Newsroom
Ακούστε το άρθρο
«Αν αυτή τη στιγμή έπεφτε μια βόμβα εδώ μέσα, το πιθανότερο είναι ότι ο Τζον Ντένβερ θα βρισκόταν και πάλι στην κορυφή του Top 100» ακούγεται να λέει κάποια στιγμή ο Paul Simon, με διάθεση χιουμοριστική, όταν γυρίζει και βλέπει γύρω του στο στούντιο της δισκογραφικής A & M τα πρόσωπα και τις φιγούρες των 47 καλλιτεχνών. Βρίσκονταν εκεί, όλοι μαζί, για μία και μοναδική φορά στην ιστορία της pop μουσικής. Ηταν η αφρόκρεμα της αμερικανικής μουσικής της εποχής και οι περισσότεροι από αυτούς τους καλλιτέχνες ήταν στο απόγειο της καριέρας τους. Ολοι πλην ενός, του Prince!
Ποτέ άλλοτε στην ιστορία της αμερικανικής pop μουσικής δεν βρέθηκαν τόσοι μεγάλοι καλλιτέχνες σε τόσα λίγα τετραγωνικά για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, διάρκειας περίπου 10 ωρών. Και βγήκαν από εκεί ζωντανοί και αξιοπρεπείς! «Μπαίνοντας εδώ μέσα στο στούντιο, μην ξεχάσετε να αφήσετε το εγώ σας απέξω» τους είχε γράψει σε χειρόγραφο στην είσοδο του στούντιο ο τεράστιος Quincy Jones. Οι διασημότεροι και σημαντικότεροι καλλιτέχνες της εποχής στάθηκαν για 10 ώρες, όρθιοι και ήσυχοι σαν μαθητούδια, ενωμένοι κάτω από ένα σπουδαίο κοινό σκοπό. Θα μπορούσαν όλα να είχαν πάει πολύ διαφορετικά, και όμως όλα κύλησαν μέχρι τις οχτώ το πρωί απρόσμενα ομαλά. Ο Lionel Richie είχε μόλις σαρώσει –και παρουσιάσει ταυτόχρονα– τα βραβεία στα American Music Awards, ενώ ο «Boss» είχε μόλις την προηγούμενη μέρα ολοκληρώσει τη μεγάλη περιοδεία του μετά την παγκόσμια επιτυχία του Born In The USA. Ο Michael Jackson αναπαυόταν στον θρόνο του βασιλιά της pop μετά το Thriller και ο Prince, ο μοναδικός απών, είχε το Purple Rain –άλμπουμ και ταινία. Η δε Cindy Lauper καλούσε τα κορίτσια σε ολόκληρο τον κόσμο να ξεφαντώσουν!
Ολοι αυτοί βρέθηκαν για μία και μοναδική φορά, ώστε να ηχογραφήσουν το κομμάτι We are the world που είχαν γράψει λίγες μόλις ώρες πριν ο Lionel Richie και ο Michael Jackson με τη βοήθεια του Quincy Jones.
Ακούγοντας την περασμένη εβδομάδα τους φίλους μου αλλά και τους συναδέλφους στα ραδιόφωνα να συζητάνε με τόσο ενθουσιασμό γι’ αυτό το ντοκιμαντέρ, αναρωτήθηκα για δύο πράγματα: πού πήγε το πάθος μας για τη μουσική και τι συνέβη με τα μεγάλα συλλογικά γεγονότα αλληλεγγύης. Ξεκίνησαν προς τα τέλη του ’60, απογειώθηκαν στη δεκαετία του ’80 και σχεδόν έληξαν τον Ιούλιο του 1990 με τη μεγάλη συναυλία του Roger Waters που παρουσίασε το περίφημο The Wall, στο Βερολίνο. Το γεγονός αυτό παρακολούθησαν πάνω από 500 εκατομμύρια άνθρωποι μέσα από τους τηλεοπτικούς δέκτες σε όλο τον πλανήτη. Νομίζω ότι αυτός ο ενθουσιασμός, διάχυτος και ξέχειλος κάθε φορά που η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, δεν έχει να κάνει αμιγώς με τη μουσική ή με την ηλικία του καθενός. Είναι ένας ενθουσιασμός που μοιάζει με μια επιστροφή στη Γη της Επαγγελίας, σε έναν κόσμο που εκείνη τη στιγμή προσδοκούσε και ήλπιζε να συναντήσει μελλοντικά κάτι μεγαλύτερο και πιο συλλογικό. Και η εποχή εκείνη μας το έδωσε! Ακόμα και αν ανατρέξει κάνεις απλώς στα γεγονότα, τα μεγάλα και τα ενθουσιώδη, θα βρει στιγμές όπως το Live Aid του Bob Geldof και το USA for Africa, και, λίγα χρόνια αργότερα, την παγκόσμια περιοδεία του Amnesty International που πέρασε και από την Ελλάδα το 1988. Θα βρει δηλαδή μαζικά γεγονότα συνύπαρξης και αλληλεγγύης, αλλά και ελπίδας για κάτι μεγαλύτερο και καλύτερο με αφετηρία και κέντρο τη μουσική. Ακόμα και στην Ελλάδα είχαμε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 το μεγάλο πάρτι της Βουλιαγμένης του Λουκιανού Κηλαηδόνη αλλά και του Διονύση Σαββόπουλου στο Ολυμπιακό Στάδιο, που ίδιος αργότερα όμως το περιέγραψε σαν «το απόλυτο κενό». Ολα αυτά μοιάζουν να έχουν τελειώσει, προς το παρόν. Ζούμε σε έναν κόσμο με άλλες αρχές και άλλες προτεραιότητες. Οι περισσότεροι από μας φαίνεται ότι αυτήν την περίοδο αναζητούμε την ησυχία μας!
Τι άλλο μάθαμε όμως από το ντοκιμαντέρ «The greatest night in Pop» που προβάλλεται αυτή την περίοδο στο Netflix;
Εμαθα πως αφορμή για την κινητοποίηση όλων αυτών των καλλιτεχνών, και ιδιαίτερα της κοινότητας των μαύρων μουσικών, ήταν μια προτροπή του Harry Belafonte προς τον Richie, κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης που είχαν προς τα τέλη του 1984. «Οι λευκοί καλλιτέχνες συγκεντρώθηκαν για να βοηθήσουν τα παιδιά της Αφρικής, εμείς δεν θα κάνουμε τίποτα για να βοηθήσουμε τους δικούς μας;» επισημαίνει στο ντοκιμαντέρ ο Ρίτσι. Εμαθα επίσης ότι η Sheila E (μουσικός και σύντροφος του Prince) ήταν το δόλωμα για να έρθει στην ηχογράφηση και ο αγοραφοβικός Prince. Το άσχημο είναι ότι το κατάλαβε και ίδια και αποχώρησε από την ηχογράφηση χωρίς κανείς τότε να προσπαθήσει να τη μεταπείσει. Ξέρετε τι λένε οι άνθρωποι για τις καλές προθέσεις και για τον δρόμο προς την κόλαση. Επιβεβαιώθηκε επίσης ότι ο Bob Dylan δεν νιώθει καλά πουθενά στον κόσμο αν βρίσκονται στον ίδιο χώρο μαζί του πάνω από δύο άνθρωποι. Αλλά για εμένα ήταν υπέροχος και αμήχανος και σε αυτήν την ηχογράφηση.Του Lionel Richie δεν του το είχα αλλά κατάφερε ένα άθλο. Η φωνή του Springsteen μετά το τέλος της περιοδείας μοιάζει σαν να έχει καταπιεί σπασμένα γυαλιά, και δεν το λέω μόνο εγώ. Για να τιθασεύσεις τόσα πολλά «εγώ» χρειάζεσαι μια προσωπικότητα που να ξέρει να τους χειριστεί και να τους ισορροπήσει, κaι αυτή ήταν ο Quincy Jones. Πέραν οποιασδήποτε αμφισβήτησης!
Η εμφάνιση της Tracy Chapman στην τελετή των βραβείων Grammy συγκίνησε και μου θύμισε για ποιον λόγο τη λατρέψαμε το 1988 με το υπέροχο και σεμνό ντεμπούτο άλμπουμ της. Το τραγούδι της ξανάγινε επιτυχία το 2023 από τον Luke Combs.
Η Lusaint μοιάζει να θέλει να ακολουθήσει μουσικά τα χνάρια της Amy Winehouse. Και η Laufey κάνει την πιο γλυκιά μποσανόβα της Ισλανδίας.
Οι Paramore διασκευάζουν με δυναμικό τρόπο το Burning Down Τhe Ηouse των Τalking Heads με αφορμή τα 40 χρόνια από την απόλυτη μουσική ταινία όλων των εποχών, Stop Making Sense, και ο Leon Of Athens έχει καινούργιο τραγούδι που μας πηγαίνει πίσω στα 17. Η Florence διασκευάζει το White Cliffs Of Dover για τις ανάγκες μιaς σειράς με τίτλο The New Look και θυμάμαι τον Rodriguez που ήταν μια από τις μεγάλες απώλειες του 2023 στο I think of you.
Αυτά και μερικά ακόμα είναι τα τραγούδια που διάλεξα για σας για τις επόμενες μέρες.