Από τον πόλεμο και τη Χάποελ, βοηθός του Φαντ Σιπ στον Αγιαξ

Από τον πόλεμο και τη Χάποελ, βοηθός του Φαντ Σιπ στον Αγιαξ

Ο Μιχάλης Βαλκάνης σε μια εξομολόγηση ζωής στην «Κ» - Τι λέει για τη νέα πρόκληση της καριέρας του, τον Κωνσταντέλια, τον φίλο του τον Ποστέκογλου, τη θητεία του στην Εθνική και το ελληνικό ποδόσφαιρο

11' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο μυαλό του βρίσκεται ακόμη εκείνη η εικόνα που οι παίκτες του ΠΑΟΚ κατέβαιναν από το πούλμαν στο πάρκινγκ του ΟΑΚΑ, για το παιχνίδι με τον Παναθηναϊκό. Ηταν 1η Νοεμβρίου 1987, ο 13χρονος Μιχάλης παιδί μετανάστη στη Μελβούρνη με καταγωγή από τα Γιαννιτσά, γυρίζει και λέει στον πατέρα του: «Μπαμπά, και εγώ θα γίνω ποδοσφαιριστής». Ο πιτσιρικάς είχε ορίσει με πείσμα και χωρίς περιστροφές, το πεπρωμένο του και η ποδοσφαιρική του ιστορία άρχισε να γράφεται.

Τυχαίο ή όχι, η απόφασή του συνδέθηκε με την ωραιότερη ιστορία που γράφτηκε ποτέ στο ελληνικό ποδόσφαιρο αφού εκείνη τη σεζόν η Λάρισα κατακτούσε τον πρωτάθλημα Ελλάδας. Μερικά χρόνια αργότερα, θα πήγαινε στον κάμπο, φορώντας τη βυσσινί φανέλα για πέντε χρόνια, μια θητεία που τον έκανε να αγαπήσει παθολογικά την ΑΕΛ.

Τα παιχνίδια της τύχης (μοιραία εν προκειμένω…), άνοιξαν μια μεγάλη «πόρτα» στον Μιχάλη Βαλκάνη, που θεωρείται πλέον ένας από τους πιο ανερχόμενους Ελληνες προπονητές. Τα όσα συμβαίνουν στο Ισραήλ, ανέκοψαν βίαια μια προπονητική «πρόκληση» όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος, όμως την ίδια στιγμή του έδωσαν την ευκαιρία να πραγματοποιήσει το παιδικό του όνειρο, το μεγάλο του απωθημένο.

Αρχές Ιουνίου ανακοινώθηκε ως ο νέος τεχνικός της Χάποελ Τελ Αβιβ, με στόχο των νέων Αμερικανών ιδιοκτήτων της να είναι η προώθηση και η ανάδειξη πολλών ταλαντούχων ποδοσφαιριστών. Επίσης επιδίωξη είναι χωρίς ιδιαίτερα μεγάλο μπάτζετ να προσπαθήσει να επιτύχει την ευρωπαϊκή έξοδο του συλλόγου. Ενα πρότζεκτ που όπως εξομολογείται, αποτέλεσε πρόκληση γι′ αυτόν.

Λίγες μέρες μετά τις πρώτες ρουκέτες της Χαμάς όμως, ένα τηλεφώνημα από τον μέντορά του Τζον Φαντ Σιπ, του ανέτρεψε εντελώς τα σχέδια. Η πρόκληση ήταν μεγαλύτερη: η πρόταση να γίνει ο άμεσος συνεργάτης του στον Αγιαξ, μετέτρεψε την ατυχία της Χάποελ σε τεράστια ευκαιρία…

«Απιαστο όνειρο ο Αγιαξ»

«Το να αποτελέσω μέλος του Αγιαξ ήταν ένα παιδικό μου άπιαστο όνειρο, που έγινε πραγματικότητα. Ημουν φαν του συλλόγου, βάσισα όλη μου τη φιλοσοφία στο ποδόσφαιρο που έπαιξε αυτή η ομάδα. Γι′ αυτό ίσως και όλα αυτά τα χρόνια ο κ. Φαντ Σιπ μου κάνει την τιμή να με έχει πλάι του αφού ταιριάξανε τα θέλω μας στο άθλημα».

Η τηλεφωνική συνομιλία με τον 49χρονο προπονητή έγινε νωρίς το πρωί. Μόλις είχε παραγγείλει καφέ στο πρώτο στέκι που έκανε στο Αμστερνταμ και θαρρείς πως είχε ανάγκη να ανοίξει την καρδιά του σε έναν άνθρωπο από  την πατρίδα για όλα όσα έζησε τους τελευταίους μήνες και κυρίως για την απροσδόκητη εμπειρία του στο Ισραήλ. Γεγονότα που δεν θα τα ξεχάσει ποτέ όσο ζει, όπως λέει στην «Κ», γεγονότα που τον έκαναν να εκτιμήσει ακόμη περισσότερο την αξία της ανθρώπινης ζωής.

«Εφυγα από το Τελ Αβίβ την πρώτη μέρα που χτύπησε η Χαμάς. Το προηγούμενο βράδυ είχαμε αγώνα. Θυμάμαι ήταν δεν ήταν 6.30 το πρωί που άρχισαν να χτυπούν οι σειρήνες στην πόλη. Δεν κατάλαβα τι γινόταν. Σηκώνομαι, φτιάχνω καφέ και πριν ανοίξω τηλεόραση και μπω στο ίντερνετ με παίρνουν από την ομάδα και με ενημερώνουν. Πίστευα πως το κακό θα σταματήσει αλλά μάταια.  Περίπου στις 9 δέχθηκα ξανά τηλεφώνημα στο οποίο μου είπαν πως έχουν ξεκινήσει ενέργειες για να βρουν αεροπορικά εισιτήρια σε όλους τους ξένους της ομάδας ώστε να βγουν από τη χώρα χωρίς πρόβλημα αφού αυτή ήταν η κυβερνητική εντολή. Και όντως δούλεψαν πολύ γρήγορα. Εμένα μου βρήκαν εισιτήριο για την Κύπρο», μας αφηγείται.

Και προσθέτει: «Εφτασα εκεί νωρίς το απόγευμα και από κει ήρθα στην Αθήνα, έχοντας στο μυαλό μου πως σύντομα θα ξαναγυρίσω στο Ισραήλ για να συνεχίσουμε τη δουλειά με τα παιδιά. Δεν περίμενε κανείς αυτή την εξέλιξη, αφού δεν υπήρχε και η παραμικρή ένδειξη για κάτι τέτοιο. Δεν σας κρύβω πως όταν έφτασα Αθήνα από τη μια ένιωθα ανακουφισμένος και από την άλλη πολύ άσχημα για τα παιδιά που άφησα πίσω. Είχαμε φτιάξει μια πολύ καλή σχέση, πολλά από αυτά ήταν κάτω από 20 ετών, διεθνείς με την U20 του Ισραήλ, ιδιαίτερα ταλαντούχα και πιστεύαμε στο πλάνο που είχαμε φτιάξει. Η διακοπή μας άφησε στην 6η θέση και με μια σπουδαία νίκη εκτός έδρας με 3-0 στην καυτή έδρα της Μπεϊτάρ Ιερουσαλήμ που θα μας έδινε περισσότερη αυτοπεποίθηση. Είχαμε δημιουργήσει μια καλή ακαδημία, είχαμε κάνει πολύ καλή δουλειά στην καλοκαιρινή προετοιμασία και είχαμε αρχίσει να υλοποιούμε το όραμά μας να παίζουμε επιθετικό ποδόσφαιρο», λέει αρκετά φορτισμένος.

Και καταλήγει: «Διαβάζοντας και βλέποντας τι γινόταν, φοβόμουν για τον κάθε παίκτη μου ξεχωριστά. Με όλους είχα καθημερινά επικοινωνία, κάποιοι από αυτούς έχασαν συγγενείς, δικούς τους ανθρώπους, ο πόνος τους ήταν μεγάλος, το ένιωθες, το άκουγες στη φωνή τους. Προσπαθούσα να τους παρηγορήσω αλλά και να τους έχω σε εγρήγορση όσο μπορούσα φυσικά. Ηθελα να πιστεύω πως όλα αυτό θα τελειώσει γρήγορα».

Ο πόλεμος δυστυχώς συνεχίζεται έχοντας πάρει απροσδόκητη τροπή, όπως πήρε και η πορεία του ομογενή προπονητή. «Ηταν 19 Οκτωβρίου αν θυμάμαι καλά. Κάποια στιγμή με πήραν τηλέφωνο οι ιδιοκτήτες της Χάποελ και ο τεχνικός διευθυντής. Μου λένε “είναι δύσκολα τα πράγματα. Το πρωτάθλημα διακόπτεται οριστικά, δεν πρόκειται να ξεκινήσει γιατί κανείς δεν ξέρει πόσο θα τραβήξει ο πόλεμος. Οι ξένοι θέλουν να λύσουν τα συμβόλαιά τους γιατί φοβούνται”.  Ακριβώς μια ώρα πριν με είχε πάρει τηλέφωνο ο Τζον (σ.σ. Φαντ Σιπ) και μου λέει “Μιχάλη συμφώνησα με τον Αγιαξ. Σε λίγες μέρες θα υπογράψω. Σε θέλω μαζί μου. Τι θα κάνεις με το Ισραήλ;” Οπως καταλαβαίνετε, όλα έγιναν ταυτόχρονα και πολύ γρήγορα. Οταν είπα στους ιδιοκτήτες για την πρόταση, έδειξαν άμεσα κατανόηση και ουσιαστικά ήταν σαν να μου έλεγαν “πήγαινε”, βρίσκοντας τη λύση και στο οικονομικό κομμάτι».
   

«Ο Αγιαξ είχε χάσει την ταυτότητά του»

Πριν προλάβει καλά καλά να κλείσει το ακουστικό, ο Ελληνοαυστραλός τεχνικός αναζήτησε τα φετινά παιχνίδια του Αγιαξ. Ηθελε να σχηματίσει μια πρώτη άποψη για το τι φταίει και ο μεγαλύτερος για τον ίδιο ευρωπαϊκός σύλλογος παρέπαιε αγωνιστικά. 

«Νομίζω ότι το πρόβλημα ήταν περισσότερο ψυχολογικό. Οταν πιάσαμε δουλειά με τον κόουτς το επιβεβαίωσα και από κοντά. Η ομάδα είχε χάσει την ταυτότητά της, την είχε πάρει από κάτω με τα συνεχόμενα αρνητικά αποτελέσματα και τις αντιδράσεις των οπαδών της. Σκεφτείτε τώρα τον Ολυμπιακό ή τον Παναθηναϊκό να μείνουν δύο μήνες χωρίς νίκη και να βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις της βαθμολογίας. Επρεπε μέσα από τη δουλειά να κάνουμε τους παίκτες να πιστέψουν πρώτα από όλα στους εαυτούς τους, στα προσόντα τους και νομίζω ότι τα πρώτα δείγματα είναι θετικά με τις δύο σερί νίκες που πετύχαμε. Το κλίμα έχει αρχίσει να αλλάζει. Τους είπαμε πως εμείς είμαστε ο Αγιαξ, εμείς πρέπει να παίζουμε επιθετικό ποδόσφαιρο και οι άλλοι να ακολουθούν. Η ομάδα έχει καλό υλικό και θα το δείξει στη συνέχεια. Νομίζω ότι θα επανέλθει και πάλι στις επιτυχίες και τα πράγματα θα πάνε προς το καλύτερο. Σε ό,τι αφορά το Γιουρόπα Λιγκ νομίζω πως ο όμιλος είναι ανοιχτός. Και εμείς και η ΑΕΚ έχουμε πιθανότητες να προκριθούμε και εύχομαι να είμαστε εμείς οι δύο αυτοί που θα τα καταφέρουμε».

«Top class ο Κωνσταντέλιας, πρέπει να κάνει σωστή επιλογή»

Η Χάποελ Τελ Αβίβ δεν ήταν το μοναδικό εγχείρημα του Μιχάλη Βαλκάνη ως πρώτου προπονητή. Tη σεζόν 2021-22 εργάστηκε αρχικά ως βοηθός και εν συνεχεία ανέλαβε τον πάγκο της βελγικής Εουπεν. Η ομάδα αν και ήταν στη ζώνη του υποβιβασμού κατάφερε να παραμείνει στην Α΄κατηγορία, επιτυχία που τη χρεώθηκε σε μεγάλο βαθμό. Εκεί ευτύχησε να συναντήσει τον Γιάννη Κωνσταντέλια τον οποίο είχε δώσει δανεικό ο ΠΑΟΚ για ένα εξάμηνο προκειμένου να πάρει παραστάσεις και παιχνίδια στα πόδια του.

«Τότε δεν είχε κάνει ακόμη το ξεπέταγμά του. Παρά το γεγονός πως ήρθε Ιανουάριο, που η ομάδα έδινε μεγάλη μάχη για την παραμονή της, έπαιξε επτά παιχνίδια και έδειξε το σπάνιο ταλέντο του. Το πέρασμά του από το εξωτερικό έστω κι αυτό το σύντομο, πιστεύω πως τον ωρίμασε, τον έκανε να γυρίσει καλύτερος στον ΠΑΟΚ και αυτό φάνηκε την επόμενη χρονιά, όπου πήρε και περισσότερα παιχνίδια στα πόδια του. Από την πλευρά μου τον δούλεψα πολύ, τον πίεσα και ανταποκρίθηκε σε όλα. Ο Γιάννης είναι top class ποδοσφαιριστής. Μπορεί με μια ενέργειά του να κάνει τη διαφορά και να ανατρέψει όλα τα δεδομένα του αγώνα. Για παράδειγμα αυτή που έκανε στο Ολυμπιακός-ΠΑΟΚ στο τέταρτο γκολ είναι δείγμα σπάνιας πάστας ποδοσφαιριστή. Πιστεύω πως έχει μπροστά του λαμπρό μέλλον αρκεί να κάνει τη σωστή επιλογή. Εγώ θα τον συμβούλευα πρώτα να πάει να αγωνιστεί σε ένα πρωτάθλημα επιθετικογενές όπως ας πούμε είναι το ολλανδικό που θα του ταιριάζει. Εκεί θα αναδειχθεί ακόμη περισσότερο και από κει θα μπορέσει να κάνει το μεγάλο άλμα σε κορυφαίο σύλλογο και πρωτάθλημα. Και φυσικά θα πρέπει να του δοθούν περισσότερες ευκαιρίες και με την εθνική ομάδα».

«Δεχθήκαμε πόλεμο στην Εθνική»

Θέλοντας και μη, ο συνομιλητής μας μέσω του άσου του ΠΑΟΚ άνοιξε το κεφάλαιο της Εθνικής, την οποία υπηρέτησε για 2,5 χρόνια ως ο άμεσος συνεργάτης του Τζον Φαντ Σιπ.

Στη φωνή του διαγραφόταν μια γλυκόπικρη χροιά όταν αναφέρθηκε στη γαλανόλευκη.
«Νομίζω ότι στην Εθνική βάλαμε τις βάσεις για κάτι καλό, το οποίο συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Είχα πει φεύγοντας πως σε λίγα χρόνια θα αναγνωριστεί η δουλειά που έκανε ο Τζον και πως ο επόμενος προπονητής θα δείξει αν είχαμε κάνει καλές επιλογές. Νομίζω πως είμαι σε φάση δικαίωσης. Αν θυμάστε, είχαμε έρθει σε μια πολύ δύσκολη περίοδο για την ομάδα. Τα πράγματα δεν πήγαιναν καθόλου καλά. Επρεπε να οργανώσουμε τα πάντα από την αρχή, να βρούμε το σύστημα που μας ταιριάζει, να ανανεώσουμε το τιμ με νέα παιδιά, που μπορεί να μην είχαν πολλές εμπειρίες αλλά είχαν διάθεση και ενέργεια για να προσφέρουν. Πιστεύω πως το πιο σημαντικό που πετύχαμε είναι πως με τους παίκτες που καλέσαμε τότε, η Εθνική “πάτησε” σε έναν επιτυχημένο σταθερό κορμό τον οποίο συνεχίζει να εξελίσσει τώρα ο κ. Πογιέτ που έβαλε και αυτός το δικό του λιθαράκι στο να βελτιωθεί η κατάσταση. Δυστυχώς ο Τζον δέχτηκε μεγάλο πόλεμο από πολλές πλευρές και για πολλούς λόγους το χρονικό διάστημα που ήμασταν στην Εθνική. Και από εσάς τους δημοσιογράφους. Η κάθε κίνησή του δεχόταν αναίτια κριτική τις περισσότερες φορές. Παίκτες για τους οποίους τότε είχε κατακριθεί, τώρα αποθεώνονται από όλους. Δεν θέλω να επεκταθώ, παρά να ευχηθώ να καταφέρουμε να προκριθούμε στο Γιούρο. Την έχει ανάγκη το ελληνικό ποδόσφαιρο μια τέτοια διοργάνωση».

