Μετά το πέρας του πολέμου, ο Μάθιους εξακολουθεί να βρίσκεται στη Στόουκ αρχηγός της οποίας αναλαμβάνει ο Νιλ Φράνκλιν. Φημολογείται πως ο Μάθιους είναι ανεπιθύμητος στην ομάδα, επειδή δεν είναι δημοφιλής στα αποδυτήρια. Χάνει τη θέση του στη βασική σύνθεση και παράλληλα χάνει την παρουσία του στην Εθνική. Το 1947, θα μεταγραφεί στην Μπλάκπουλ στην ηλικία των 32. Την επόμενη χρονιά, πραγματοποιεί εξαιρετικές εμφανίσεις με την ομάδα στο αγγλικό κύπελλο και φθάνει μέχρι τον τελικό, στον οποίο η Μπλάκπουλ ηττάται από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Παρόλα αυτά αναδεικνύεται ποδοσφαιριστής της χρονιάς, λόγω των εξαιρετικών του εμφανίσεων, σε έναν τίτλο που κατέκτησε δις στην καριέρα του. Το 1953, καταφέρνει να κατακτήσει τον μοναδικό τρόπαιο της ζωής του σε συλλογικό επίπεδο, στον θρυλικό τελικό εναντίον της Μπόλτον, νικώντας με 4-3.

Παρά το γεγονός πως είναι 38 ετών δεν θέλει να σταματήσει να παίζει ποδόσφαιρο. Είναι χαρακτηριστικό πως παίζει κάθε χρόνο τουλάχιστον 15 παιχνίδια σε ανταγωνιστικό επίπεδο και το 1961, σε ηλικία 45 ετών, αποφασίζει να επιστρέψει στη Στόουκ που βρίσκεται στη δεύτερη τη τάξει κατηγορία. Οντας 46, παίζει 31 φορές και ανεβάζει και την ομάδα και πάλι στην πρώτη κατηγορία.

Σε εποχές που τα παιχνίδια ήταν λίγα, οι ευκαιρίες λιγότερες και η εικόνα πολύ πιο περιορισμένη από σήμερα, ο Σερ Στάνλεϊ Μάθιους κατάφερε να χτίσει τον δικό του μύθο γύρω από τον «Βασιλιά των σπορ».

Ο «θρυλικός» τελικός του 1953

Ο τελικός κυπέλλου του 1953, έμεινε στην ιστορία ως ο τελικός του Μάθιους. Ωστόσο, η νικηφόρα αναμέτρηση της Μπλάκπουλ επί της Μπόλτον, χαρακτηρίζεται ως ιστορική και για πολλούς ακόμα λόγους. Πρώτον, ήταν η πρώτη τηλεοπτική «παράσταση» που απευθύνθηκε στο ευρύ κοινό. Δεύτερον, ο Σταμ Μόρενσεν παραμένει μέχρι και σήμερα ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που κατάφερε να πετύχει χατ τρικ σε τελικό. Τρίτον, η βασίλισσα Ελισάβετ παρακολούθησε ιδίοις όμμασι τον αγώνα και έγινε η πρώτη Βασίλισσα που παρέστη σε ποδοσφαιρικό αγώνα, παρουσία 100 χιλιάδων ανθρώπων στο θρυλικό Γουέμπλεϊ.

Ο Στάνλεϊ Μάθιους είχε καταπληκτική παρουσία στον αγώνα, ενέπνευσε τους συμπαίκτες του, όταν η Μπλάκπουλ βρισκόταν με 3-1 πίσω στο σκορ και ανέδειξε τα πλούσια ποδοσφαιρικά του χαρίσματα σε ηλικία 38 ετών.

Οι τότε ποδοσφαιρικές θέσεις, δεν είχαν ακριβώς τις ίδιες αρμοδιότητες με τη σημερινή εποχή. Εάν μπορούσαμε να τοποθετήσουμε σε μια σημερινή θέση των Μάθιους, αυτή θα ήταν είτε του δεξιού μέσου, είτε του δεξιού εξτρέμ στην οποία ο αποκαλούμενος και «μάγος της ντρίμπλας» ξεσήκωσε τα πλήθη. Οι δύο φαρμακερές σέντρες του προς τον Μόρενσεν ήταν καταπληκτικές και κατέδειξαν τόσο το πάθος του 38χρονου αθλητή όσο και την επιθυμία του να μην τα παρατήσει.

Στην ιστορία έμεινε και η στιγμή κατά την οποία ο Μάθιους σήκωσε στον ουρανό το μετάλλιο του νικητή, προκειμένου να τον καμαρώσει ο πατέρας του «από ψηλά».

Ηταν τέτοια η σημασία της συγκεκριμένης κατάκτησης, αλλά και τόσο εμφατικός ο τρόπος με τον οποίο επετεύχθη, που ανέβασαν ακόμα περισσότερο στα μάτια των ποδοσφαιρόφιλων των Σερ Στάνλεϊ Μάθιους.

Πλήρης αφοσίωση στο άθλημα που λάτρεψε

Ο Φραντς Μπεκενμπάουερ είχε δηλώσει πως η τεχνική και η ταχύτητα που έχει στο παιχνίδι του, καθιστά «αδύνατο για τον οποιονδήποτε να τον σταματήσει». Το ερώτημα που γεννάται όμως, είναι πώς αυτός ο άνθρωπος κατάφερε να αγωνιστεί για τόσα πολλά χρόνια. Ο Μάθιους αγωνίστηκε για τελευταία φορά σε ηλικία 51 ετών, γεγονός που δημιουργεί ένα τρομερό ρεκόρ, αν αναλογιστούμε πως έπαιξε σε πολύ υψηλό για την εποχή επίπεδο.

Ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών, ο Μάθιους έτρεχε στην παραλία από τις επτά το πρωί κάθε μέρα. Τα παπούτσια που φορούσε όσο έτρεχε, περιείχαν ένα χημικό μέταλλο. Λόγω αυτού, όταν άλλαζε σε ποδοσφαιρικά τα παπούτσια, του δημιουργείτο η εντύπωση πως τα πόδια του είναι πιο ελαφρά και συνεπώς θα μπορούσε να τρέξει γρηγορότερα. Δεν κάπνισε ποτέ στη ζωή του, ενώ ήταν ιδιαιτέρως προσεκτικός ως προς τη διατροφή του. Ακολουθούσε ένα καθημερινό πρόγραμμα συστηματικής και πολύ αυστηρής γυμναστικής από νεαρή ηλικία, μέχρι και τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Επίσης, φημολογείται πως η μόνη φορά που κατανάλωσε αλκοόλ, ήταν στα επινίκια της κατάκτησης του Κυπέλλου το 1953, όταν με όλη την ομάδα ήπιε σαμπάνια. Στο Μουντιάλ του 1950 στο οποίο και συμμετείχε, παρέτεινε την παραμονή του, παρακολουθώντας τις υπόλοιπες ομάδες, έτσι ώστε να βελτιωθεί και να μάθει επιπλέον πράγματα για το άθλημα που λάτρευε.

Ποτέ στην καριέρα του δεν απεβλήθη, αλλά ούτε και αντίκρισε την κίτρινη κάρτα στα ποδοσφαιρικά παιχνίδια που συμμετείχε. Ποτέ δεν άφησε τα συναισθήματά του να επηρεάσουν την απόδοσή του, όντας πλήρως αφοσιωμένος στο ποδόσφαιρο.

Μετά τη συνταξιοδότησή του, ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο προσπαθώντας να μεταλαμπαδεύσει την εμπειρία του σε νεαρούς ποδοσφαιριστές, ως προσωπικός τους προπονητής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή