Newsroom
Ακούστε το άρθρο
Η ένοχη απόλαυσή μου στα αγγλόφωνα βιβλιοπωλεία είναι τα αμερικανικά ευπώλητα. Το παραδέχομαι: οι καθαρισμένες μέχρι αηδίας προτάσεις που γλιστράνε απ’ την πολλή επιμέλεια, η άβολα προφανής αφήγηση. Τα λατρεύω όλα αυτά πού και πού. Είναι το αναγνωστικό ανάλογο της κοτόσουπας. Θέλω να πω είναι καθησυχαστικό χωρίς πολύ κόπο. Ισως σαν μάφιν. Ετσι, πήρα στα χέρια μου ένα βιβλίο με τίτλο How to Be A Stoic, Πώς να είσαι Στωικός (δεν το ντράπηκα), ποντάροντας πως δεν θα είχε σάλτσες και περίπλοκες φιλοσοφικές διαμάχες, αλλά άμεσες πρακτικές συμβουλές και ίσως και κάποιες έννοιες που θα μου τις εξηγούσε απλά. Ισως και λίγο ανένοχο σελφ χελπ τυλιγμένο με λόγια του Μάρκου Αυρήλιου; Μέσα έπεσα.
Διάβασα ένα κεφάλαιο με τίτλο «Παίζοντας μπάλα με τον Σωκράτη», διέτρεξα τις ιδέες των Κυνικών, που με χαρά διαπίστωσα ότι ο συγγραφέας του βιβλίου Dr. Pigliucci θα τους απέφευγε σ’ ένα δείπνο (έχει γίνει κάπως ανυπόφορο να συζητάς στα μπαρ για το πόσο μάταια είναι όλα) και προχώρησα στην ιδέα της φαντασίας με την έννοια της δημιουργικότητας. Να είσαι πολυμήχανος/η μ’ αυτά που έχεις, να κάνεις ό,τι καλύτερο μπορείς με όσα συύ δίνονται. Υπογράμμισα, έβαλα αστεράκι. Προχώρησα.
Το βιβλίο υποστήριζε ότι φιλοσοφία που δεν είναι πρακτική δεν έχει και πολύ νόημα. Κι έφερνε το παράδειγμα του Επίκτητου. Δούλος που έβγαλε κάποια χρήσιμα συμπεράσματα για την ελευθερία. Πότε πουλάς φθηνά την ψυχή σου και τη θέλησή σου; Την ώρα σου; Πότε γίνεσαι δούλος ανάμεσα σε δούλους, γιατί δεν κάθισες να τα εξετάσεις τα πράγματα, να τα ιεραρχήσεις; Και άλλα τέτοια. Κι είναι κάπως βαθιά απολαυστικό να μπορεί κάποιος να εκλαϊκεύσει φιλοσοφία ή να τη μεταφράσει ή τέλος πάντων να την ανοίξει στο ευρύ κοινό. Να την κάνει διασκεδαστική.
Κάπως τραυματισμένη απ’ αυτά τα βιβλία που στο εξώφυλλο έχουν το πρόσωπο του φιλοσόφου με τη μορφή μαρμάρινου αγάλματος ή παλιακής αγιογραφίας και βαθύτατα εξαντλημένη από την ακαδημαϊκή φιλοσοφική συζήτηση στα ελληνικά, που νιώθω ότι έχει γυρισμένη την πλάτη σ’ εμάς, τους απλούς θνητούς, είχα πολύ καιρό να πιάσω τον Επίκτητο. Η τελευταία φορά ήταν πριν από χρόνια όταν διάβαζα εμμονικά την Ελευθερία (που είχε βγει απ’ τις εκδόσεις Δώμα σε εξαιρετική μετάφραση με ζωντανά ελληνικά). Δεν είχε στο εξώφυλλο τον φιλόσοφο ως προτομή. Θέλω να πω, υπάρχει κάτι στον τρόμο που δημιουργείται γύρω απ’ τα μεγάλα κείμενα. Μού πήρε πολλά χρόνια να καταλάβω, για παράδειγμα, πόσο ειρωνικός είναι ο Ντοστογιέφσκι. Το βιώνω ως εξαπάτηση (εν μέρει αυτοεξαπάτηση).
Αυτό είχα πάθει με τη φιλοσοφία. Κατ’ αρχάς είχα πειστεί πως δεν μπορώ να μπω από πουθενά σ’ αυτά τα διάφορα ρεύματα σκέψης. Πως δεν υπήρχε κάποιο εισαγωγικό βιβλίο που να με βάλει στα πράγματα. Νομίζω πως πραγματικά είχα τρομοκρατηθεί απ’ τις σπουδές μου. Στο κεφάλι μου η φιλοσοφία δεν είχε καμιά σχέση με το πώς να ζεις, ήταν ένα περίεργο νοητικό άθλημα για υποχρηματοδοτούμενους ερευνητές σε υποχρηματοδοτούμενα ή υπό διάλυση πανεπιστημιακά τμήματα. Μετά σκέφτηκα, για μισό λεπτό, υπάρχει το Ιντερνετ.
Είναι συγκλονιστικό, αλλά κάμποσα από τα σπουδαιότερα έργα του ανθρώπινου πνεύματος υπάρχουν δωρεάν στο Ιντερνετ. Το έργο του Θωμά Ακινάτη, εάν υποτεθεί ότι κάποιος θέλει να το ψάξει λίγο. Τα βιβλία του Ανταμ Σμιθ και του Νόαμ Τσόμσκι. Η Βίβλος, σε διάφορες μεταφράσεις. Τα σημαντικά κείμενα της αναρχίας, του φεμινισμού. Υπάρχουν βίντεο που εξηγούν τα βασικά για τον Καντ, που φτιάχνουν ένα άνοιγμα σε έναν όγκο σκέψης που μάλλον μοιάζει τρομαχτικός για τους περισσότερους από εμάς. Και μετά υπάρχουν όλα αυτά τα podcasts υψηλού επιπέδου, από το philosophize this! μέχρι το In Our Time στο Κανάλι 4 του BBC. Ολα αυτά υπάρχουν δωρεάν στο Ιντερνετ. Και τα βιβλία, ωστόσο, δεν είναι ακριβά. Μικρές ματιές στον Κίρκεγκωρ, τον Σοπενάουερ ή τον Σαρτρ κοστίζουν όσο 3-4 καφέδες.
Αυτό που λέω είναι πως ίσως θα πρέπει να σκεφτούμε ότι όσοι δεν ασχολούνται επαγγελματικά ή ερευνητικά με τη φιλοσοφία δεν χρειάζεται να νιώθουν πως δεν τους απευθύνεται. Εχουμε μάθει να τη φοβόμαστε –είναι τα ιερά και τα όσια της αρχαιοελληνικής γραμματείας– έχουμε γαλουχηθεί έτσι, να κοιτάμε τα κείμενα από τα κάτω προς τα πάνω, σαν σε βάθρο. Δεν ωφελούμαστε απ’ αυτά, απλώς να προσκυνάμε κάτι που, βασικά, μας είναι παντελώς άγνωστο. Γι’ αυτό έπιασα τον εαυτό μου να ξαναβρίσκει τους Στωικούς μέσα από κάτι εμφανώς αμερικάνικο, όπου ο συγγραφέας (κάτοχος διαφόρων διδακτορικών και διδάσκων στη Νέα Υόρκη) αναφέρεται στον Επίκτητο ως το φιλαράκι του – δύσκολα φαντάζομαι Ελληνα ακαδημαϊκό να το κάνει αυτό, κρίμα.
Ο Επίκτητος είναι φοβερή παρέα για ταξίδι. Δεν είναι καθόλου γκρινιάρης, παρόλο που η ζωή του σίγουρα δεν ήταν εύκολη. Είναι κουλ και μιλάει απλά όμορφα ελληνικά, σκέτη απόλαυση. Σε βοηθάει να καταλάβεις πότε καταντάς δούλος, σκλαβάκι λάθος στόχων. Στο ταξίδι μου διαπίστωσα πως ορισμένες καλές αεροπορικές έχουν καταργήσει τη λειτουργία πτήσης. Δηλαδή όχι ακριβώς, αλλά μπορείς να συνδεθείς με κάποιον τρόπο στο Ιντερνετ, υποθέτω όχι για ν’ αποκτήσεις πρόσβαση στα μεγάλα κείμενα της ανθρωπότητας, αλλά για να τσεκάρεις γάτες και μεθόδους για αποτελεσματικό τρίψιμο των πιάτων.
Ο Επίκτητος θα γέλαγε με το θέαμα ανθρώπων ψηλά στον ουρανό που δεν κοιτάζουν απ’ το παράθυρο τα σύννεφα, ούτε αξιοποιούν αυτόν τον υπέροχο προσωπικό φωτισμό της θέσης του αεροπλάνου για λίγη μελέτη. Κι είναι τόσο απολαυστική η ανάγνωση εκεί ψηλά. Είναι κάτι μαγικό, να διανύεις την απόσταση και να διαβάζεις. Προνόμιο που ελάχιστα χρόνια πριν θα ήταν αδιανόητο, πεταμένο έτσι στα σκουπίδια. Δικές σου στιγμές πεταμένες για λίγες φωτό απ’ τις στιγμές αγνώστων.
Το χειρότερο που είδα στο ταξίδι μου ήταν μια μικρή κοπέλα που έπαιζε πασιέντζα στο Ιντερνετ σ’ ένα μουσείο της Γερμανίας με κορυφαίους πίνακες. Μου θύμισε αγράμματους ανθρώπους που ξέρω που περνούσαν έτσι την ώρα τους παλιά ρίχνοντας τα χαρτιά, δεν είχαν τίποτα καλύτερο να κάνουν. Ή την καθυστερημένη κοπέλα στο Poor Things που πιστεύει πως η κορυφή των διανοητικών της ικανοτήτων είναι να της πετάνε την μπάλα κι αυτή να την πιάνει. Ισως η φιλοσοφία δεν έχει πολλούς ακόλουθους στην εποχή μας, γιατί δεν ψάχνει για ακόλουθους. Είναι ο λόγος που επισημαίνει και ο Pigliucci: σε κάνει να νιώθεις άσχημα, να συνειδητοποιείς πως είσαι ελεύθερος να την πετάξεις τη ζωή σου. Η ηθική γενικώς είναι κάπως αντιδημοφιλής στις μέρες μας, γιατί υπονοεί ή λέει ξεκάθαρα πως υπάρχει σωστή και λάθος επιλογή (μ’ εξαίρεση κάποιους σπαστικούς φιλοσόφους που σχετικοποιούν τα πάντα – με τους επιγόνους τους δεν μπορείς να συζητήσεις πραγματικά). Ολο αυτό τσούζει κάπως, ώσπου δεν τσούζει.