Αυτοί Που Έμαθαν Το Νόημα Της Ζωής
Γιατί υπάρχουμε σε αυτό τον κόσμο; Πώς πρέπει να ζούμε, για να έχει αυτή η ζωή νόημα; Γίνεται; Είναι εφικτό; Μεγάλα ερωτήματα που σπάνια τα σκεφτόμαστε, αλλά που βρίσκονται μόνιμα στο πίσω μέρος του μυαλού μας και πότε πότε επανέρχονται για λίγο στο προσκήνιο, όταν ας πούμε βλέπουμε στιγμιότυπα από τις φρικαλεότητες της 7ης Οκτωβρίου ή από τα συντρίμμια της Γάζας ή ακόμα και από πιο ευτελή συμβάντα στο Πανθεσσαλικό Στάδιο. Νομίζω ότι υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπων που έχουν κάποιες απαντήσεις περί αυτού, όμως. Σε αυτό το γράμμα, θα σας γράψω για δύο από αυτούς.
η ιστορία του Τζέι Χόπλερ
To 2017 o ποιητής Τζέι Χόπλερ έμαθε από το γιατρό του τα χειρότερα νέα που μπορεί να μάθει κανείς από το γιατρό του: έχει καρκίνο στον προστάτη, και η πρόγνωση δεν είναι καλή. Δύο χρόνια ακόμα. Τόσο του είπαν να υπολογίζει, πάνω κάτω. Δυο χρόνια δύσκολα, με θεραπείες και πόνο. Την ίδια μέρα, ο Τζέι Χόπλερ αποφάσισε να γράψει μια ποιητική συλλογή, το τρίτο του βιβλίο. Όλα τα άλλα ήταν δεδομένα: να περάσει όσο περισσότερο χρόνο με τη γυναίκα του, τα παιδιά τους και όσους αγαπούν, ναι, αλλά και αυτό. Να γράψει ένα τελευταίο έργο, για να το αφήσει πίσω, ώς παρακαταθήκη και ως μήνυμα στις υπόλοιπες και τους υπόλοιπους.
Νομίζω ότι οι άνθρωποι που μπορούν να μας πουν καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο το νόημα, είναι οι καλλιτέχνες που μαθαίνουν τα χειρότερα νέα που μπορεί να μάθει κανείς. Όλοι όσοι βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση ξαφνικά βλέπουν τη ζωή με άλλα μάτια. Τα ασήμαντα που δεν τα αναγνωρίζουμε ως ασήμαντα ξαφνικά, βίαια γι’ αυτούς καταρρίπτονται και εξατμίζονται, και μένει κάτι άλλο: νόημα. Βεβαίως, όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε αυτή την ακραία κατάσταση βιώνουν κάτι παρόμοιο. Οι καλλιτέχνες, όμως, έχουν και κάτι άλλο: εργαλεία για να επικοινωνούν με οξύ και γλαφυρό τρόπο ιδέες και σκέψεις που για τους άλλους είναι αφηρημένες και άυλες.
Δεν είμαι φανατικός οπαδός της ποίησης, μολονότι καταλαβαίνω τη δυσκολία και τη σημασία της. Διάβασα, όμως, το βιβλίο που έγραψε ο Τζέι Χόπλερ μετά την διάγνωσή του. Λέγεται Still Life, και είναι μια ποιητική συλλογή με 43 μικρά ποιήματα που εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2022. Τα ποιήματα καθαυτά δεν περιέχουν το νόημα της ζωής. Πολλά από αυτά, επίσης, δεν τα κατάλαβα πολύ καλά. Υπάρχουν όμως στιγμές (στίχοι) σε κάποια από αυτά που σε κοπανάνε, απροσδόκητα σαν σκεπάρνι. Με ένα ξερό χιούμορ και μια αποχαλινωμένη φαντασία ο ποιητής πατάει χορδές απόγνωσης, πόνου και αλήθειας που ο ανυποψίαστος, υγιής αναγνώστης δεν ήξερε ότι υπάρχουν.
Έκανα μια απόπειρα να σας μεταφράσω κάποια αποσπάσματα από τα εγγλέζικα, αλλά απέτυχα. Η ποίηση δεν μεταφράζεται εύκολα καθότι δεν αρκεί να αποδόσεις μόνο τις λέξεις, αλλά πρέπει να αποτυπώσεις και το ρυθμό, την όποια ομοιοκαταληξία, όλες τις μικρές αλλά κρίσιμες λεπτομέρειες αυτής της περίτεχνης και δύσκολης φόρμας. Αντ’ αυτού, θα σας βάλω μερικά αποσπάσματα σε εικόνες, στα αγγλικά, για να καταλάβετε τι εννοώ.
παραπάνω σας είπα ότι απέτυχα παταγωδώς στη μετάφραση, και έλεγα αλήθεια, αλλά υπήρξε και ένα τετράστιχο, μόνο ένα που κάπως το έφερα σε μια μορφή που να μη ντρέπομαι να σας δείξω. Το εξής:
κανείς πεπεισμένος ότι θα πεθάνει
σε ένα νησί, δεν θα ζούσε σε νησί
εκτός κι αν ήθελε να πεθάνει
σ’ αυτό το νησί & εγώ ήθελα
O Τζέι Χόπλερ πέθανε τον Ιούνιο του 2022 στην ηλικία των 51 ετών, πέντε χρόνια μετά από τη διάγνωση του καρκίνου του, και μία εβδομάδα μετά από την κυκλοφορία του βιβλίου που πρόλαβε, τελικά, να γράψει.
Εδώ μπορείτε να διαβάσετε μια σειρά από κείμενα που έγραψαν άνθρωποι που τον γνώρισαν, συμπεριλαμβανομένης της γυναίκας του. Το απόσπασμα που μου άρεσε πιο πολύ ήταν αυτό που έγραψε η γυναίκα του, με τα πράγματα που ο άντρας της απεχθανόταν πιο πολύ:
“Ο Τζέι μισούσε την οδήγηση, τη λέξη vagina, τη χρήση του 24ωρου ρολογιού για να λέει κανείς την ώρα, τη φαγούρα στα αυτιά, τα επιρρήματα, τα λεωφορεία της Ρώμης, τις κουρτίνες συσκότισης, το να του πέφτει φαγητό πάνω του, η γερμανική γλώσσα, να βουρτσίζει τα δόντια του, οι ποιητικές βραδιές, τα τζιν που έχουν κουμπιά αντί για φερμουάρ, το χαμομήλι, ο Ρον ΝτεΣάντις, τα παχιά μπλουζάκια, το αντιηλιακό, τα δόντια του, φρούτα για επιδόρπιο, το σκέιτμπορντ, το να κρυώνει, το γυμνάσιο, τα διακοσμητικά σαπούνια, οι διακοσμητικές πετσέτες, η μεσαία θέση στο αεροπλάνο ή στο αυτοκίνητο, τα e-books, τα πάρτι-κοκτέιλ και η μπριζόλα έστω και ένα βαθμό πιο ψημένη από medium rare“.
η ιστορία του Γουόρεν Ζίβον
το 2002 ο τραγουδοποιός Γουόρεν Ζίβον έμαθε από το γιατρό του τα χειρότερα νέα που μπορεί να μάθει κανείς από το γιατρό του: έχει μεσοθηλίωμα, μια πολύ σπάνια και επιθετική μορφή καρκίνου, και η πρόγνωση δεν είναι καλή. Λίγους μήνες ακόμα. Τόσο του είπαν να υπολογίζει, πάνω κάτω. Ο Ζίβον αποφάσισε στο χρόνο που του απομένει να ηχογραφήσει ένα τελευταίο άλμπουμ, μαζί με φίλους και συνεργάτες του όπως ο Μπρους Σπρίνγκστιν, ο Ντον Χένλι, ο Τομ Πέτι και ο Μπίλι Μπομπ Θόρτον.
Την ιστορία του Γουόρεν Ζίβον την πρωτοάκουσα στην τελευταία stand-up comedy παράσταση (το θέμα του προηγούμενου νιουζλέτερ -κι όλα δένουνε γλυκά) του κωμικού Μάικ Μπιρμπίλια, οποίος επίσης είχε μάθει πολύ άσχημα νέα από γιατρούς του σε δύο περιπτώσεις. Μπορείτε να δείτε την παράσταση στο Netflix.
Ο λόγος που Γουόρεν Ζίβον έμεινε στην ιστορία, περισσότερο κι από τη μουσική του, ήταν μια φράση που είπε σε μία του συνέντευξη. Λίγες εβδομάδες μετά τη διάγνωσή του, ο Ζίβον πήγε καλεσμένος στη βραδινή εκπομπή του Ντέιβ Λέτερμαν στην τηλεόραση. Στη συνέντευξη, live στην τηλεόραση, μίλησε με χιούμορ και απροσδόκητο αυτοσαρκασμό για την ασθένειά του και για τη γνώση ότι σε λίγο καιρό θα πεθάνει, για το “λάθος τακτικής” να αποφεύγει να πάει σε γιατρό 20 χρόνια και, βέβαια, για τις αλλαγές στη ζωή του και στον τρόπο με τον οποίο βλέπει τα πράγματα μετά τη διάγνωση. Συμπύκνωσε την αλλαγή αυτή σε τρεις λέξεις τέλειες. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να το πει κανείς. Είπε κι άλλα στην απάντησή του στη συγκεκριμένη ερώτηση, αλλά αυτές οι τρεις λέξεις από μόνες τους φτάνουν. Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Όποια και όποιος τις ακούει, γνωρίζοντας το πλαίσιο, καταλαβαίνει ακριβώς τι εννοεί. Και, νομίζω εγώ, καταλαβαίνει λίγο καλύτερα και το νόημα. Όσο καλά μπορεί να το αντιληφθεί κανείς, τουλάχιστον, χωρίς να έχει ακούσει τα χειρότερα νέα που μπορεί να ακούσει. Οι τρεις λέξεις είναι:
“απολαύστε κάθε σάντουιτς”
εδώ, ολόκληρη η συζήτηση του Γουόρεν Ζίβον στον Ντέιβ Λέτερμαν.
Αυτή ας είναι η ευχή. Μέχρι την επόμενη Τετάρτη -αλλά και γενικότερα- απολαύστε κάθε σάντουιτς.