«Περήφανος για τον Αγγελο»

Αυτό που προσπαθεί να επιτύχει τώρα ο Βαλκάνης, δηλαδή την προπονητική καθιέρωση, το έχει επιτύχει ένας άλλος άνθρωπος του ποδοσφαίρου την τελευταία δεκαετία με λίγο πολύ κοινά βιώματα. Ο Αγγελος Ποστέκογλου με την πορεία του στην Τότεναμ, δίνει το στίγμα στον πρώην συμπαίκτη του και καλό του φίλο.

«Είμαστε καλοί φίλοι. Γνωριζόμαστε από την Ελλάς Μελβούρνης αφού όταν αυτός τελείωνε την καριέρα του εγώ ξεκινούσα και υπήρξαμε συμπαίκτες για περίπου δύο χρόνια.  Ο Αγγελος ήταν αρχηγός στην ομάδα τότε, όταν έπαθε τον σοβαρό τραυματισμό με τον χιαστό στο γόνατο που τον υποχρέωσε να σταματήσει. Ηταν ένα σύγχρονο αριστερό μπακ για την εποχή του, που είχε καταφέρει να είναι ένας από τους λίγους Ελληνες που έπαιζαν βασικοί στην ομάδα. Γιατί μπορεί να ήταν ελληνικός ο σύλλογος αλλά στην 11αδα αγωνίζονταν κυρίως οι Αυστραλοί.  Ζήσαμε σε ένα δύσκολο περιβάλλον αφού μια νίκη της Ελλάς έδινε χαρά, υπερηφάνεια και κουράγιο σε όλους τους ομογενείς, που ήθελαν να βλέπουν τα δικά τους παιδιά να παίζουν και να διακρίνονται. Ξεκίνησε σε μικρή ηλικία την προπονητική από την Ελλάς. Πρέπει να ήταν 30 χρονών το 1996 που εγώ έφυγα για την Ελλάδα, έχοντας πρόταση από τον Ηρακλή. Οπότε δεν κατάφερα να τον έχω προπονητή. Αυτό που είχε πάντα στο μυαλό του και σαν παίκτης και σαν προπονητής ήταν αρχικά να μην παίζει με το αγγλικό στυλ που αγωνίζονταν όλοι οι Αυστραλοί και στη συνέχεια να το περάσει και στους ποδοσφαιριστές από τον πάγκο. Ηθελε την μπάλα κάτω, τη γρήγορη μετάβαση και σιγά σιγά κατάφερε να αλλάξει το σκεπτικό και τη φιλοσοφία τόσο της εθνικής Αυστραλίας όσο και των ομάδων εκεί. Είχε το όραμα η ομάδα του να παίζει ανοικτό ποδόσφαιρο, δούλεψε σκληρά πάνω σε αυτό το μοντέλο. Δικαιολογημένα έχει φθάσει σε ένα τοπ επίπεδο δίνοντας και σε εμάς το παράδειγμα ότι μπορούμε να φτάσουμε ψηλά. Είμαι περήφανος για τον Αγγελο».

Από τον πόλεμο και τη Χάποελ, βοηθός του Φαντ Σιπ στον Αγιαξ-1
Intime

Η Μελβούρνη, η ΑΕΛ και το μέλλον που… κρύβει Ελλάδα

Γεννημένος στην Αυστραλία και τη Μελβούρνη, ποτέ δεν του έλειψε η Ελλάδα αφού εκτός από τους χιλιάδες Ελληνες στην πόλη, οι γονείς του αναζητούσαν την επαφή με την πατρίδα.

Σχεδόν κάθε καλοκαίρι, η επίσκεψη στην πατρίδα ήταν δεδομένη. Εντάχθηκε από τα 6 του στις ακαδημίες της Ελλάς Μελβούρνης και στα 17 έκανε την πρώτη του συμμετοχή με την πρώτη ομάδα. 

Στα 22 του ήρθε στην Ελλάδα για τον Ηρακλή, που είχε προπονητή τον Αλκέτα Παναγούλια και σπουδαίους παίκτες όπως οι Γιοβάνοβιτς, Στέφανος Μπορμπόκης, Λαγωνίδης, Στολτίδης, Γιώργος Κωστής πετυχαίνοντας την έξοδό του στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ.

Δόθηκε δανεικός στη Λάρισα, μια μετακίνηση που έμελλε να γίνει σχέση δυνατή. «Πήγα σε μια περίοδο που είχαν ολοκληρώσει την καριέρα τους όλα τα σπουδαία ονόματα και τα ταλέντα δεν ήταν εφάμιλλα. Κάθισα πέντε χρόνια, ωρίμασα θα έλεγα ποδοσφαιρικά εκεί. Δέθηκα με την ομάδα, τον κόσμο, την πόλη, έγινα αρχηγός της ΑΕΛ. Στεναχωριέμαι ιδιαίτερα που τα τελευταία χρόνια δεν μπορεί να βρει τον δρόμο της για να ανέβει στη μεγάλη κατηγορία». Επειτα από ένα πέρασμα σε Παναιτωλικό και Αγιο Νικόλαο, η επιστροφή στην Αυστραλία έμοιαζε με το ιδανικό επιστέγασμα.

«Είχα φτάσει σχεδόν 30 ετών και είχα στα χέρια μου μια ενδιαφέρουσα πρόταση από την Αδελαΐδα. Εγινα αρχηγός της, το 2006 κατακτήσαμε το πρωτάθλημα, αγωνίστηκα μέσω αυτής στην εθνική Αυστραλίας. Ξεκίνησα απο κει την προπονητική μου καριέρα, γνωρίστηκα με τον Τζον που είχε αναλάβει προπονητής της Μέλμπουρν Σίτι η οποία ανήκει στο City Group. Μετά τον ακολούθησα στην Ολλανδία και την Τσβόλε. Χρωστάω πολλά στην Αδελαΐδα».

«Στην Ελλάδα πάντα όλοι βιάζονται…»

Για επίλογο, μας αποκαλύπτει πως στο ενδιάμεσο των συζητήσεων με το Ισραήλ και τον Αγιαξ, δέχθηκε πρόταση και από μια ομάδα της Σούπερ Λιγκ 1, μια προοπτική που δεν την αποκλείει για το μέλλον.

«Αν και στην Ελλάδα δεν εμπιστεύονται ούτε τους νεαρούς προπονητές ούτε τους νεαρούς ποδοσφαιριστές, ναι, το βλέπω με θετικό μάτι για το μέλλον. Θέλω όμως όσο γίνεται να γεμίσω περισσότερες εμπειρίες από το εξωτερικό και να νιώθω ακόμη πιο δυνατός. Εξω δίνουν περισσότερες ευκαιρίες στους νέους προπονητές να ανελιχθούν. Παρακολουθώ το ελληνικό πρωτάθλημα, μου άρεσε πολύ η περσινή ΑΕΚ, ο Παναθηναϊκός εξελίσσεται κάθε χρόνο από τον Ιβάν. Γενικώς χρειάζεται πλάνο και υπομονή. Το ποδόσφαιρο είναι σαν μια επιχείρηση, θέλει σκληρή δουλειά και σωστό σχεδιασμό. Στην Ελλάδα πάντα όλοι βιάζονται…»

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή